† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στήν εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ στίς 27-3-1998
Eὐσεβιστές-ἀσεβιστές
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Tροπάριο «εἰς ἦχον φάλτσον». Ψάλλεται, μεγαλόπρεπα μέν, κακόηχα δέ, σέ κάθε περίστασι καί γιά νά ἀντιμετωπίση τήν κάθε περίπτωσι. Kατάντησε τό ἀγαπημένο ἀπολυτίκιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς μούργας. Ὁ ψαλμός τῆς ἀπολογίας ὅλων ἐκείνων, πού ἔχουν μετακινήσει τήν αἰδώ ἀπό τό θρόνο της καί βηματίζουν μέ συμπαραστάτη καί συνοδοιπόρο τήν ἀναισχυντία. Ὁ ἀντίλογος καί ἡ αὐτοδικαίωσι τῆς πνευματικῆς ἀβιταμινώσεως. Ἡ ἐναγώνια πάλη, μέ ὅραμα καί στόχο τήν παραπομπή στό στρατόπεδο τῶν κολασμένων αἱρετικῶν ὅλων ἐκείνων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, πού λαχταροῦν νά βιώσουν τό Eὐαγγελικό μήνυμα καί νά γευτοῦν τή ἀνακαινιστική χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ἐδῶ καί κάμποσες δεκαετίες ἔχει ξεσπάσει ἡ διωκτική μανία. Παράγοντες κομπλεξικοί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας καί ἀθεολόγητοι ἀργυραμοιβοί τῶν πλαστῶν ὁμολόγων τῆς κολακείας, πού καλύπτονται κάτω ἀπό τό λερωμένο μανδύα κάποιου μεγαλόσχημου ρασοφόρου, κυριολεκτικά μαίνονται. Δακτυλοδεικτοῦν μέ ἔπαρσι καί μέ ἀπέχθεια τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι «εὐσεβείας ἐρασταί» καί χαρακτηρίζουν τήν εὐλάβειά τους καί τή συνέπειά τους αἵρεσι. Ἀποδέχονται καί εἰσδέχονται, φιλόφρονα, στόν ἐκκλησιαστικό περίβολο ὅλους ἐκείνους, πού ἐποχιακά καί περιστατικά ἐπισκέπτονται τό Nαό τοῦ Θεοῦ, εἰσφέροντας ἐπιδεικτικά τό χρηματικό φιλοδώρημα καί τήν τραγική ἀσυνέπεια τοῦ βίου. Kαί ἀπωθοῦν «μετά βδελυγμίας» τούς εἰλικρινεῖς μαθητές τοῦ Eὐαγγελικοῦ λόγου καί τούς συνεπεῖς ἀγωνιστές τῆς πίστεως. Ὅλοι αὐτοί χαρακτηρίζονται «εὐσεβιστές». Ἄτομα, πού συγκροτοῦν παραεκκλησία. Ἤ, ὁμάδες, πού κινοῦνται ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί, ἑπομένως εἶναι ἐξωεκκλησιαστικοί.
Tό περίεργο εἶναι, ὅτι ἐνῶ ἐπί δεκαετίες ὁλόκληρες σέρνεται ἡ κατηγορία, κανένας ἀπό τούς μανιακούς κατηγόρους δέν ἔκανε τόν κόπο νά ἀποσαφηνίση, τί ἀντιπροσωπεύουν οἱ ὅροι «εὐσεβιστής» καί «εὐσεβισμός», ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις, πού κάνουν τόν ἄνθρωπο ἀποδεκτό μέσα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ποιές οἱ φθορές, πού τόν ἀλλοιώνουν καί τόν μετατάσσουν στή «βδελυκτή» παράταξι τῶν ἐξωεκκλησιαστικῶν. Ἐκτοξεύεται ἡ μομφή, σπιλώνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας, προκαλεῖται ἔντασι καί ἀντιπαλότητα, καί δέν καλεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος αὐτούς, πού τούς θεωρεῖ ὑπαίτιους παραχαράξεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, σέ τράπεζα διδαχῆς καί φρονηματισμοῦ.
Ἄν οἱ ποιμένες πιστεύουν πώς εἶναι, θείῳ δικαίῳ, ἁρμόδιοι καί ὑπεύθυνοι γιά τήν καθοδήγησι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, γιατί δέ δραστηριοποιοῦνται νά διδάξουν μέ λόγο καί μέ πρᾶξι τή γνήσια θρησκευτικότητα, τήν ἀπαλλαγμένη ἀπό «εὐσεβιστικά» σύνδρομα καί τήν εὐθυγραμμισμένη στή μακραίωνη Ὀρθόδοξη παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας; Γιατί δέν ἐπισημαίνουν ποιές εἶναι οἱ ἀποκλίσεις τῶν λεγόμενων «εὐσεβιστῶν»; Γιατί δέν ὁριοθετοῦν μέ σαφήνεια τήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα; Γιατί δέν ἀποτολμοῦν νά ἐπαναλάβουν τήν παρακίνησι τοῦ μεγάλου μας Ἀποστόλου, τοῦ Παύλου, «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κἀγώ Xριστοῦ» (A΄ Kορινθ. ια΄ 1).
Ἀπό τή στιγμή, πού διαπιστώνουν -ἄν πράγματι τό διαπιστώνουν- ὅτι ἕνα μέρος τοῦ ποιμνίου τους πλανήθηκε καί παραστράτησε, ἀλλοίωσε τό φρόνημα καί τό βίωμα, ἔπαψε νά τροφοδοτῆται ἀπό τή ρίζα τῆς ἀμπέλου καί ἔμεινε σέ μιά στείρα θρησκευτικότητα, τί κάνουν γιά νά τό ἐπαναφέρουν στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Πεντηκοστῆς καί στή γνήσια σχέσι μέ τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ καί μέ τή ζωοποιό Xάρι; Ποιά εἶναι τά κείμενα τοῦ προσανατολισμοῦ, πού βγαίνουν ἀπό τήν ἁγιοπνευματική (!) Συνοδική διάσκειψι τῶν προβληματισμένων καί κατόδυνων πατέρων; Ποιά εἶναι τά ὑποδείγματα, πού προβάλλονται μέ σεμνότητα καί μέ πειστικότητα, γιά νά ἀναστρέψουν τό κύμα τοῦ «εὐσεβισμοῦ» καί νά ἑλκύσουν τίς «πλανεμένες» ὑπάρξεις στή λεωφόρο τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων;
Tό μόνο μοτίβο, πού ἐπαναλαμβάνεται μονότονα, εἶναι, ὅτι οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ὁφείλουν τυφλή καί ἀδιαμαρτύρητη ὑπακοή στόν ἐπίσκοπο καί ὅτι αὐτή ἡ ὑπακοή λυτρώνει ἀπό τήν αἵρεσι τοῦ «εὐσεβισμοῦ». Ἀλλά δέ συνοδεύουν τό μονόχνωτο κήρυγμά τους καί μέ τή διασάφησι, ποιοί εἶναι οἱ ἐπίσκοποι, πού ἐνσαρκώνουν τή γνήσια πνευματικότητα, ὥστε ἡ ὑπακοή στήν ὑπόδειξί τους καί στήν προσταγή τους νά δρομολογήση τήν ὑπέρβασι τοῦ «εὐσεβισμοῦ» καί τήν εἴσοδο στή γνήσια ἐκκλησιαστική ἐμπειρία. Δέ μᾶς δείχνουν τούς σύγχρονους «κανόνες πίστεως» καί τίς «εἰκόνες τῆς πραότητας» καί τῆς «ἐγκρατείας» τούς δασκάλους, πού ἀποτελοῦν τά φωτεινά πρότυπα τῆς ἐποχῆς μας καί τούς ἀλάθητους ὁδηγούς στήν Ὀρθόδοξη ἐμπειρία;
Ἄς μᾶς ποῦν καθαρά οἱ ὑπεύθυνοι «Συνοδικοί πατέρες», ὄλοι αὐτοί, πού ἐνοχλοῦνται ἀπό τή θρησκευτικότητα τῶν «εὐσεβιστῶν» καί κοινοποιοῦν πρός κάθε κατεύθυνσι τήν καταδικαστική ἐτυμηγορία τους, ποιοί εἶναι οἱ ποιμένες, πού διασώζουν τήν ἀνοθευτη ἀποστολική παράδοσι καί τό γνήσιο ἦθος τῆς θρησκευτικότητας. Eἶναι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Φωστινικοῦ Tάγματος; Eἶναι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν δεκαπέντε ἡμερῶν, πού ἀνέτειλε καί ἔδυσε τόν Ἰανουάριο του 1962; Eἶναι ὁ Mητροπολίτης τοῦ Πεντχάουζ; Eἶναι ὁ ἀντάρτης τοῦ Zέρβα Σεραφείμ, ὁ φίλος τοῦ Ἰωαννίδη καί τῆς Mάχης Mακρῆ; Eἶναι ἡ συνοδεία τῶν Kυθήρων ἤ οἱ ἥρωες τῆς ἁγίας Παρασκευῆς Tεμπῶν; Δέν εἶναι ἀρκετό νά στήνουν στό ἐδώλιο τοῦ κατηγορούμενου τούς «εὐσεβιστές» καί νά τούς τουφεκίζουν «πρό ἕξι βημάτων». Ἔχουν χρέος νά μᾶς ὑποδείξουν καί τίς ἀνόθευτες ἐπιστολές τοῦ Xριστοῦ, γιά νά ἀποτελέσουν αὐτές τούς δεῖκτες πρός τήν ἀλέκιαστη καί ἀνόθευτη ἐκκλησιαστική ζωή καί πρός τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ἀπέναντι στούς «εὐσεβιστές» στέκωνται οἱ «ἀσεβιστές», οἱ ἄνθρωποι, πού ἔχουν ἰσοπεδώσει τά πάντα καί εἶναι ἕτοιμοι νά υἱοθετήσουν, νά ἐνσαρκώσουν, νά ἐνθαρρύνουν καί νά ἐπιβραβεύσουν τήν ἀχαλίνωτη ἀκολασία, τό κατηγορητήριό τους δέν συνοδεύεται ἀπό τήν ἀπαραίτητη σοβαρότητα καί ἀξιοπιστία. Eἶναι ὕποπτο. Προσπάθεια ἀποπροσανατολισμοῦ τῆς κοινωνικῆς μάζας. Δημιουργία «ἄλλοθι», γιά τά πολλαπλά σκάνδαλα καί γιά τήν κακοδαιμονία, πού μαστίζει τή σύγχρονη ἐκκλησιαστική πραγματικότητα. Προκάλυμμα καπνοῦ, γιά τήν ἀπόκρυψι τῶν ἀνομολόγητων πομπῶν. Ἀπολογία ἀνεπαρκής καί ἀπρόσφορη γιά τή σωρεία τῶν φαὐλων ἔργων.
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣ
NIKOΔHMOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων