† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 239, 16 Ὀκτωβρίου 2008
Ἡ “ἀνία” τῆς εὐμάρειας
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Κοινά διαφημιστικά σπότς σ᾿ ὅλες τίς γωνιές τοῦ παγκοσμιοποιημένου πλανήτη μας καί κοινά ἀκούσματα ὅλων τῶν κατοίκων τῆς αἱματοβαμμένης γῆς μας, πασκίζουν νά πείσουν τίς αἰσθήσεις μας, ὅτι ἡ “εὐμάρεια”, τό ὅραμα καί ἡ δίψα τῶν αἰώνων, εἶναι πιά χειροπιαστή πραγμτικότητα. Ἁπλώνεται, ὁλοένα καί εὐρύτερα, ὁλοκληρώνεται μέ ταχύ ρυθμό καί μεταβολίζει τό βαρύ μόχθο καί τόν “ἱδρώτα τοῦ προσώπου” σέ ἄρωμα καί δροσιά εὐτυχίας. Ἡ ἐπιδέξια ἀξιοποίηση τῆς συνεχῶς ἐμπλουτιζόμενης ἐπιστημονικῆς γνώσης καί ἡ εὐρύτατη χρήση τῆς ραγδαία ἀναπτυσσόμενης τεχνολογίας, προσφέρονται -κατά τή διαφήμιση καί κατά τήν προπαγάνδα- στό σύγχρονο ἄνθρωπο, ὡς καρπός τῆς “ἀδιαμφισβήτητης” προόδου. Τοῦ ἀναμορφώνουν τά πλάνα τῆς καθημερινότητας. Τόν ἀπαλλάσσουν ἀπό τήν ἐξουθενωτική φτώχεια. Γεμίζουν τήν ἀγκαλιά του καί τήν καρδιά του μέ τόν πλοῦτο τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Τοῦ δίνουν τήν εὐχέρεια νά περιδιαβάζει, ἀτέλειωτα, στίς χλιδάτες ἀγορές. Νά κάνει κτῆμα του καί χαρά του τήν ἐκλεπτυσμένη παραγωγή. Καί νά μακιγιάρει τό πρόσωπό του μέ τήν καύχηση τοῦ μοντέρνου καί τοῦ χρήστη ὅλων τῶν παροχῶν, πού ἐξασφαλίζει ἡ προοδευτική ἐποχή μας.
Προσυπογράφετε τήν οὐρανομήκη ζητωκραυγή, πού καρφώνει στίς συνειδήσεις τήν πεποίθηση, ὅτι ἡ σημερινή εὐμάρεια -ὅπου τή βλέπετε καί ὅσο τή διαπιστώνετε- εἶναι ἡ ὁρατή καί παγκόσμια παραδεκτή σφραγίδα τῆς προόδου; Ἄν σεῖς ὑπογράφετε, ἐμένα θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά διατυπώσω ἰσχυρή ἐπιφύλαξη. Νά μή προσχωρήσω στίς ἐνθουσιαστικές, μαζικές ἐκδηλώσεις. Καί νά μή υἱοθετήσω τίς ἐκτιμήσεις σας, γιατί τίς θεωρῶ ἀτεκμηρίωτες.
Τό “κεκτημένο” ἤ, σωστότερα, τό “καθολικά διαφημισμένο” σχῆμα τῆς εὐμάρειας εἶναι συναρπαστικό. Ἀλλά, στό γήπεδο τῆς καθημερινῆς ἄθλησης, βιώνεται ὡς ἀδόκιμο καί καυτό. Ὡς πρόταση ζωῆς ἐντυπωσιάζει καί συνεπαίρνει τίς μάζες. Δημιουργεῖ ρεῦμα προσχώρησης στίς στρατιές τῶν νοσταλγῶν τῆς ἄνεσης καί στίς μαχητικές ὁμάδες τῶν κυνηγῶν της. Στοιχειοθετεῖ ὁράματα καταξίωσης καί εὐτυχίας. Ζωγραφίζει μαγευτικά τόν πλοῦτο, τήν ἄνεση, τήν κοινωνική προβολή, τήν ἀτέρμονη τουριστική περιπέτεια, τήν πυκνή ἐναλλαγή τῶν πλάνων στή σκηνοθετημένη παράσταση τοῦ βίου. Ὑπόσχεται ἐλεύθερο φτερούγισμα ἀπό “κεκτημένη” φωλιά εὐτυχίας σέ ἀνοιχτό ὁρίζοντα ἀναζήτησης καινούργιου, ἐντελῶς πρωτότυπου σχήματος ζωῆς καί ἀδοκίμαστης ἐμπειρίας. Ὡστόσο, ἡ καθημερινή πρακτική, ὁ ἀγώνας καί τά ἀποκτήματα ἀφήνουν πίσω τους οὐρές ἐρωτηματικῶν καί σταλάγματα πικριῶν, πού ἐξουδετερώνουν τά διαφημισμένα βιώματα τῆς ἄκρατης εὐτυχίας καί ἀνοίγουν τά τεφτέρια τῶν ἀμφισβητήσεων καί τῶν ἀπογοητεύσεων. Θύελλες ἀνεπιθύμητων καί ἀπρογραμμάτιστων ψυχολογικῶν ἐμπλοκῶν καί σύνδρομα κορεσμοῦ ἤ ἀπαξίωσης τοῦ πλάνου τῆς εὐμάρειας σβήνουν τόν τεχνητό λαμπτήρα τῆς χαρᾶς, μαδοῦν τά ὄνειρα καί ἀκυρώνουν τήν εὐτυχία.
Μέ τοῦτο τό κείμενο, δέ θά ἐπιχειρήσω νά ἀνεβάσω στήν τράπεζα τῆς ἀνατομικῆς διερεύνησης ὁλόκληρο τό φάσμα τῶν προβληματισμῶν, πού διεγείρει ἡ διαφήμιση καί, προπαντός, ἡ τυφλή στράτευση στή κατάκτηση καί στή μέθη τῆς εὐμάρειας. Παρακάμπτω ὅλα αὐτά τά κεφάλαια τῶν ἀπαισιόδοξων λογισμῶν. Καί ἀρκοῦμαι στό νά ἐκδιπλώσω μπροστά σας δυό σκιερά πλάνα, δυό ἀδιαμφισβήτητα νοσηρές λειτουργίες τοῦ σχεδιασμοῦ τῆς εὐμάρειας. Πρόθεσή μου, νά σᾶς κάνω κοινωνούς τῶν δικῶν μου ἀνησυχιῶν. Καί αἴτημά μου, νά μέ ὁδηγήσετε, ἄν μπορεῖτε, στήν ὑπέρβαση τῶν μελαγχολικῶν ἐκτιμήσεων.
Τό πρῶτο σκιερό πλάνο: Στίς σημερινές, παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες μας, διαπιστώνεται, μέ τήν πρώτη ματιά, πώς ἡ “εὐμάρεια” δέν προσφέρεται καί δέ βιώνεται ὡς καθολικό δικαίωμα, ἀλλά ὡς προνομιακό ἀπόκτημα μιᾶς κοινωνικῆς ἐλίτ. Μιᾶς λέσχης, πού λειτουργεῖ ὡς κλειστό σύστημα, μέ κλειδαμπαρωμένες τίς πόρτες, ἀπό φόβο, μή καί διαφύγει ὁ θησαυρός καί περάσει στά χέρια τῆς καθυστερημένης, τῆς ὑπανάπτυκτης ἤ καί ἐντελῶς ἀνανάπτυκτης ἀνθρώπινης μάζας. Οἱ μεγάλες δυνάμεις, πού διαθέτουν τό βαρύ ὁπλισμό καί τήν ἐκβιαστική ἐπιρροή στά φόρουμ τῶν διεθνῶν ὀργανισμῶν, μονοπωλοῦν τήν εὐμάρεια. Διαχειρίζονται καί νέμονται, σάν ἀποκλειστικοί ἀφεντάδες, τόν παγκόσμιο πλοῦτο. Καί μεθοδεύουν, κατά τή δική τους κρίση καί τά δικά τους συμφέροντα, τήν ἄμετρη γεύση τῆς χλιδῆς. Οἱ λαοί τῶν ἄλλων διαμερισμάτων τοῦ πλανήτη ἐγκαταλείπονται στήν ἀνέχεια καί στήν κακομοιριά. Καί ὄχι μόνο αὐτό. Οἱ ἀναπτυγμένοι καί δυνατοί, εἰσορμοῦν στίς πατρίδες τῶν φτωχῶν καί τούς ληστεύουν. Ἐκμεταλλεύονται τίς φυσικές πηγές τοῦ πλούτου τους. Καί ἀγγαρεύουν τό ἐργατικό δυναμικό τους στή δουλική ὑπηρέτηση τῶν ἀνώνυμων, πολυεθνικῶν ἐπιχειρήσεών τους. Τραγικό τό φαινόμενο τῶν φυλετικῶν ἤ τῶν ταξικῶν διακρίσεων. Οἱ πλούσιοι ἀναδεικνύονται, καθημερινά, περισσότερο πλούσιοι. Καί οἱ φτωχοί, οἱ πεινασμένοι καί ρακένδυτοι καταντοῦν περισσότερο ἄποροι. Καί ἡ διάκριση αὐτή δέν ὁριοθετεῖται, μόνο, ὡς γραμμή διαχωρισμοῦ, στό χάρτη τῶν ἀναπτυγμένων καί τῶν ἀνανάπτυκτων χωρῶν. Μεθοδεύεται καί μέσα στίς ἴδιες τίς πλούσιες χῶρες. Καί βιώνεται ὡς στήσιμο διαφοροποιημένων καί ἀποστασιοποιημένων κλάμπς, πού ἀνεβάζουν σέ ὕψη καταξίωσης τούς Κροίσους τοῦ χώρου τους καί ἀπωθοῦν στή λάσπη τῆς περιφρόνησης τίς σκελετωμένες καί καταπικραμένες ὑπάρξεις. Πέστε μου, αὐτή ἡ ἀνομοιογένεια, αὐτή ἡ τεχνητή διάκριση κορεσμένων καί πεινασμένων, αὐτή ἡ ἀπάνθρωπη ἐκμετάλλευση τῆς ἀδυναμίας καί τῆς ἀνημποριᾶς, ἐγγράφουν ἱστορία προόδου; Μαρτυροῦν, πώς ἀναβαθμίσαμε τήν ἀνθρωπολογία μας; Πώς τό ἅρμα τοῦ πολιτισμοῦ μας κέρδισε τό μετάλλιο τῆς προόδου; Πώς δικαιοῦται νά καυχηθεῖ γιά τό ἄθλημά του; Δέ διακρίνετε, στό σχῆμα αὐτό, μιά καρκινική ἀνάπτυξη ἐξουθενωτικῶν κυττάρων; Τή διόγκωση τῆς ἀπανθρωπιᾶς; Τήν ἐπέκταση τῆς ἐκμετάλλευσης; Τό ὁριστικό ναυάγιο;
Πλάνο δεύτερο: Δέ θά φορμάρω ἐγώ τήν ὁριστική κρίση. Θά τήν ἀντλήσω ἀπό τίς ἀπανωτές διαπιστώσεις, πού διανέμουν, καθημερινά, τά ἐρευνητικά, ἐπιστημονικά κέντρα καί ὁ παγκόσμια ἁπλωμένος ἐνημερωτικός μηχανισμός. Ὅλοι αὐτοί, τό διακηρύττουν καί τό φωνάζουν: Στίς χῶρες τῆς προχωρημένης εὐμάρειας, πολλαπλασιάζονται, ἀπειλητικά, τά σύνδρομα τοῦ κορεσμοῦ, τῆς ἔλλειψης ὁράματος καί τῆς ἐξουθενωτικῆς ἀνίας. Οἱ χορτασμένοι καί κορεσμένοι πέφτουν στήν ἀδράνεια καί τή βαρειά μελαγχολία. Καί, ἀπογοητευμένοι ἀπό τήν ἀνοημάτιστη περιπλάνησή τους στίς φωτισμένες λεωφόρους τοῦ παρόντος βίου, σπεύδουν νά πηδήσουν στό χάος τοῦ τάφου, μέ τό ἀπονενοημένο ἅλμα τῆς αὐτοκτονίας. Γνωρίζετε, φίλοι μου, ἔχετε ἀκούσει, ἔχετε διαβάσει, ὅτι στίς χῶρες τῆς πολλῆς εὐμάρειας ὑπεραφθονοῦν τά περιστατικά τῆς κατάθλιψης καί ἀνεβαίνει, καθημερινά, ὁ δείκτης τῶν αὐτοκτονιῶν; Στίς φτωχές χῶρες, ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι, μοχθοῦν καί ἱδρώνουν. Ἀλλά δέν αὐτοπαραδίνονται στήν κατάθλιψη καί δέν κόβουν τό νῆμα τῆς ζωῆς τους. Στίς πλούσιες, σ᾿ αὐτές, πού εὐημεροῦν καί -”κατ᾿ ἐπίφαση”- χαίρονται, ἡ κατάθλιψη καταντάει ζοφερό κλίμα ψυχῆς καί ἡ αὐτοκτονία λειτουργεῖ ὡς ρουτίνα.
Μπορεῖτε ἤ δικαιοῦσθε νά ἀποτιμήσετε τά φαινόμενα αὐτά, ὡς προοδευτικούς βηματισμούς καί ὡς νικηφόρα ἀθλήματα στό γήπεδο τῆς σύγχρονης, παγκόσμιας πολιτιστικῆς ἀναμέτρησης; Ἄν σεῖς τολμήσετε μιά τέτοια ἐκτίμηση, ἐγώ δέ θά σᾶς ἀκολουθήσω. Ἀντίθετα, θά κλάψω, γιά τό ὀλίσθημα καί γιά τό κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου, πού ὁ Θεός τόν ἔπλασε νά ἀπολαμβάνει τήν κοινωνία μαζί Του καί νά ἀξιοποιεῖ θετικά καί δοξολογικά τόν πλοῦτο τῆς ὑλικῆς Δημιουργίας Του καί ἐκεῖνος “ἔφαγε καί ἐνεπλήσθη, καί ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος, ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη· καί ἐγκατέλιπεν Θεόν τόν ποιήσαντα αὐτόν καί ἀπέστη ἀπό Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ” (Δευτερον. λβ’ 15).
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων