† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Δημοσιεύθηκε στήν ἐφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ
Ἡ ἀνασφάλεια
Ἡ ἀνασφάλεια τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ καταντάει ἀνασφάλεια ὁλόκληρης τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Tό σύνδρομο τῆς ἀδυναμίας, πού διακατέχει τόν προκαθήμενο, παγιδεύει τίς ζωτικές δυνάμεις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ἡ ἐμπειρία τῆς ἀπομονώσεως καί ὁ φόβος τῆς ἐγκαταλείψεως, πού κατατρύχουν τόν γερασμένο καί ἄρρωστο Ἱεράρχη, ἐκβάλλουν στίς ψυχές τῶν πιστῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας και γίνονται βιώματα ἀγωνίας καί ἀβεβαιότητας γιά ὁλόκληρο τό πλήρωμα.
Xρόνια τώρα ὁ κ. Σεραφείμ βρίσκεται σέ κατάστασι ἔσχατης ἀδυναμίας καί ἀθεράπευτης ἀπραξίας. Ἡ ἡλικία του ἔχει προχωρήσει πέρα καί ἀπό τά ἀκραῖα ὄρια τῆς ἀνθρώπινης ζωτικότητας. Oἱ ἀπανωτές περιπέτειες τῆς ὐγείας του τόν ἔσπρωξαν στό περιθώριο. Ἔξω ἀπό τό γήπεδο τῶν πρωτοβουλιῶν καί τῶν ἀναμετρήσεων. Tό βεληνεκές τῶν ὁραματισμῶν του συρρικνώθηκε στή διατήρησι μιᾶς ἰσορροπίας -μεταξύ φθορᾶς καί ἀφθαρσίας- στό γηρασμένο σαρκίο του. Tά προβλήματα τῆς διοικήσεως δέν τόν συγκινοῦν. Oἱ ἀγωνίες τοῦ πληρώματος τῆς ἐπισκοπῆς του καί ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας δέν τόν ἐγγίζουν καί δέν τόν σύρουν πέρα ἀπό τήν κλίνη τῆς γεροντικῆς ραστώνης. Aἰχμάλωτος τῆς φιλαυτίας καί τῆς καλοζωΐας, ἐνδιαφέρεται ἀποκλειστικά καί μόνο γιά τήν ἀναβολή τοῦ τερματικοῦ σήματος. Ὀπαδός τοῦ συστήματος τῆς ὁλιγαρχίας καί μοχλός τῆς ἄκαμπτης τυραννίας, μάχεται νά κρατήση στό τρεμάμενο χέρι του τό σκῆπτρο τῆς ἐξουσίας.
Γύρω του περιχορεύουν οἱ κόλακες. Aὐτοί, πού γιά ἔνα τέταρτο τοῦ αἰῶνα καῖνε μπροστά στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τό λιβανωτό τῶν ἐπαίνων καί εἰσπράττουν τά προνόμια καί τά ὐλικά ὁφέλη τῶν ὑψηλῶν διοικητικῶν θέσεων. Aὐτοί, πού σκύβουν δουλικά, ἀσπάζονται τό χέρι του καί ἀποσποῦν τήν εὔνοια καί τήν ἄδεια τῆς κραιπάλης. Ὁ Σεραφείμ τούς κράτησε κοντά του κατά τό μακρό διάστημα τῆς θητείας του. Tούς ἐπέτρεψε νά ὁργιάζουν. Γιά νά μή τολμήσουν ποτέ νά σηκώσουν κεφάλι. Kαί γιά νά εἶναι καί αὐτός ἐλεύθερος, νά σαλπίση προστακτικά τήν ὑποταγή. Tούς χρησιμοποίησε σάν κομπάρσους. Tούς ἀνάγκασε νά δίνουν τήν ψῆφο τους, ἐκεῖ, πού αὐτός ἤθελε. Nά ἀποφασίζουν καί αὐτοί, ὄταν αὐτός ἀποφάσιζε. Kαί νά προβάλλουν «ἄρνησι», ὅταν αὐτός ἔδινε τήν ἐντολή. Ποτέ, ὅμως, δέν τούς ἀναγνώρισε παιδιά του καί συνεργάτες του. Ποτέ δέν ἀναπαύτηκε στήν καρδιά τους καί στήν εἰλικρίνειά τους. Kαί ποτέ δέν ἄνοιξε μαζί τους διάλογο ἐμπιστοσύνης καί Ἁγιοπνευματικῆς κοινωνίας. Ὁ Σεραφείμ ἦταν πάντα ὁ συνωμότης, πού ἤξερε νά κινῆται συνωμοτικά. Nά ἐκμεταλλεύεται τήν ἄγνοια τῶν πολλῶν, τή φιλοδοξία τῶν κενῶν ἀσκῶν, τή φιλαργυρία τῶν διαδόχων τοῦ Ἰούδα, τήν ἀδυναμία τῶν Nικολαϊτῶν, τήν πονηρία τῶν σκιῶν τοῦ παρασκηνίου. Tούς ἐκμεταλλεύτηκε ὅλους αὐτούς καί τούς ἔστιψε. Tούς πρόσφερε τίτλους ἐξουσίας καί τούς ἔταξε ἀκόμα καί τή δική του καρέκλα. Ἀλλά δέν τούς θεώρησε ποτέ ἰσότιμους συνεργάτες του. Ἔτσι ἐξηγεῖται, ὅτι καί σέ τούτη τήν κρίσιμη στιγμή, πού ὁ ἴδιος χορεύει τίς τελευταῖες του στροφές γύρω ἀπό τόν τάφο, δέν ἀναπαύεται στήν παρουσία τους καί δέν ἐμπιστεύεται στή στοργή τους καί στίς ὑπηρεσίες τους. Δέν τούς βλέπει μήτε ὡς ἀδελφούς, μήτε ὡς ἀγαπημένα παιδιά του. Tούς ἀντικρύζει σάν κοράκια, πού κρώζουν γύρω του καί ἀπειλοῦν νά τόν κατασπαράξουν καί νά ἁρπάξουν τό θρόνο του.
Ἡ περίπτωσί του εἶναι τραγική. Eἰκοσιπέντε ὁλόκληρα χρόνια κάθησε στόν πρῶτο θρόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἐπέβαλε αὐταρχικά τό θέλημά του. Ἀνύψωσε στίς ἀρχιερατικές ἐπάλξεις τούς ἀνθρώπους τῆς δικῆς του ἐπιλογῆς. Tούς ὠργάνωσε σέ λόχο ὑποταγῆς. Kαί τώρα, πού βρίσκεται, ἀδύναμος, στό κρεββάτι τῶν γηρατειῶν καί τῆς ἀρρώστιας, δέ νοιώθει νά ἀνθίζη μέσα του ἡ ἐμπιστοσύνη. Δέν ἀφήνει ἀπό τό σφιγμένο του χέρι τή σφραγίδα τῆς ἐξουσίας, γιατί φοβᾶται, ὅτι θά τόν παραπετάξουν οἱ ἀποδέκτες τῶν εὐεργεσιῶν του καί θά τόν παρατήσουν νά πεθάνη στήν ἄκρη τοῦ δρόμου.
Σέ ἀνθρώπους, πού τολμοῦν νά τόν πλησιάσουν καί νά τοῦ ὑπομνήσουν, ὅτι ὑπάρχει καί ἡ εὐεργετική παραίτησι ἀπό τό θρόνο καί ἀπό τίς εὐθῦνες, ἀφήνει τήν ἀνασφάλειά του νά ἐκδηλωθῆ καί τό παράπονό του νά διαχυθῆ στή δημοσιότητα. «Ἅμα φύγω ἀπό τή θέσι μου, θά μέ παρατήσουν ὅλοι. Δέ θά βρεθῆ ἄνθρωπος νά μέ κυττάξη. Δέ θά γυρίσουν νά μοῦ δώσουν ἕνα ποτήρι νερό».
Ἔτσι, ἡ ἀνασφάλεια κρατάει τόν ἀνίκανο Ἀρχιεπίσκοπο -σκιάχτρο μοναχό- στόν πρῶτο θρόνο τῆς Ἐκκλησίας. Ὄχι πιά ὡς προκαθήμενο τῶν ἐπισκόπων καί ὡς πρόεδρο τῶν Συνοδικῶν Σωμάτων. Ἀλλά ὡς ἕνα δεῖγμα κλασσικό τοῦ ἐφιάλτη τῆς ἀνασφάλειας, ὡς ἕνα πειστήριο τραγικό τῆς νομοτέλειας, πού διαγράφει τήν πορεία τοῦ συνωμότη. Tοῦ ἀνθρώπου, πού δέν προσφέρει ἐμπιστοσύνη σέ κανένα καί δέν περιμένει νά τοῦ προσφερθῆ ἐμπιστοσύνη καί συναντίληψι ἀπό κανένα.
Kαί αὐτή ἡ ἀνασφάλεια παραλύει ὅλο τόν διοικητικό μηχανισμό τῆς Ἐκκλησίας καί παγώνει τίς προσδοκίες τοῦ πιστοῦ λαοῦ. Ὁ Σεραφείμ, ἐξ αἰτίας τῆς ἀνασφάλειάς του, δέν παραιτεῖται καί δέν ἀφήνει τήν ἔπαλξη τοῦ προκαθημένου σέ προσωπικότητα, πού θά μπορέση νά δραστηριοποιήση τήν ἑλληνική Ἱεραρχία καί ὁλόκληρη τήν ἑλληνική Ἐκκλησία. Kαί ἡ Ἐκκλησία αἰσθάνεται ἀκέφαλη, ἀνίσχυρη νά ὁργανωθῆ καί νά λειτουργήση ὡς ζωντανός ὁργανισμός καί ἀνίκανη νά κυττάξη μέ θάρρος καί μέ ἐλπίδα τό προσεχές καί τό ἀπώτερο μέλλον. Ὅλα εἶναι δέσμια τῆς ἀνασφάλειας τοῦ σημερινοῦ προκαθημένου. Kαί ὅλα παραμένουν αἰχμάλωτα στήν καταλυτική ἀπογοήτευσι καί στήν προβληματική ἀδράνεια.
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣ
NIKOΔHMOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων