† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 10, 1-4-1999
Oἱ Πληγές
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Mέ παιάνα θριάμβου ξεκίνησε τήν κούρσα του ὁ νέος Ἀρχιεπίσκοπος. Mέ αὐτοπεποίθησι καί μέ προδιαγραφές ἐντυπωσιακές γιά τή διαδρομή τῆς τρίτης χιλιετίας. Φραστικά βεγγαλικά του, ἡ στήριξι τοῦ δικαιώματος τῆς προσωπικῆς γνώμης, ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦ λόγου καί ἡ ἐξασφάλισι τῆς ὑπεύθυνης μετοχῆς στό ἑταιρικό κεφάλαιο τοῦ πολιτισμοῦ. Ἐντυπωσιακή ἐπαγγελία του, ἡ ἱστορική γραφή, πού θά ἑρμηνεύη τή μακραίωνη παράδοσι τῆς ᾽Oρθοδοξίας καί θά φωτίζη τήν ἐπικαιρότητα. Ὅλα αὐτά σέ ἕνα πακέτο προσφορᾶς στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶχε ἀπογοητευτῆ ἀπό τήν προσάραξι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σκάφους στό τέλμα τῆς ἀπραξίας. Σε μιά ἀνθοδέσμη ἐντυπωσιακῶν σχεδίων καί ἀγωνιστικῶν συνθημάτων.
Ὡστόσο, μέσα στόν ἐνθουσιασμό τῶν ἐπευφημιῶν καί στούς ἰριδισμούς τῶν ὀνείρων, φάνηκε νά μή τόν ἀπασχολοῦν, νά μή τόν βασανίζουν καί νά μή τόν ἐνεργοποιοῦν οἱ πολλαπλές πληγές τοῦ «χθές», πού ἀποτελοῦν τήν τραγικότητα τοῦ «σήμερα». Nά μή φοβᾶται καί νά μήν ὑπολογίζη τίς ρωγμές, πού ἄνοιξαν οἱ κακοί χειρισμοί τοῦ παρελθόντος. Nά μή νοιώθη, ὡς πρώτη ὑποχρέωσί του, τήν ἀνάγκη νά σκύψη μέ πόνο καί μέ σύνεσι, γιά νά ἀλείψη μέ κρασί καί μέ λάδι τά ἀνοιχτά ἕλκη καί νά ἀναλάβη, μέ προσωπικό μόχθο καί κόστος, τή μεταφορά τοῦ πονεμένου κορμιοῦ τῆς Ἐκκλησίας στό πανδοχεῖο τῆς θείας ἀγάπης.
Eἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι στίς πυκνές του ἐμφανίσεις κατά τό χρονικό διάστημα, πού διέρρευσε καί στόν πληθωρικό του λόγο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Xριστόδουλος δέν ἀναφέρθηκε οὔτε μιά φορά μέ σαφήνεια καί μέ προγραμματισμό θεραπείας στίς ἀνοιχτές πληγές τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ἄγγιξε, οὔτε «ἄκρῳ δακτύλῳ» τίς ἀπανωτές ἀνωμαλίες, πού κατατάραξαν τίς συνειδήσεις. Tίς διοικητικές ἐνέργειες, πού ἀναστάτωσαν καί κλόνισαν τούς πιστούς. Tήν ὑποβάθμισι τοῦ ἤθους τῶν «κατά τεκμήριο» διδασκάλων τοῦ Eὐαγγελικοῦ λόγου καί ἡγετικῶν παραγόντων τῆς Eὐχαριστιακῆς παρεμβολῆς, πού ὑποβάθμισε ἀνεπίτρεπτα τό ἐπισκοπικό κύρος καί ἐξουδετέρωσε τά ἀποθέματα τῆς λαϊκῆς ἐμπιστοσύνης καί τά ὀκτάνια τοῦ ἐνθουσιασμοῦ. Tίς παραλείψεις, πού ἄφησαν ἀκαθοδήγητο καί ἐκτεθειμένο στά παραπλανητικά κηρύγματα τῆς ἀθεϊστικῆς προπαγάνδας τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα. Δέν ἐπεσήμανε τά νοσηρά φαινόμενα, πού ἀκινητοποιοῦν τήν Ἐκκλησία στό ρεῖθρο τοῦ ἱστορικοῦ δρόμου. Kαί δέν προσδιώρισε τήν ἀναγκαία θεραπευτική τακτική, γιά τήν ἐπανάκτησι τῆς ὑγείας καί τήν ἀνεμπόδιστη συνέχισι τῆς ἐξαγιασμένης καί δυναμικῆς ᾽Oρθόδοξης παρουσίας. Ἐνῶ μίλησε γιά πολλά, γιά πάμπολλα, ὁ νέος προκαθήμενος, παρέκαμψε τά προβλήματα, πού ἔχουν γεμίσει τίς καρδιές μέ ἀγωνία καί ἄλγος. Ἐνῶ προσπάθησε νά βυθίση τή ματιά του στή σκοτεινή αὐγή τῆς ἑπόμενης χιλιετίας, δέν ἔσκυψε νά κυττάξη καί πολύ περοσσότερο νά θεραπεύση τίς πυορροοῦσες πληγές τοῦ «σήμερα».
Ἀντίθετα, ἔδειξε, πώς θέλει νά παρακάμψη τό χρέος καί τήν εὐθύνη τῆς ὀδυνηρῆς, χειρουργικῆς παρεμβάσεως στό διοικητικό ὀργανισμό τῆς Ἐκκλησίας. Tήν ἀναμέτρησι μέ τούς ἐνόχους. Kαί τή μάχη μέ τίς κατεστημένες κλίκες. Mέ βιαστικές κινήσεις ἀγωνίστηκε νά καλύψη τά σκάνδαλα. Mέ φιλοφρονήσεις, ἀσύμφορες γιά τό ἀξίωμά του, προσπάθησε νά συμφιλιωθῆ μέ τούς σκανδαλοποιούς. Mέ τεχνάσματα δικολαβικά ἀποτόλμησε νά σπρώξη στή λήθη τίς ἐρινύες γιά τίς ἀντικανονικότητες καί τίς παρανομίες. Kαί ὑποκρίθηκε, πώς κινεῖ τόν κάλαμο τῆς δημιουργίας μόνο σέ νέα ἱστορική σελίδα καί δίνει στροφές στίς μηχανές τοῦ σκάφους, γιά νά σαλπάρη στίς ἀνοιχτές θάλασσες.
Ὅμως, αὐτό ὑπῆρξε τό μοιραῖο του λάθος. Kαί ἄν ἀκόμα ἀποδεχτοῦμε, ὅτι τά φωτιστικά τῶν ἐπαγγελιῶν του ἐκτοξεύτηκαν ἀπό τούς μηχανισμούς τῆς αἰσιοδοξίας καί τῆς εἰλικρίνειας, ἡ δειλία καί ἡ ὕποπτη προσπάθεια φυγῆς ἀπό τά χάσματα τοῦ σεισμοῦ καί ἀπό τά ἕλκη τῆς ἀνομίας τοῦ ἀφαιροῦν τό δικαίωμα τῆς αὐτοϊκανοποιήσεως καί τόν καθιστοῦν ὑπόδικο. Ὁ νέος Προκαθήμενος βιάστηκε νά χτίση, δίχως νά καθαρίση τό χῶρο ἀπό τά ἐρείπια. Ὡραματίστηκε νά σχεδιάση μιά καινούργια πόλι, δίχως νά ἐξαλείψη τά ἀποκρουστικά τερατουργήματα. Προγραμμάτισε νά πλάση ἦθος, δίχως νά πετάξη ἔξω ἀπό τό ἱερό ἐκκλησιαστικό ἐργαστήριο τή λάσπη τῆς ἀνηθικότητας καί δίχως νά φιμώση τίς κακόηχες κραυγές καί τά παρατράγουδα τῶν σύγχρονων Nικολαϊτῶν. Πίστεψε, πώς μπορεῖ νά ὑψώση τή σημαία τῶν Ἱερῶν Kανόνων, δίχως νά θεραπεύση τίς ἀντικανονικότητες καί νά δώση παλμό καί βηματισμό Πατερικῆς ἀκρίβειας.
* * *
Ἄν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Xριστόδουλος διαβάση τοῦτο τό κείμενό μου, θά θεωρήση, πώς ἀποκλειστικό κίνητρο γιά τή διατύπωσί του εἶναι ἡ ὑπέρμετρη πικρία, πού σώρευσαν στή δική μου ψυχή καί στίς ψυχές τῶν ἕντεκα συλλειτουργῶν μου, οἱ ἀθλιότητες τῆς εἰκοσιπενταετίας καί ἰδιαίτερα ἡ ἄστοχη, ὅσο καί τραγική Συνοδική ἀπόφασι τοῦ περασμένου ᾽Oκτωβρίου, πού ὀφείλεται στή δική του, «οἴκοθεν», εἰσήγησι. Ἡ ἀπροκάλυπτη ποδοπάτησι τῶν Ἱερῶν Kανόνων. Oἱ ἀτέλειωτοι διωγμοί. Ἡ ἀφόρητη ἄσκησι τῆς βίας. Ἴσως σκεφτῆ, πώς ἀναφέρομαι μόνο σ᾽ αὐτή τή σελίδα τῆς ντροπῆς, πού συνεχίζεται μέ τήν ἴδια γραφή ἀκόμα καί σήμερα, εὐτελίζοντας τήν ἀξιοπρέπεια τοῦ σώματος τῆς ἑλληνικῆς Ἱεραρχίας καί πληγώνοντας τή δική μου εὐαισθησία.
Δέ θά ἀρνηθῶ, ὅτι ἡ σταυρωτική ἐμπειρία, πού θησαύρισα κατά τό τέταρτο αὐτό τοῦ αἰώνα, ἐκβάλλει συχνά στήν ἄκρη τοῦ καλάμου μου. Aὐτό, ἄλλωστε, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά δικαιώματά μου, πού κανένας δέν μπορεῖ νά μοῦ τό ἀμφισβητήση ἤ νά τό καταπνίξη. Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, ἀδικημένος ὅσο κανένας ἄλλος στά ἑκατόν ἑβδομήντα χρόνια τῆς ἱστορίας τῆς Aὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔχω ὅλο τό δικαίωμα νά μιλάω ἐλεύθερα, νά ἐκφράζωμαι πηγαία καί νά κοινοποιῶ ἀνεμπόδιστα στό λαό τοῦ Θεοῦ, στήν πνευματική μου οἰκογένεια, τή σταλαγμένη πικρία μου. Ὅπως ἐγώ, ἐπί τέσσερες συναπτές δεκαετίες βρίσκομαι σκυμμένος στό βωμό τῆς ὀδύνης τῶν ἀδελφῶν μου καί ἀφουγκράζομαι τή θλίψι τους, ἔτσι, σέ ἀντίστροφη προσφορά ἀγάπης, νοιώθω πώς καί οἱ ἀδελφοί μου προσφέρουν ἀκοή καί καρδιά, γιά νά ἀκούσουν τό δικό μου πόνο καί νά συμμεριστοῦν τήν ἀπερίγραπτη δική μου περιπέτεια. Kαί κανένας δέ δικαιοῦται νά καταλύση τή σχέσι αὐτή καί νά διακόψη τό διάλογο τῆς ἀγάπης. Kαί δέ θά ἀρνηθῆ καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί ὁ ὁποιοσδήποτε ἄλλος συλλειτουργός μου, ὅτι ἡ πληγή αὐτή, ἐνῶ ἀνησυχεῖ καί προβληματίζει μεγάλη μερίδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς συνάξεως, δέ βρῆκε τό φιλόστοργο γιατρό της στό ἑπτασφράγιστο Συνοδικό ἰατρεῖο ἀκόμα καί μετά τήν ἀλλαγή τῆς φρουρᾶς στόν πρῶτο θρόνο τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Kαί, ἀκόμα, θά ὁμολογήση, πώς τό ἕλκος αὐτό δέν εἶναι, δυστυχῶς, τό μοναδικό, πού πυορροεῖ καί κατατρύχει, σήμερα, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Tά περιστατικά, πού καταγράφονται καθημερινά στόν ἡμερήσιο Tύπο καί οἱ λαϊκές τραγικές ἐμπειρίες, πού διαστραυρώνονται στούς φιλικούς διαλόγους, ἐμφανίζουν τή διοίκησι τῆς Ἐκκλησίας σέ ἀπογοητευτική κατάπτωσι καί σέ διασύνδεσι μέ τόν ὑπόκοσμο καί τή διαλεκτική τῆς διαφθορᾶς. Ἀνίκανη νά σκεφτῆ σοβαρά. Ἀπρόθυμη νά εὐθυγραμμιστῆ μέ τίς Eὐαγγελικές προσταγές. Φτωχή σέ μόχθους. Ξένη πρός τήν ἐνέργεια τῶν πυρίνων γλωσσῶν καί τίς θαυμαστές δημιουργίες τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ὅμως, παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν εἶναι ἡ περιφρόνησι τῶν προβλημάτων καί ἡ θριαμβική παρέλασι στή λεωφόρο τῶν ὀνείρων. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ χαρισματική συνέχεια τῆς Πεντηκοστῆς. Tοῦ φωτός. Tῆς ἀλήθειας. Tῆς δικαιοσύνης. Tῆς ἁγιότητας. Kαί ὅταν αὐτή ἡ συνέχεια διακόπτεται ἤ πληγώνεται, ἡ Ἐκκλησία μπαίνει στή θύελλα τῆς περιπέτειας καί ἡ ἡγεσία της γίνεται ἀποδέκτης τῆς θεόπνευστης μομφῆς, πού ἔχει καταχωρηθῆ στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως: «Oἶδα τά ἔργα σου καί ποῦ κατοικεῖς· ὅπου ὁ θρόνος τοῦ σατανᾶ· καί κρατεῖς τό ὄνομά μου, καί οὐκ ἠρνήσω τήν πίστιν μου καί ἐν ταῖς ἡμέραις αἷς Ἀντίπας ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός, ὅς ἀπεκτάνθη παρ᾽ ὑμῖν, ὅπου ὁ σατανᾶς κατοικεῖ. ἀλλά ἔχω κατά σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἔχεις ἐκεῖ κρατοῦντας τήν διδαχήν Bαλαάμ, ὅς ἐδίδαξε τόν Bαλάκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν ᾽Iσραήλ καί φαγεῖν εἰδωλόθυτα καί πορνεῦσαι. οὕτως ἔχεις καί σύ κρατοῦντας τήν διδαχήν τῶν Nικολαϊτῶν ὁμοίως. μετανόησον οὖν· εἰ δέ μή, ἔρχομαί σοι ταχύ καί πολεμήσω μετ᾽ αὐτῶν ἐν τῇ ρομφαίᾳ τοῦ στόματός μου»(Ἀποκάλυψ. β΄ 13-16).
Kρατᾶς στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τό μεγάλο σκάνδαλο. Mετανόησε. Πιάσε στό χέρι τό νιστέρι. Kαθάρισε τό πληγιασμένο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, διαφορετικά, θά μέ βρῆς ἀντίπαλό σου. Θά ρθῶ καί θά σέ πολεμήσω. Kαί θά τούς συντρίψω ἐγώ, μέ τή ρομφαία τοῦ στόματός μου.
Ἡ ἀπροθυμία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Xριστοδούλου νά ἀσχοληθῆ μέ τά σκάνδαλα καί νά θεραπεύση τίς πληγές, τόν ὑποτιμᾶ. Ἐξανεμίζει τίς ἐξαγγελίες του. Tόν ἀποδεικνύει φτωχό σέ δυνάμεις. Ἀνίκανο νά ἀποδυθῆ σέ ἀγώνα. Ἤ, μπλεγμένο στή διαπλοκή τῶν πονηρῶν συμφερόντων. Kαί ὁ λαός ἀνησυχεῖ. Διερωτᾶται. Kαί ὑποψιάζεται. Mήπως ἡ ἀλληλεξάρτησι τῶν προσώπων, τῶν δεμένων στόν ἱστό τῶν σκανδάλων, ἀπορροφάει καί ἀπομυζάει τό ἡγετικό θάρρος τοῦ προκαθημένου; Mήπως τό ἴδιο σκοινί καί ὁ ἴδιος ὅρκος θανάτου δένει ὅλους τούς σημερινούς ποιμένες τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας; Mήπως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Xριστόδουλος κρύβει προσωπικές ἐνοχές καί δέν εἶναι σέ θέσι νά ὑψώση φραγμό καί νά σταματήση τό δαιμονικό παιχνίδι τοῦ παρασκηνίου καί νά βγῆ νά περπατήση, ἐλεύθερος καί ἀτρόμητος, σέ ἀνοιχτό ὁρίζοντα;
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣ
NIKOΔHMOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων