† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 243, 16-12-2008
Κριτική-αὐτοκριτική
Τρία πορτρέτα
2) Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σεραφείμ
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Τό δεύτερο ἀρχιεπισκοπικό πορτρέτο τῆς τελευταίας πεντηκονταετίας, πού θά μείνει ἀνεξίτηλο, ὄχι γιά τό μῆκος τῆς θητείας του στήν ἐπίζηλη ἔπαλξη τοῦ προκαθημένου, ἀλλά γιά τή στρέβλωση τοῦ ἡγετικοῦ του ρόλου, εἶναι τοῦ Σεραφείμ. Κάθησε στό θρόνο τῶν ᾿Αθηνῶν εἰκοσιτέσσερα ὁλόκληρα χρόνια. ῞Οσα δέν ἀπόλαυσε κανένας προκάτοχός του ᾿Αρχιεπίσκοπος, ἀπό τή θέσπιση τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἴσαμε σήμερα. Καί ἔγραψε σελίδες ἀρνητικές στόν ἱστορικό κώδικα, ὅσες δέν ἔγραψαν ὅλοι μαζί οἱ προκαθήμενοι τῆς μακρότατης αὐτῆς περιόδου.
᾿Από τή στιγμή, πού πιάνει κανείς στό χέρι τήν πένα, μέ τήν πρόθεση νά σκιαγραφήσει τό βίο καί τήν πολιτεία τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, τό δίλημμα φρενάρει τή σκέψη καί ἡ εὐαισθησία τοῦ χρέους ἀκριβοδίκαιης ἱστόρησης ἀκινητοποιεῖ τά δάχτυλα. Ποιές μπορεῖ νά εἶναι οἱ σωστές πινελιές, πού θά πλάσουν μέ πιστότητα τήν ἀληθινή εἰκόνα; Ποιές σημάνσεις καί σκιάσεις, θά ἐκφράσουν τόν πλοῦτο ἤ τά ἐλλείμματα τοῦ ἀνώτατου αὐτοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λειτουργοῦ; ῎Η ποιές γραμμές θά ἰχνογραφήσουν, μέσα στό ζοφερό πλαίσιο τῆς πολυτάραχης ἐκείνης ἐποχῆς, τόν τύπο τοῦ ἀντάρτη καί τοῦ συνωμότη;
Παρακαλῶ τούς ἀναγνῶστες μου, νά μή καταλογίζουν σέ μένα τή χρήση τῶν δυό ἐπιθέτων “ἀντάρτης” καί “συνωμότης”. Δέν ἀποτελοῦν ἐφεύρεση ψόγου. Συνθέτουν ἀναπαραγωγή καί ἀναμετάδοση τῶν στοιχείων ταυτότητας, πού ὁ ἴδιος ὁ Σεραφείμ κατέθετε, ὅταν οἱ ποικίλοι κριτές τῶν ἐπιλογῶν του καί ἐπεξεργαστές τῶν συμπεριφορῶν του ἀποτολμοῦσαν νά ὑποβαθμίσουν τήν εὐφυΐα του καί τήν ἀγωνιστικότητά του. ῞Οταν οἱ εἰδήμονες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου και οἱ “θύραθεν” σχολιαστές τῶν ἀδόκιμων τολμημάτων του μείωναν μέ τά δημοσιεύματά τους ἤ μέ τίς ὁμαδικές ἐξεγέρσεις τους τή λάμψη τοῦ εἰδώλου του, χρησιμοποιοῦσε τά δυό αὐτά προσωπεῖα, γιά νά τονώσει τό κύρος του καί νά αὐτοπροβληθεῖ ὡς ἄφοβος ἥρωας. Πότε στίλβωνε τό προφίλ του μέ τή διακήρυξη, πώς ὑπῆρξε ὁ ἀτρόμητος ἀντάρτης, πού πολέμησε καί μαρτύρησε γιά τή σωτηρία τῆς πατρίδας καί πότε ἐκστόμιζε τή σκοτεινή ἀπειλή, ὅτι εἶναι συνωμότης καί διαθέτει τήν ἱκανότητα νά ἀνατρέψει κάθε ἐπιβουλή, πού σχεδιάζεται ἐναντίον του.
Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὅλοι οἱ βιογράφοι του, οἱ ἀμερόληπτοι ἱστοριογράφοι τῆς ἐκκλησιαστικῆς διαδρομῆς του καί οἱ ἀηδέστατοι κόλακες, πού σοφίστηκαν νά ἐξαγοράσουν ἀξιώματα μέ τόν ὀβολό τῆς ἀφόρητης πλασματικῆς ἐξύμνησης τοῦ προσώπου του, ἄρχιζαν καί τερμάτιζαν τό προφορικό ἤ τό γραπτό τους ἐγκώμιο, μέ τήν ἀναφορά στά χρόνια τοῦ “ἀντάρτικου” καί στή συμβολή τοῦ Σεραφείμ στούς ἀγῶνες γιά τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδας.
Μέ ζωηρές καί ἀνεξίτηλες τίς βιογραφικές αὐτές πινελιές στό πορτρέτο τοῦ Σεραφείμ καί μέ “δεδομένη” τήν ἐπικύρωσή τους ἀπό τόν ἴδιο τόν ὑποτιθέμενο ἥρωα, θά προχωρήσω στή συμπλήρωση τοῦ πίνακα μέ τήν εἰσφορά κάποιων ἄλλων στοιχείων, πού θεωρῶ ὅτι φωτίζουν, μέ ἀκρίβεια, τό ἐκκλησιαστικό του προφίλ καί τυπώνουν τή σφραγίδα τῆς ἰδιαιτερότητας, πού κυριάρχησε κατά τή μακρά περίοδο τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς ἡγεμονίας του.
***
῾Ο ᾿Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ ἦταν ἄνθρωπος εὐφυής, εὔστροφος, ἐπιτήδειος στίς δολοπλοκίες, ἀλλά παντελῶς στερημένος Θεολογικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς παιδείας.
Διακινήθηκε μέσα στό ῾Ιερό Θυσιαστήριο, ἀπό τή χειροτονία του σέ διάκονο ἴσαμε τό τέλος τοῦ βίου του, ἐπί μιά ὁλόκληρη ἑξηκονταετία. Μισό, περίπου, αἰώνα βρισκόταν θρονιασμένος στίς ἡγετικές ἐπάλξεις τοῦ Μητροπολίτη καί τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν καί πάσης ῾Ελλάδος. Μέ τήν ὑποχρέωση καί τήν εὐθύνη νά ὑποτάσσεται στίς, γενικά ἀποδεκτές, διατάξεις τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων καί νά ποιμαίνει τό λαό τοῦ Θεοῦ “μή ἀναγκαστῶς, ἀλλ᾿ ἑκουσίως, μηδέ αἰσχροκερδῶς, ἀλλά προθύμως, μηδ᾿ ὡς κατακυριεύων τῶν κλήρων, ἀλλά τύπος γινόμενος τοῦ ποιμνίου” (Α΄ Πέτρ. ε΄ 2-3).
Θά παραξενευτεῖ ὁ ἀναγνώστης μου, ὅταν πληροφορηθεῖ, ὅτι κατά τή μακρότατη αὐτή θητεία του στό ἀξίωμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λειτουργοῦ καί εἰδικά στά ἀνώτατα ἡγετικά κλιμάκια, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ δέν πρόσφερε στούς Συνοδικούς συνεπισκόπους του καί στό ἀνήσυχο πλήρωμα οὔτε μιά ἀράδα Θεολογικοῦ στοχασμοῦ ἤ ἐκκλησιολογικῆς καθοδήγησης. ῞Οσο καί ἄν ἐξερευνήσει κανείς τή συγγραφική παραγωγή τοῦ δεύτερου μισοῦ τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ὅσο καί ἄν φυλλομετρήσει τά θεολογικά καί τά ἐκκλησιαστικά περιοδικά τῆς ἐπίμαχης περιόδου, δέ θά ἀνακαλύψει τό παραμικρό κείμενο, πού νά χαράχτηκε ἀπό τή γραφίδα τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ καί νά ἀνταποκρίθηκε στίς ποιμαντικές ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν.
Τήν ἀπαιδευσία του αὐτή δέν τήν ἔκρυβε. Εἶχε τό θάρρος νά τήν ὁμολογεῖ. Καί, κάποτε, νά τή δικαιολογεῖ καί νά τήν καταξιώνει μέ τήν ὑπόμνηση τοῦ μόχθου καί τῶν περιπετειῶν, πού πέρασε στά χρόνια τοῦ ἀντάρτικου. “῞Οταν ἡ πατρίδα σου σκλαβώνεται καί ἐξουθενώνεται, ποῦ νά βρεῖς καιρό γιά διαβάσματα καί γιά σπουδάγματα”.
Κάποια χρονιά, στή γιορτή τοῦ Μεγάλου Φωτίου, κατά μήνα Φεβρουάριο καί κατά τήν καθιερωμένη Σύναξη τῶν καθηγητῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τῶν ἄλλων παραγόντων τῆς θεολογικῆς ἔρευνας καί τῶν θεολογικῶν διαλόγων, ὁ Σεραφείμ καθόταν, συνοφρυωμένος, στήν προεδρική καρέκλα καί παρακολουθοῦσε, ἄλλοτε “ἐν ἐλαφρᾷ ὑπνώσει” καί ἄλλοτε “ἐν στοχαστικῇ ἀφυπνώσει” τίς ἀνακοινώσεις καί τίς παρατηρήσεις, πού ἔκαναν οἱ εἰδήμονες ὁμιλητές. Καί σέ κάποια στιγμή, “εἰς ἑαυτόν ἐλθών”, κούνησε τό κεφάλι καί εἶπε· “Αὐτά, πού λέτε, κάποτε καί ἐμεῖς τά ἀκούγαμε στό Πανεπιστήμιο”. Καί σταμάτησε. Δέ βρῆκε τό κουράγιο νά καταθέσει στόν “ἐν ἐξελίξει” διάλογο τά παλιά του ἀκούσματα ἤ τά τυχόν νεότερα συμπληρώματα.
Φυσικό ἀκόλουθο αὐτῆς τῆς μορφωτικῆς του πενίας ἦταν ἡ ἀδυναμία του καί ἡ, κατά προέκταση, ἀπροθυμία του νά ἐπιμορφώσει τούς κληρικούς τῆς δικαιοδοσίας του καί νά διδάξει τό λαό.
Κατά τήν πρώτη καί μοναδική, σύναξη τῶν ἱερέων τῆς ᾿Αρχιεπισκοπῆς, μετά τήν ἀνάρρησή του στό θρόνο τῶν ᾿Αθηνῶν, ἀπασχόλησε τό ἀκροατήριό του μόνο γιά ὀκτώ λεπτά. Αὐτοσυστήθηκε, τούς εὐλόγησε καί, τελικά, τούς εἶπε· “᾿Εγώ δέ θά σᾶς στριμώξω, ὅπως γινόταν ἴσαμε τώρα. Σεῖς ξέρετε ποιό εἶναι τό καθῆκον σας. Συνεχίστε τό ἔργο σας”. Μέ αὐτή τήν προτροπή ἄνοιξε τίς πύλες τοῦ αὐτοπροσδιορισμοῦ καί τῆς “κατά τό δοκοῦν” ἐλευθερίας. Κατά κυριολεξία, πρόσφερε ἀνοιχτόκαρδα τό δικαίωμα τῆς ἀσυδοσίας.
Τό κήρυγμα στό λαό, κατά τήν ὥρα τῆς προσφορᾶς τῆς Εὐχαριστίας, τό θεωροῦσε ἐντελῶς περιττό. Εὕρημα καί τέχνασμα τῶν Θρησκευτικῶν ᾿Οργανώσεων, πού τίς ἀντιμετώπιζε, σά νά ἦταν τά καρκινώματα τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος. ῾Ο ἴδιος δέ μιλοῦσε ποτέ. ῾Η σταθερή, διδακτική παράδοση τῆς ᾿Ορθόδοξης ᾿Εκκλησίας μας καί τά φωτεινά παραδείγματα τῶν μεγάλων Πατερικῶν ἀναστημάτων, πού μᾶς κληροδότησαν τόν πλούσιο, θεοφώτιστο ἑρμηνευτικό λόγο τους, δέν τόν συγκινοῦσε καί δέν τόν ἐνεργοποιοῦσε σέ μόχθο λιπαρῆς μελέτης καί σέ πράξη διδαχῆς. ῞Ολα τά ἄλλα ἦταν γι᾿ αὐτόν ἔργα καί τό κήρυγμα πάρεργο.
῎Ετσι πέρασε τά ἑξήντα χρόνια τῆς ἐκκλησιαστικῆς του δραστηριότητας, δοσμένος στά πανηγύρια καί στά τεχνάσματα τῆς διαπλοκῆς καί μέ γυρισμένη τήν πλάτη στόν ῎Αμβωνα τῆς διδαχῆς.
***
῾Ο χῶρος, στόν ὁποῖο κινήθηκε μέ περισσή ἄνεση καί μέ ἀπαράμιλλη δεξιότητα, ἦταν τά ἐπικοινωνιακά στέκια τοῦ παλιοῦ τύπου. Τῆς ἐποχῆς τῆς κοινῆς ἀπόλαυσης τοῦ ἐκλεκτοῦ μεζέ, τοῦ τσουγκρίσματος τοῦ ποτηριοῦ, τῆς μπέσας, καί τῆς ἐγκάρδιας χειραψίας, πού δήλωνε στέρια φιλία, ἐμπιστοσύνη καί ἀλληλοεξυπηρέτηση.
῾Ο Σεραφείμ εἶχε τήν ἱκανότητα νά πιάνει φίλους ὅλους τούς παράγοντες τῆς ἱεραρχημένης ἐξουσίας. Τά πολιτικά πρόσωπα. Τούς ὑψηλόβαθμους στρατιωτικούς. Τούς ἀστυνομικούς διευθυντές καί τούς ὑφισταμένους τους, ἴσαμε τόν τροχονόμο καί τό χωροφύλακα τῆς γειτονιᾶς. ῎Ανοιγε παρτίδες ἐπικοινωνίας μέ τούς δικαστικούς, πού βρίσκονταν ἀκροβολισμένοι σέ θέσεις κλειδιά. Μέ τό εὐρύ κύκλωμα τῶν δημοσιογράφων, πού διαμορφώνει τήν κοινή γνώμη καί προκαλεῖ ρεύματα εὐνοϊκά ἤ ἀνασχετικά, ἱκανά νά ἀνατρέψουν ἀκόμα καί τά λαμπρότερα εἴδωλα τῆς ἐξουσίας. Καί μέ ὅλους ἐκείνους, πού, κατά καιρούς, εἶχαν τήν ἰσχύ ἤ καί μόνη τή δεξιότητα νά παρεμβαίνουν καί νά ἐπηρεάζουν τά κέντρα λήψης ἀποφάσεων.
Κατά τήν περίοδο τῆς δικτατορίας ἔνοιωθε εὐτυχής καί προνομιοῦχος. ῎Εμπαινε στά γραφεῖα καί στά στέκια τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας, σά νά ἔμπαινε στό σπίτι του. Καί, σέ ἀνταπόδοση, τούς φιλοξενοῦσε στό δικό του κατάλυμα. ῎Ετρωγαν, ἔπιναν, χαριεντίζονταν καί στό τέλος ὁλοκλήρωναν τούς σχεδιασμούς τους γιά συντονισμό τῶν δραστηριοτήτων τους καί γιά προώθηση τῶν ὁραμάτων τους.
Οἱ παράγοντες τῶν ᾿Ιωαννίνων γνώριζαν, ὅτι ὁ σκληρός πυρήνας τῆς ΕΣΑ καί πρόξενος τοῦ δεύτερου δικτατορικοῦ ἁλυσοδέματος, ὁ ᾿Ιωαννίδης, ὅταν ἔφτανε στήν ᾿Ηπειρωτική πρωτεύουσα, πήγαινε κατ᾿ εὐθείαν στό Μητροπολιτικό Μέγαρο καί γινόταν ἀποδέκτης τῆς φιλίας καί τῆς φιλοξενίας τοῦ Μητροπολίτη Σεραφείμ. Καί εἶναι πανελλήνια διακηρυγμένο καί γνωστό, ὅτι ὁ τύραννος ᾿Ιωαννίδης, μόλις κατάφερε νά ἁρπάξει τό σκῆπτρο τῆς δικτατορικῆς ἐξουσίας ἀπό τούς -ἴσαμε κείνη τή στιγμή- συντρόφους του, ἔφερε τά πάνω κάτω, ποδοπάτησε ῾Ιερούς Κανόνες καί στοιχειώδη ἐκκλησιαστική καί πολιτική νομιμότητα, μέ μόνο στόχο, τήν ἀνύψωση τοῦ Σεραφείμ στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο.
Συντακτικές Πράξεις, πού σφαγίαζαν Μητροπολίτες καί κολόβωναν, ἐκβιαστικά, τήν ῾Ιεραρχία τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος συναρμολογήθηκαν στά κοινά κρησφύγετα τῶν καταλυτῶν τῆς Δημοκρατίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ῾Ιεροκανονικῆς εὐπρέπειας. Μπόνους δεσποτικῆς ἀναβάθμισης προσφέρθηκαν ἀφειδῶς, στούς ᾿Επισκόπους ἐκείνους, πού καταδέχτηκαν νά διαπραγματευτοῦν τήν ψῆφο τους καί τήν ἀξιοπρέπειά τους στή ρουλέτα τῆς ἀναρρίχησης τοῦ Σεραφείμ στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῶν ᾿Αθηνῶν. Φαῦλοι κληρικοί, πού εἶχαν καταδικαστεῖ καί ἀποκοπεῖ ἀπό τή σεπτή ὁμήγυρη τῶν λειτουργῶν τοῦ Θυσιαστηρίου, ξεπλύθηκαν μέ συνοπτικές διαδικασίες καί ξαναγύρισαν στά ἱερά διακονήματα, γιά νά συνεχίσουν τό ἔργο τῆς πρόκλησης καί τοῦ σκανδαλισμοῦ τοῦ λαοῦ.
᾿Αποφεύγοντας τή λεπτομερή ἱστόρηση τῶν ἐκτροπῶν τῆς περιόδου ἐκείνης, περιορίζομαι στή μεταφορά ἑνός μικροῦ ἀποσπάσματος ἀπό τήν ἐκτενή ἀλλά καί πύρινη ἐπικριτική ἀγόρευση τοῦ τότε Μητροπολίτη ᾿Ελευθερουπόλεως ᾿Αμβροσίου, στή συνεδρίαση τῆς φτιαχτῆς, ἀριστίνδην -ἀλλά ὄχι καί ἀξιοκρατικῆς- Συνόδου τῆς ῾Ιεραρχίας. ῾Η διαμαρτυρία ἐκφωνήθηκε καί κατατέθηκε στά πρακτικά τέσσερες μόλις μῆνες μετά τό ἐκκλησιαστικό πραξικόπημα τοῦ ᾿Ιανουαρίου τοῦ 1974, στίς 10 Μαΐου 1974.
“...῾Η Σύνοδος δι᾿ ὧν κατά τό διαρρεῦσαν τετράμηνον ἀπεφάσισεν, ἐξωμοιώθη πρός τά ὑφιστάμενα ἐν τῇ χώρᾳ ἡμῶν Συνδικάτα, τά μέλη τῶν ὁποίων παντοιοτρόπως ἀγωνίζονται διά τήν κατοχύρωσιν τῶν πάσης φύσεως συμφερόντων των.
Τοῦτο ἀκριβῶς συνέβη καί μέ ἡμᾶς. ᾿Επωφεληθέντες τῆς ἐν τῇ χώρᾳ ἡμῶν ἰδιοτύπου πολιτικῆς καταστάσεως, τῆς δεσμεύσεως τῆς ἐλευθερίας τῆς σκέψεως καί τοῦ λόγου καί ὀχυρωθέντες ὄπισθεν τῶν 1) Στρατιωτικοῦ καί 2) περί Τύπου αὐστηροτάτων νόμων, ἐμνήσθημεν ἡμερῶν ἀρχαίων καί διά νά δικαιώσωμεν τούς ἐχθρούς τῆς ᾿Εκκλησίας, τούς πιστεύοντας καί ὁμολογοῦντας, ὅτι οἱ ῞Ελληνες ᾿Επίσκοποι εἶναι ἰδιοτελεῖς, ρέπουν πρός τό χρῆμα καί ἀντί νά εἶναι Χριστολάτραι κατέστησαν χρυσολάτραι, ἐπανήλθομεν δριμύτεροι καί ἀπαιτητικώτεροι ἐπί τοῦ μεταθετοῦ, οὐδέν διδαχθέντες ἀπό τά πρό δεκαετίας συνταρακτικά γεγονότα, τά ὁποῖα προεκάλεσαν σεισμόν μέ καταστρεπτικάς συνεπείας διά τό κῦρος καί τήν τιμήν τοῦ ᾿Επισκοπικοῦ ἀξιώματος.
᾿Αλλ᾿ ὅταν ὁ κληρικός οἰστρηλατηθῇ ὑπό τοῦ συμφέροντος, χάνει τό αἴσθημα τῆς ἐντροπῆς. Καί ὅταν παύσῃ ἐντρεπόμενος, αὐτομάτως καταφρονεῖ καί τῶν ῾Ι. Κανόνων καί παντός ἑτέρου θείου καί ἀνθρωπίνου νόμου.
᾿Ερωτῶ ἀξίζει, ἀδελφοί, διά πέντε ἤ ἕξ δεσποτάδες διακαῶς ἐπιποθοῦντας καί ἀγωνιωδῶς ἐπιδιώκοντας τήν μετάθεσίν των, νά ἐκτίθεται ἡ ᾿Εκκλησία μας ἀπέναντι τοῦ λαοῦ καί κυρίως διά τῆς ἀθετήσεως τῶν ᾿Επισκοπικῶν μας ὅρκων νά ἐπισύρωμεν καθ᾿ ἡμῶν τήν ὀργήν τοῦ Θεοῦ; ᾿Ακούονται μερικά ὀνόματα ᾿Επισκόπων κοπτομένων ὑπέρ τῆς μεταθέσεώς των.
Τίς ἐξ ἡμῶν πιστεύει, ὅτι οἱ περί ὧν ὁ λόγος εἶναι τόσον ἀξιόλογοι, οἱ δέ εἰς ἅς ἐπιδιώκουν νά μετατεθοῦν, ᾿Επισκοπαί χειμάζονται πράγματι ὑπό τόσων δεινῶν, ὥστε ν᾿ ἀπαιτῆται ἡ εἰς τάς Μητροπόλεις αὐτάς μετάθεσις ῾Ιεραρχῶν, τῆς ἀξίας, τῶν ὧν τά ὀνόματα, ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν, ἀκούονται;...”.
῾Ο ὄγκος τῶν ἐπικριτικῶν ἀναφορῶν καί τῶν -ἀπό συνειδήσεις καταπληγωμένες- διαμαρτυριῶν, πού σωρεύτηκαν κατά τήν περίοδο ἐκείνη, εἶναι τόσο μεγάλος καί τόσο βαρύς, πού θά προβληματίσει σοβαρά καί θά ἁπλώσει σκοτεινό πέπλο ἀπογοήτευσης στίς γενιές, πού θά μᾶς διαδεχτοῦν.
***
Δρασκελίζοντας τό φράγμα τῆς δικτατορικῆς καταπίεσης, βρίσκουμε μπροστά μας τό νέο κλίμα καί τίς νέες διαπλοκές στίς σχέσεις ᾿Εκκλησίας καί Πολιτείας. ᾿Από τό ἕνα μέρος ἡ ἐκλεγμένη κρατική ἐξουσία, πού πάσχιζε ἤ, τοὐλάχιστον, διακήρυττε δημοσιογραφικά, πώς ἀγωνιζόταν νά πραγματοποιήσει τήν ἀποχουντοποίηση. Καί ἀπό τό ἄλλο μέρος, ἡ καταπληγωμένη ἑλληνική ᾿Εκκλησία καί ὁ βαμμένος χουντικός ᾿Αρχιεπίσκοπος, πού, λαχανιασμένος, προσπαθοῦσε νά μεταλλάξει τά πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης του καί νά πείσει, πώς εἶναι πιστός θεράποντας τῆς δημοκρατίας.
῾Ο Σεραφείμ, ἔμπειρος στίς αἰφνίδιες μεταμφιέσεις καί μεταλλάξεις, ἄλλαξε, ἀμέσως, πολιτικό “look” καί ἡγετικό θυρεό. ᾿Εκμεταλλεύτηκε τήν παλιά του φιλία μέ τόν Εὐάγγελο ᾿Αβέρωφ. Καί μέ τή βοήθεια τοῦ ᾿Αβέρωφ ἄνοιξε διαδρόμους ἐπικοινωνίας μέ τόν Πρωθυπουργό Καραμανλή καί μέ τούς παλιούς, δυναμικούς συμβούλους του.
Τή νέα αὐτή ἱστορική φάση, γιά νά τή διαγνώσουμε σωστά καί νά τήν ἀξιολογήσουμε, πρέπει νά ἀνοίξουμε δυό στῆλες δεδομένων. Στήν πρώτη νά ἐντάξουμε τίς ἐπικοινωνιακές δεξιότητες τοῦ Σεραφείμ. Καί, στή δεύτερη, τίς ἐκτιμήσεις καί τίς εἰσηγήσεις τῶν παραγόντων τοῦ καινούργιου καθεστῶτος στόν πρωθυπουργό Καραμανλή, πού δέν ἀπεῖχαν ἀπό τήν πραγματικότητα. Αὐτές ἔλεγαν καί προσυπέγραφαν, ὅτι ὁ Σεραφείμ δέν ἦταν ὁ ἄνθρωπος τῶν συγκροτημένων καί ἠλεγμένων δομῶν, τῆς πυγμῆς καί τῆς ἄκαμπτης μαχητικότητας, πού θά μποροῦσε νά ἀντιδράσει καί νά πολεμήσει ἐνάντια σέ κείνους, πού θά σκέφτονταν ἤ καί θά ἐπιχειροῦσαν τήν περιθωριοποίηση τῆς ᾿Εκκλησίας. Εὐέλικτος, πάντοτε καί ἕτοιμος νά παραδώσει ἤ καί νά προδώσει τά πάντα, κατά τήν προσπάθειά του νά σταθεῖ ἀκλόνητος στό θρόνο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας, θά ἔλεγε τό “ναί” στήν ὁποιαδήποτε πρωτοβουλία τῆς κοσμικῆς νεωτερικότητας.
Σύμφωνα μέ τίς δημοσιογραφικές πληροφορίες, πού διέρρευσαν τότε, οἱ ἐκτιμήσεις αὐτές θεωρήθηκαν ἱκανοποιητικές. ῾Η εὔστροφη μεταπήδηση τοῦ Σεραφείμ ἀπό τίς πεποιθήσεις, τούς καταχθόνιους σχεδιασμούς καί τήν πρακτική τῆς δικτατορίας, στή δουλική ἐξυπηρέτηση τῶν ἀπαιτήσεων τῆς νέας, δημοκρατικῆς ἡγεσίας, ἦταν ἐγγύηση, γιά τήν ἀπονεύρωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δυναμικοῦ. ῎Ετσι, ἀποφασίστηκε νά μή μετακινηθεῖ ἀπό τόν ἀρχιεπισκοπικό του θρόνο.
Κατά τήν περίοδο πρωθυπουργίας Καραμανλή, συναντᾶμε καί πάλι μπροστά μας τόν ᾿Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, νά μιλάει ἄνετα, φιλικά, ἰσότιμα καί προοδευτικά(!!!), μέ ὅλους τούς ἐκπρόσωπους τῆς νέας κατάστασης. Δίχως κανένας ἀπ΄ αὐτούς νά τόν ψέγει ἤ νά τόν ἐγκαλεῖ γιά τή μακρόχρονη διασύνδεσή του καί τή στενή συνεργασία του μέ τούς συντελεστές τῆς κατάλυσης τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν, πού βρίσκονταν, πιά, ἔγκλειστοι στίς φυλακές τοῦ Κορυδαλλοῦ. Σά νά μήν ὑπῆρξαν ὕποπτοι ἐναγκαλισμοί τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ μέ τούς δικτάτορες. Σά νά μή γράφτηκαν σελίδες σκοτεινῆς διαπλοκῆς.
***
Μέ τήν ἀλλαγή τοῦ πολιτικοῦ σχηματισμοῦ, μέ τήν ἀποχώρηση τῆς Καραμανλικῆς ὁμάδας ἀπό τά κυβερνητικά ἕδρανα καί τήν ἄνοδο στήν ἐξουσία τῆς ὁμάδας ᾿Ανδρέα Παπανδρέου, ἄλλαξε, γιά δεύτερη φορά καί ἡ στάση τοῦ Σεραφείμ. ᾿Από τή μιά μέρα στήν ἄλλη ἡ εὔνοια καί ἡ ἀδελφική φιλία καί τά γεύματα καί τά τσουγκρίσματα καί τά ἀνέκδοτα ἀποσύρθηκαν ἀπό τούς ἡττημένους καί προσφέρθηκαν στούς νέους κράχτες τῆς “εὐνομίας” καί τῆς “εὐμάρειας”.
Τό καινούργιο χαρτί, πού ἐμφάνισε ὁ Σεραφείμ στό τραπέζι τῶν διαβουλεύσεων, ἦταν ἡ προθυμία του νά διαπραγματευτεῖ τήν κρατικοποίηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας.
Εἶναι ἀναγκαῖο νά σημειωθεῖ, πώς ἡ κρατική περιουσία, ἀστική καί προπάντων ἀγροτική, πού μένει ἀναξιοποίηση καί συνεχῶς καταπατεῖται, εἶναι παλλαπλάσια τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Καί πρέπει νά ὑπογραμμιστεῖ, πώς τό μεγαλύτερο μέρος αὐτῆς τῆς ἀνεκμετάλλευτης περιουσίας ἀνῆκε κάποτε στήν ᾿Εκκλησία καί προσφέρθηκε γιά τήν ἀποκατάσταση ῾Ελλήνων ἀκτημόνων ἤ ἀπαλλοτριώθηκε γιά τήν ἀνοικοδόμηση καί λειτουργία μονάδων κοινῆς ὠφέλειας.
Τό ἀδηφάγο κράτος καί πίσω ἀπό αὐτό τό δαιμόνιο τοῦ ἀνύστακτου κεφαλαίου, πού εἶχε στηλώσει τό πεισματικό ὅραμα καί τό βλέμμα στά φιλέτα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, βρῆκαν τήν εὐκαιρία νά δημοσιοποιήσουν καί νά προπαγανδίσουν τήν ἀπόφασή τους νά περάσουν τά ἀγροτικά καί τά δασικά ἀκίνητα τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος στήν κατοχή καί στή διαχείριση τοῦ κράτους. Καί ἄρχισαν νά κινοῦνται δραστήρια πρός τήν κατεύθυνση αὐτή.
῾Ο Σεραφείμ, μέ μαεστρία ἔπαιξε τό παιχνίδι του. ῞Απλωσε χέρι φιλίας στόν ᾿Αντρέα. Καί ὑποσχέθηκε, πώς θά μεταβιβάσει τήν ἐκκλησιαστική περιουσία στό κράτος, μέ τή μόνη προϋπόθεση, ὅτι καί τό κράτος δέ θά σταθεῖ ποτέ ἀντίθετο στίς ὁποιεσδήποτε ἐσωτερικές ἐκκλησιαστικές ρυθμίσεις, πού θά ἀποφάσιζε ὁ Σεραφείμ καί ἡ καμαρίλα του. ῎Ετσι στήθηκε ἡ γέφυρα φιλίας, τακτικῆς ἐπικοινωνίας καί σκοτεινῆς συνεργασίας.
᾿Αργότερα, ὅταν οἱ περιστάσεις ἔφεραν μπροστά στό Σεραφείμ, ἀπειλητικές τίς ἀντιστάσεις τῆς ἑλληνικῆς Δικαιοσύνης, ὁ συνωμότης ᾿Αρχιεπίσκοπος δέ δίστασε νά ἐπεκτείνει τίς διαπλοκές του καί νά ἁπλώσει χέρι φιλίας καί πρός τήν -καινούργια τότε- πρωθυπουργική σύζυγο.
Γιά νά μή μακρύνω τίς ἀναφορές μου, θά ὑπενθυμίσω δυό μόνο περιστατικά.
Τό πρῶτο: ῾Ομάδα ῾Ελλήνων πολιτῶν ἐπισκέφτηκε κάποτε τό μακαρίτη Μένιο Κουτσόγεωργα -ὑπουργό, τότε, Προεδρίας- καί τοῦ ζήτησε νά ἀρθεῖ, ἐπί τέλους, τό “ἀπαράδεκτο” προσφυγῆς στό Συμβούλιο τῆς ᾿Επικρατείας, πού εἶχε ἐπιβάλει ἡ δικτατορία τοῦ ᾿Ιωαννίδη στούς Μητροπολίτες, ὅπως ἀκριβῶς εἶχε γίνει καί μέ κάθε ἄλλο ἀπαράδεκτο, πού οἱ προηγούμενες, δημοκρατικές Κυβερνήσεις τό εἶχαν ἐξαφανίσει. Ξέρετε τί ἀπάντησε ὁ Κουτσόγεωργας; “Δέν μποροῦμε νά τό κάνουμε αὐτό, γιατί ὁ Σεραφείμ μᾶς ἀπειλεῖ, ὅτι, στήν περίπτωση, πού θά ἄρουμε τά ἀπαράδεκτα καί θά δώσουμε στούς μητροπολίτες τήν ἐλευθερία νά προσφύγουν στό ᾿Ανώτατο διοικητικό Δικαστήριο, δέ θά μᾶς δώσει τήν ἐκκλησιαστική περιουσία”.
Αὐτή ἡ ὑπουργική ἀπάντηση μιλάει ἀπό μόνη της καί δέ χρειάζεται σχολιασμό.
Τό δεύτερο περιστατικό: Πυκνές, κατά τήν περίοδο Σεραφείμ, οἱ παρεμβάσεις στό Συμβούλιο τῆς ᾿Επικρατείας, μέ στόχο τήν ἀπόρριψη ὅλων τῶν προσφυγῶν, πού ἀφοροῦσαν ἀσυδοσίες τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης. Σέ κάποια φάση, οἱ δικαστές, παρά τήν ἀφόρητη πίεση, πού ἀσκήθηκε στή συνείδησή τους, δέν ἔσκυψαν τό κεφάλι στήν ὑποδούλωση. Θεώρησαν ἐπιταγή τῆ συνείδησής τους καί δεσμευτικό τους χρέος, νά προχωρήσουν στήν ἀκύρωση τῶν Συνοδικῶν πράξεων, πού, μεταξύ ἄλλων, προήγαγαν τό γνωστό καί μή ἐξαιρετέο Μητροπολίτη Παντελεήμονα Μπεζενίτη. ῾Ο Σεραφείμ καί ἡ ὁμάδα του, μόλις πληροφορήθηκαν τό σκεπτικό τῆς σχετικῆς εἰσήγησης καί τό ρεῦμα, πού διέτρεχε στήν αἴθουσα τῶν δικαστικῶν διασκέψεων, κινήθηκαν βιαστικά καί μεθοδικά πρός τἀ ἀνώτατα κυβερνητικά κλιμάκια. ᾿Επιδίωξαν τό ἀνήκουστο καί ἀπαράδεκτο. ῾Η πίεση στόν πρόεδρο καί στά μέλη τοῦ Δικαστηρίου καί ἡ ὑπαγόρευση τῆς ἀπόφασης νά γίνει ἀπό τόν ἴδιο τόν Πρωθυπουργό. Καί τό πέτυχαν. Σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες, πού ἔχει καταθέσει μέ συνέντευξή της ἡ “κυρία τῆς ῾Εκάλης”, τό ζήτημα λύθηκε -δηλαδή ἡ ἀπόφαση τοῦ Δικαστηρίου διαμορφώθηκε καί ἐπιβλήθηκε- σέ τριμελή σύσκεψη, στήν ὁποία μετεῖχαν, ὁ Πρωθυπουργός Παπανδρέου, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ καί ὁ πρόεδρος τοῦ Συμβουλίου τῆς ᾿Επικρατείας Μποτόπουλος. ῾Η σύσκεψη ἔγινε στήν πρωθυπουργική κατοικία, παρούσης καί τῆς κυρίας, πού ἀσκοῦσε καθήκοντα γραμματέως.
Μπορεῖτε νά συλλάβετε τήν ἀπαξία τῆς ὑπόγειας αὐτῆς διαπλοκῆς; ᾿Απόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς ᾿Επικρατείας διαμορφώθηκε, πρίν ἀπό τή διάσκεψη τοῦ Δικαστηρίου καί ἐπιβλήθηκε στούς δικαστές. Παραβιάστηκαν ὅρκοι. ᾿Αθετήθηκε ἡ δημοκρατική δεοντολογία. Καταλύθηκε ἡ ἀνεξαρτησία τῆς Δικαιοσύνης. Τό πραξικόπημα μιλάει καί κραυγάζει μόνο του καί δέ χρειάζεται νά ἐπιστρατευτοῦν εἰδικές ἀναλύσεις, γιά νά τό ἀποδείξουν.
῎Ετσι κινήθηκε καί ἔτσι ἐξασφάλισε τήν ἀσυλία ὁ Σεραφείμ κατά τίς τρεῖς φάσεις τῶν κυβερνητικῶν ἀλλαγῶν, πού σημάδεψαν τή μακροχρόνια θητεία του στό θρόνο τῆς ᾿Αρχιεπισκοπῆς.
***
῾Οπωσδήποτε θά σᾶς συνέχει τό ἐνδιαφέρον νά ἐνημερωθεῖτε γιά τό θεολογικό πλαίσιο τῶν ἀρχιεπισκοπικῶν σχεδιασμῶν του καί γιά τό εὖρος καί τήν ποιότητα τῆς ἀξιοπρέπειας, πού μαρκάριζε τίς δραστηριότητές του.
“Πετῶντι καλάμῳ” χαράσσω τά ἀνοίγματα καί τούς προσανατολισμούς τῶν μεγάλων, ὁλότελα ἰδιότυπων καί ἄσχετων μέ τήν ἐκκλησιαστική δεοντολογία βημάτων του.
1. Καθιέρωσε τό σύστημα τοῦ “ἑνός ἀνδρός ἀρχή”. Δηλαδή ἀντέγραψε καί ἐπέβαλε τό σύστημα τοῦ δικτατορικοῦ καθεστῶτος καί, κατ᾿ ἀπόλυτη προτίμηση καί ἐπιλογή, τήν τακτική τῆς βάρβαρης καταπάτησης κάθε νομιμότητας καί τῆς δυναστικῆς ἀπανθρωπιᾶς, τήν ἐφαρμοσμένη ἀπό τό δικτάτορα ᾿Ιωαννίδη, τό δάσκαλό του καί χειραγωγό του στήν ἀρχιεπισκοπική ἀξία.
᾿Ογδόντα οἱ Μητροπολίτες, πού σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων, εἶχαν τήν ὑποχρέωση νά συμμετέχουν, ἰσότιμα, στή διοίκηση τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος, νά ἐκφράζουν ἐλεύθερα καί ἀβίαστα τήν ἄποψή τους καί τήν κριτική τους καί νά ψηφίζουν, δίχως νά κρατάει καί νά κατευθύνει τό χέρι τους κάποιος τυραννικός μοχλός. Κανένας, ὅμως, ἀπό αὐτούς δέν τόλμησε, στό διάστημα τῶν διόμισυ περίπου δεκαετιῶν, νά λειτουργήσει μέ πιστότητα στούς ὅρκους του καί μέ ὑποταγή στή συνείδησή του. ῾Η ἐντολή ἐρχόταν, πάντοτε, ἄνωθεν. Καί ἡ παρέκκλιση ἀποτελοῦσε πράξη ἔσχατης προδοσίας.
Θά μείνει ἐνδεικτική καί μνημειώδης στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ἡ περιπέτεια τοῦ θαρραλέου Μητροπολίτη Στεφάνου ᾿Αφεντουλίδη. ῾Ο Σεραφείμ τοῦ πρόσφερε μιά ἀπό τίς μητροπολιτικές ἕδρες, πού τήν παρουσίασε ὡς κενή, ἀπομακρύνοντας, μέ τίς Συντακτικές Πράξεις τοῦ ᾿Ιωαννίδη, τόν κανονικό της Μητροπολίτη. ῾Ο Στέφανος ἀναγκάστηκε νά δεχτεῖ τήν ἔκνομη, ταχυδακτυλουργική τοποθέτηση. ῾Η συνείδησή του, ὅμως, δέν τόν ἀνάπαυσε. Καί, πρίν συμπληρωθεῖ ἑξάμηνο ἀπό τήν εἰκονική προαγωγή του, ἔστειλε ἐκτενέστατο ὑπόμνημα στήν ῾Ιερά Σύνοδο, ἱστορώντας καί κακίζοντας τήν ὅλη ἐκτροπή, καταλογίζοντας εὐθῦνες στούς πρωταγωνιστές τῆς ἀνωμαλίας, ἐκφράζοντας τήν προσωπική του μετάνοια καί θλίψη, ἱκετεύοντας, μέ σοβαρότητα καί διαλεκτική ὑψηλοῦ ἤθους, νά γίνει κάθε προσπάθεια γιά τή θεραπεία τῆς βαθειᾶς πληγῆς καί δηλώνοντας, ὅτι εἶναι πρόθυμος καί ἕτοιμος, στήν περίπτωση πού ἀποφασιστεῖ ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀδικημένου, κανονικοῦ Μητροπολίτη, νά ἀποσυρθεῖ ἀπό τό θρόνο, ἀφήνοντας ἐλεύθερο τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς του.
Ποιά ἦταν ἡ ἀντίδραση τοῦ Σεραφείμ; Κάλεσε τή Σύνοδο καί, δίχως ἄλλη διαδικασία, κήρυξε, αὐταρχικά, ἔκπτωτο τόν Μητροπολίτη Στέφανο καί ἔσπρωξε ἄλλον στήν ἐπίζηλη θέση. Καί οἱ Συνοδικοί δέν τόλμησαν νά ἀντιδράσουν καί νά στηρίξουν τό κύρος τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων.
2. Δεύτερη -καί αὐτή δικτατορική καί ἐκβιαστική- πρωτοβουλία τοῦ Σεραφείμ, ἦταν ἡ ὁριστική φίμωση τῆς Συνόδου τῆς ῾Ιεραρχίας. Γιά νά μήν ἀκούγονται φωνές ἤ καί μόνο ψίθυροι διαμαρτυρίας καί γιά νά μή συμβεῖ ποτέ τό ἀπευκτέο ἐνδεχόμενο νά συνασπιστοῦν Συνοδικοί Μητροπολίτες καί νά ὀργανώσουν ἀντιπολιτευτικό κίνημα, κατάργησε τή Συνέλευση καί τίς διαβουλεύσεις τοῦ ᾿Ανώτατου διοικητικοῦ Σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Από κεῖ καί πέρα, ἡ ῾Ιεραρχία συνεδρίαζε, μόνο, ὅταν προέκυπτε ἀνάγκη ἐκλογῆς Μητροπολιτῶν. Μόνο γιά μιά μέρα καί μόνο μέ ἕνα θέμα. ᾿Από κεῖ καί πέρα οἱ πόρτες ἔμεναν ἀμπαρωμένες καί τά Συνοδικά ἕδρανα ἀδρανῆ.
Μέ τέτοια ἀδράνεια, πῶς νά μελετηθοῦν τά ἐκκλησιαστικά προβλήματα, πῶς νά ἀντιμετωπιστοῦν τά κραυγαλέα σκάνδαλα καί πῶς νά ὁριοθετηθοῦν νέοι ὁρίζοντες στήν ποιμαντική δράση τῆς ἑλληνικῆς ᾿Εκκλησίας; ῞Ολα αὐτά τά προβλήματα περνοῦσαν στό φάκελο τῶν “πρός ἐνέργειαν” ἤ, ἀκριβέστερα, θάβονταν στό μαυσωλεῖο τῆς λήθης καί ἔπαυαν νά ἐνοχλοῦν τόν προκαθήμενο καί τή συνοδεία του καί νά σείουν τίς καρέκλες τῆς ἀνέφελης ἐξουσίας.
3. ᾿Επακόλουθο σύμπτωμα ἦταν, ὅτι στήν ὅλη λειτουργία τοῦ διοικητικοῦ ἐκκλησιστικοῦ μηχανισμοῦ δέν ὑπῆρχε κριτική ἐπεξεργασία, καταλογισμός εὐθυνῶν καί εἰσηγήσεις γιά βελτίωση τῆς ποιμαντικῆς προσφορᾶς ἤ γιά ἀντιστροφή τῆς ἀντιεκκλησιαστικῆς φρενίτιδας. ῞Ολα ἦταν ἀφημένα στήν ἔμπνευση καί στήν παρόρμηση τοῦ “συνωμότη” Σεραφείμ καί ὅλα κυλοῦσαν κουρδισμένα ἀπό τή μονόχνωτη, ἐγωκεντρική κατανόηση τοῦ ἀρχιερατικοῦ διακονήματος.
Σύμφωνα μέ τόν Καταστατικό Χάρτη τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος, ἡ Διαρκής ῾Ιερά Σύνοδος, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος, πρόεδρος καί τά μέλη της, καθώς καί ὅλοι οἱ Μητροπολίτες τῆς ἑλλαδικῆς ᾿Εκκλησίας λογοδοτοῦν ἐνώπιον τῆς ῾Ιεραρχίας, πού συνέρχεται, μιά φορά τό χρόνο, σέ τακτική Συνέλευση καί σέ ἔκτακτες Συνελεύσεις, ὁσάκις παραστεῖ ἀνάγκη.
᾿Από τή στιγμή, ὅμως, πού ὁ Σεραφείμ ἔκλεισε καί φίμωσε τή Σύνοδο τῆς ῾Ιεραρχίας, ἀφαιρέθηκε ἀπό τά μέλη της τό δικαίωμα καί ἡ ἁρμοδιότητα νά ἐκθέσουν τήν κριτική τους ἄποψη καί νά ζητήσουν ἐπαναπροσαρμογή τῶν στόχων ἤ κολασμό τῶν ἐνόχων. Σύννεφο πυκνό σιωπῆς κάλυψε τό συνοδικό χῶρο καί φίμωτρο σφράγισε ἐκβιαστικά τό θεόσδοτο χάρισμα τῆς ἐλευθερίας τοῦ λόγου.
῎Αν κάποιος Μητροπολίτης ἀντλοῦσε, ἀπό τά βάθη τῆς ἀρχιερατικῆς του συνείδησης, τό θάρρος νά μιλήσει καί νά στιγματίσει νοοτροπίες καί συμπεριφορές τοῦ δικτάτορα Σεραφείμ, θά εἰσέπραττε τήν ἀπειλή τῆς βίαιης ἀπομάκρυνσης ἀπό τό θρόνο του ἤ τόν ἐναλλακτικό ἐκφοβισμό, ὅτι ὁ βαρύς φάκελος τῶν ἀνομημάτων του θά ἀνασυρόταν ἀπό τό ράφι τοῦ σκοτεινοῦ ἀρχείου καί θά διαβιβαζόταν πρός διερεύνηση καί πρός ἐκδίκαση.
Γεγονός, πού δέν πρέπει νά διαφύγει ἀπό τήν προσοχή μας, εἶναι, ὅτι ἡ Σεραφειμική “συνωμοτική” πολυπραγμωσύνη κατάφερε νά αἰχμαλωτίσει καί νά φιμώσει ἀκόμα καί τήν ἀδέσμευτη καί πολύπειρη καί φιλοκατήγορη δημοσιογραφία. Σά νά εἶχε πέσει σύνθημα ἤ ἐντολή ἤ ἄλλος, πολυδύναμος, ἀνασχετικός μοχλός πάνω στή δημοσιογραφική πένα, τά λάθη καί οἱ ραδιουργίες καί οἱ κατάφωρες παραβιάσεις τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν Νόμων δέ σχολιάζονταν καί δέν ἐπικρίνονταν ἀπό τή δημοσιογραφική ἤ τήν ἠλεκτρονική ἐνημέρωση.
Τό “γιατί” περνοῦσε ἡ δημοσιογραφία “αἰδημόνως” σιωπηλή μπροστά ἀπό τά φορτία τῶν ἀνομημάτων τοῦ δικτάτορα τῆς ᾿Εκκλησίας Σεραφείμ, ἀποτελεῖ πρόβλημα καί ἐρωτηματικό καί γιά τό Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας καί γιά τή δημοσιογραφική οἰκογένεια. ᾿Ακριτομύθιες, ὅμως, δημοσιογράφων καί ἔλλειψη ἐχεμύθειας τῶν διαχειριστῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραφειοκρατίας καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ταμείων διέσπείραν στούς πέντε ἀνέμους πολύ ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες γιά τή λειτουργία τοῦ φαινομένου αὐτοῦ.
Δέ θά ἀνασκαλέψω τούς ψιθύρους καί τίς ἀνοιχτές, θαρραλέες ἀποκαλύψεις τῶν “κρυφῇ γινομένων” (᾿Εφεσ. ε΄ 12), ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, γιατί δέν εἶναι αὐτή ἡ προβληματική, πού μέ παρακινεῖ στή χάραξη αὐτῶν τῶν γραμμῶν. Πρόθεσή μου εἶναι ἡ σκιαγραφία τοῦ πορτρέτου τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡγέτη, πού θεώρησε ἐπιτρεπτό νά φιμώσει κάθε φωνή διαμαρτυρίας καί νά βηματίσει στούς ἱερούς χώρους τῆς ᾿Εκκλησίας ὡς ἀπόλυτος καί ἀνέλεγκτος μονάρχης.
᾿Εκείνους, πού δέν μπόρεσε νά καθυποτάξει καί νά φιμώσει, ἦταν οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας μέ τό ἀδάμαστο θάρρος καί -θά τό σημειώσω μέ ἔμφαση- μέ τήν ἡρωϊκή προοπτική νά μήν ὑποκύψουν στά δυναστικά πλέγματα καί στή βία, ἀλλά νά ἀγωνιστοῦν γιά τήν κάθαρση τοῦ ἱεραρχικοῦ Σώματος καί γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς Κανονικότητας καί τῆς Νομιμότητας στά κέντρα τῶν προγραμματισμῶν καί τῶν διοικητικῶν ἀποφάσων. Αὐτοί -καί δέν ἦταν λίγοι- ἔμειναν ἀδούλωτοι. Μέ τό βλέμμα καθηλωμένο στόν Σταυρωμένο ἀρχηγό τῆς ᾿Εκκλησίας καί μέ τήν ἀκοή γεμάτη ἀπό τήν προσταγή: “Προσέχετε ἀπό τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρός ὑμᾶς ἐν ἐνδύματι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες” (Ματθ. ζ΄ 15).
Οἱ ἀντιδράσεις τοῦ μεγάλου αὐτοῦ πλήθους ἐνοχλοῦσαν ἀφόρητα τόν ᾿Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. ᾿Αλλά δέν εἶχε τή δύναμη καί τόν τρόπο νά τίς ἀνακόψει. ῏Ηταν ἕνα τσουνάμι λαϊκῆς ἀγανάκτησης καί πόνου καί ὁμόφωνης διαμαρτυρίας, πού ἔπεφτε, μέ ἀδιάκοπους κυματισμούς, πάνω στό Συνοδικό Κέντρο τῆς ᾿Εκκλησίας καί κατέλυε τήν ἀρχιεπισκοπική ἀλαζονία.
Διαπιστώνοντας ὁ Σεραφείμ, ὄτι δέν μπορεῖ νά δαμάσει καί νά πνίξει τή λαϊκή ἐξέγερση, ἐπινόησε ἄλλο τρόπο ἀντίδρασης. ᾿Αδέξιας καί ἀναποτελεσματικῆς. ᾿Αλλά, γιά τή δική του ἔντρομη συνείδηση, ὑπεροχικῆς. Καμώθηκε πώς δέν τόν πειράζει καί δέν τόν ἐπηρεάζει ἡ ὁποιαδήποτε κριτική καί δέν τόν κάμπτουν οἱ φωνές καί οἱ διαμαρτυρίες τοῦ ἐξεγερμένου ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. ῞Ολοι αὐτοί, πού φώναζαν καί ζητοῦσαν κάθαρση, Νομιμότητα καί Κανονικότητα, συναποτελοῦσαν τό “χύδην ὄχλο”. Αὐτός ἦταν ὁ ἡγέτης. Καί θά ἐξακολουθοῦσε νά παραμένει ὁ ἡγέτης, μέ τήν τραχύτητα τοῦ ἀντάρτη καί μέ τήν ἐπωνυμία τοῦ ποιμένα.
Κάποιες φορές, φτάνοντας στό Μέγαρο τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου, ἔβλεπε γύρω τοιχοκολλημένες ἀφίσες ἤ συνθήματα γραμμένα στούς τοίχους. ῎Αφωνες αὐτές οἱ γραφές, σήκωναν ἐκκωφαντική διαμαρτυρία, ἐνάντια στή μετασκευή τοῦ Οἴκου τοῦ Θεοῦ σέ οἶκο σκανδάλων. Οἱ ἄνθρωποι τῆς δουλικῆς ὑποταγῆς ἔσπευδαν νά κατεβάσουν τίς ἀφίσες καί νά ἐπικαλύψουν τά γραπτά συνθήματα. Κείνη τή στιγμή, ὁ ἀντάρτης τῶν βουνῶν καί συνωμότης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ περιβόλου, μέ ὕφος ἄφοβου ἐξουσιαστή, φώναζε· “᾿Αφήστε τα ρέ, μήν τά ξηλώνετε. ᾿Αφήστε τα, νά τά διαβάσει ὁ κόσμος. ῾Ο Σεραφείμ δέ φοβᾶται κανέναν. ῞Ο,τι καί νά κάνουν, δέ θά πετύχουν νά μέ κατεβάσουν ἀπό τό θρόνο”. Καί, μ᾿ αὐτό τόν κομπασμό, περνοῦσε τήν πόρτα τοῦ Συνοδικοῦ μεγάρου. Νικητής καί θριαμβευτής. Μέ στραμμένη τήν πλάτη στήν ἀγωνία καί στό θρῆνο τοῦ λαοῦ. Καί μέ ἀνοιχτή τήν ἀγκάλη στούς χειροκροτητές τῆς εὐκαιριακῆς καί συμφεροντολογικῆς συμπαράστασης.
***
῎Ετσι αὐτοπροσδιορίστηκε ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος τῆς ᾿Ιωαννίδειας δικτατορίας καί τῆς ὁμώνυμης νοοτροπίας Σεραφείμ. ῎Ετσι ἔσυρε τή γραφίδα, γιά νά χαράξει τό ζωηρό περίγραμμα τοῦ πορτρέτου του καί τίς συμπληρωματικές φωτοσκιάσεις. ῎Ετσι συμπλήρωσε τή βίβλο τῶν ὁραμάτων του καί τῶν δραστηριοτήτων του, γιά νά τήν παραδώσει, πρός κρίση καί ἀποτίμηση, στίς διάδοχες γενιές καί γιά νά τήν ἐντάξει στόν κώδικα τῆς πανορθόδοξης ἱστορίας.
῾Ο καθένας ἀπό μᾶς ἔχει τήν εὐχέρεια καί τό χρέος, νά τή φυλλομετρήσει καί νά τή ζυγίσει.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων