† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
| ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ!
Κυκλοφόρησε τό νέο βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Εἰρηναίου Μπουσδέκη, ἡγουμένου τῆς Ἱ. Μονῆς Νέου Στουδίου:
"ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος"
Ὁ ἐπίσκοπος, Ὁ θεολόγος καί ὁ ἀγωνιστής γιά τήν κανονική τάξη στήν Ἐκκλησία Μιά ἱστορική καί νομοκανονική μελέτη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Προβλήματος (1974-2013), πού ἀναδεικνύει τή μαρτυρική μορφή τοῦ Ἐπισκόπου Νικοδήμου.
|
![]() |
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 149, σελ. 3-6, 16-1-2005
Ἡ διαβάθμιση τῶν προτεραιοτήτων στήν Ἐκκλησία (β)-1
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Τό διοικητικό μας σύστημα
Ἡ ὑπέρβαση τῆς ἐπιλεκτικῆς ἀνάγνωσης τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας φέρνει, ὡς δεύτερη προτεραιότητα, τό χρέος ἐπανελέγχου τοῦ διοικητικοῦ μας συστήματος. Τήν ὑποχρέωση καί τήν εὐθύνη νά ξεχωρίσουμε τά παρείσακτα στοιχεῖα, γιά νά μείνει καθαρή καί ἀνόθευτη ἡ Ἀποστολική καί Πατερική μας παράδοση.
α) Ἄν ρωτήσετε κάποιον ἀπό μᾶς, πού διακονοῦμε, ὡς ἀχθοφόροι, στή μεταφορά τῆς πνευματικῆς, τῆς λειτουργικῆς καί τῆς ποιμαντικῆς παράδοσης, θά σπεύσουμε νά σᾶς ἀπαντήσουμε (μέ κάποια χαλάρωση τῆς συνειδησιακῆς μας πληρότητας), πώς τό Συνοδικό μας σύστημα στοιχεῖ στό πνεῦμα καί στίς προδιαγραφές τῆς Ἀποστολικῆς Παράδοσης. Πώς εἶναι αὐτούσιο καί ἀπαραχάρακτο, ὅπως τό θεμελίωσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί ὅπως τό ἀνέπτυξαν καί τό κατακύρωσαν, μέ τούς ῾Ιερούς Κανόνες, οἱ κορυφαῖοι, σέ γνώση καί ἁγιότητα, Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
Ὡστόσο, ἡ ἔντιμη καί προσεκτική μελέτη τῆς ἱστορίας, τῆς παλιᾶς καί τῆς σύγχρονης, μᾶς δίνει ἄλλο φάσμα.
Ὑπάρχει ἕνα γεγονός, πού ἐπηρέασε βαθειά τή Συνοδική συνείδηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν λειτουργῶν καί ἄνοιξε παρακάμψεις καί παραπλανητικές διεξόδους στήν ἄσκηση τῆς ὑπευθυνότητάς τους. Πρόκειται γιά τήν μετα-Κωνσταντίνεια προσέγγιση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας στήν κοσμική ἐξουσία καί τήν καταλυτική εἰσροή τοῦ ὑπεροχικοῦ, ἐξουσιαστικοῦ φρονήματος στόν ἱερότατο χῶρο τῶν Συνοδικῶν διασκέψεων.
Δέν ἔχουμε τό δικαίωμα νά καλύπτουμε μέ τόν ἀραχνώδη μανδύα τῆς σιωπῆς τή σοβαρότατη αὐτή ἐκτροπή.
Ἀπό τή στιγμή, πού σταμάτησε ὁ διωγμός, καί τό παλάτι ἄνοιξε τίς πύλες του, γιά νά ὑποδεχτεῖ τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας, σοβαρός τριγμός σημειώθηκε στά θεμέλια τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος. Ἄνδρες, μέ ὑποβαθμισμένο ἦθος, γοητεύτηκαν ἀπό τή λάμψη τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, ἐκμεταλλεύτηκαν τίς γνωριμίες τους καί εἰσπήδησαν ἐκεῖ, πού δέ χωροῦν τά κοσμικά συμφέροντα καί οἱ ἴντριγκες. Στόν ἱερό χῶρο, στόν ὁποῖο εἶναι στημένος ὁ σταυρός καί δεσπόζει, μέ ἀκραία ἀπολυτότητα, τό χρέος τῆς ὁλοκληρωτικῆς θυσίας. Ἔγιναν Ἐπίσκοποι. Προβλήθηκαν μέ τό ἔνδυμα καί μέ τήν ἰδιότητα τοῦ ποιμένα τῶν λογικῶν προβάτων. Πῆραν μέρος σέ Συνόδους. Καί, μέ τήν ἰδιοτέλειά τους ἤ μέ τήν ἀμάθειά τους, κοσμικοποίησαν τό θεσμό καί τόν ἀνάδειξαν πιστό ἀντίγραφο τῆς κρατικῆς ἀπολυταρχίας.
β) Χτυπητό παράδειγμα, πού ἔσπασε, στά θεμέλιά της, τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ ἐξέλιξη τοῦ Παπικοῦ συστήματος, στή Ρώμη. Ὁ διάκονος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἐπίσκοπος τῆς ρωμαϊκῆς πρωτεύουσας, μέ συνεχεῖς μεταμορφώσεις καί ἀναβαθμίσεις, κατάντησε μονάρχης καί ἀλάθητος καί ἀποκλειστικός διαχειριστής καί ρυθμιστής τῶν προβλημάτων τῆς Ἐκκλησίας.
Τό ἀτύχημα εἶναι, ὅτι καί ἡ Ὀρθοδοξία μας δέν ἔμεινε ἀνεπηρέαστη ἀπό τήν εἰσροή τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος καί τῆς αὐτοκρατορικῆς μεθοδολογίας. Οἱ ὑποθῆκες τοῦ Κυρίου γιά ταπεινή διακονία σπρώχτηκαν στό περιθώριο. Καί ἡ ἡγεμονική ἔπαρση ἐγκαταστάθηκε στούς ἐπισκοπικούς θρόνους.
Ὑπάρχει ἕνα ἱστορικό δεδομένο, πού συγκλονίζει. Οἱ φωτεινές Πατερικές φυσιογνωμίες τοῦ τέταρτου αἰώνα, πού ἀντιμετώπισαν τήν πλημμυρίδα τῆς μετα-Κωνσταντίνειας ἀλλοίωσης, διαμαρτύρονται, μέ πόνο ψυχῆς, γιά τό κατάντημα, στό ὁποῖο κατρακύλησε τό χαρισματικό ὑπούργημα τοῦ Ἐπισκόπου καί -κατά προέκταση- ἡ ἐκκλησιαστική ζωή.
Ἐνδεικτικά ἀντιγράφω μερικά, μικρά ἀποσπάσματα ἀπό τίς Πατερικές συγγραφές. Μεταφέρουν σέ μᾶς τήν πνικτική ἀτμόσφαιρα, πού δημιουργήθηκε μετά τόν ἐναγκαλισμό τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν κοσμική ἐξουσία.
Ὁ Μέγας Βασίλειος, στήν ἐπιστολή του πρός τόν Ἐπίσκοπο τῆς Νικοπόλεως Θεόδοτο γράφει:
“Γίνωσκε γάρ, ποθεινότατε ἡμῖν καί τιμιώτατε, ὅτι οὔπω οἶδα τοσοῦτον πένθος ἄλλοτε τῇ ψυχῇ μου παραδεξάμενος ὅσον νῦν, ὅτε ἤκουσα τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν τήν σύγχυσιν. Ἀλλά μόνον εὔχου, ἵνα δώῃ ἡμῖν ὁ Κύριος μηδέν κατά θυμόν ἐνεργεῖν, ἀλλ᾿ ἔχειν τήν ἀγάπην, ἥτις «οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ φυσιοῦται». Ὅρα γάρ ὅπως οἱ μή ἔχοντες ταύτην ἐπήρθησαν μέν ὑπέρ τά μέτρα τά ἀνθρώπινα, ἐνασχημονοῦσι δέ τῷ βίῳ κατατολμῶντες πράξεων, ὧν ὁ παρελθόν χρόνος οὐκ ἔχει τά ὑποδείγματα.” (Πρόσεξε, πῶς ἐκεῖνοι, πού δέν ἔχουν στήν καρδιά τους αὐτή τήν ἀγάπη, ὕψωσαν τόν ἑαυτό τους πάνω ἀπό κάθε μέτρο καί ἀσχημονοῦν στή ζωή τους, τολμώντας πράξεις, πού, κατά τήν προηγούμενη ἐποχή δέν ὑπάρχουν ἀντίστοιχα δείγματα.) (Ἐπιστ. 89/130. Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τ. 2, σ. 134).
Σέ μιά ἄλλη του ἐπιστολή, πού τήν ἀπευθύνει στόν Ἀσχόλιο, Ἐπίσκοπο τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ἴδιος φωτισμένος Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας μας γράφει:
“Τά δέ ἡμέτερα οἷα; Ἀπέψυκται ἡ ἀγάπη, πορθεῖται ἡ τῶν πατέρων διδασκαλία, ναυάγια περί τήν πίστιν πυκνά, σιγᾷ τῶν εὐσεβούντων τά στόματα, λαοί τῶν εὐκτηρίων οἴκων ἐξελαθέντες ἐν τῷ ὑπαίθρῳ πρός τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς Δεσπότην τάς χεῖρας αἴρουσι. Καί αἱ μέν θλίψεις βαρεῖαι, μαρτύριον δέ οὐδαμοῦ διά τό τούς κακοῦντας ἡμᾶς τήν αὐτήν ἡμῖν ἔχειν προσηγορίαν. (Οἱ θλίψεις, πού ὑπομένουμε ὅλοι εἶναι βαρειές, ἀλλά δέν ὑπάρχει πουθενά μαρτύριο, γιατί ἐκεῖνοι, πού μᾶς καταδιώκουν ἐμφανίζονται νά ἔχουν τήν ἴδια πίστη μέ μᾶς.) Ὑπέρ τούτων αὐτός τε δεήθητι τοῦ Κυρίου καί πάντας τούς γενναίους ἀθλητάς τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας προσευχήν συμπαράλαβε, ἵνα εἴπερ ἔτι χρόνοι τινές ἀπολείπονται τῇ συστάσει τοῦ κόσμου καί μή πρός τήν ἐναντίαν φοράν συνελαύνεται πάντα, διαλλαγείς ὁ Θεός ταῖς ἑαυτοῦ Ἐκκλησίαις ἐπαναγάγῃ αὐτάς πρός τήν ἀρχαίαν εἰρήνην.” (Ἐπιστ. 101/164, Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τ. 2, σ. 166).
Θά μεταφέρω καί ἕνα ἀκόμα, μικρό, ἀπόσπασμα, ἀπό Ἀνεπίγραφη Ἐπιστολή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
“Οὐ γάρ οἰκοδομημάτων γηΐνων καταστροφήν, ἀλλ᾿ Ἐκκλησιῶν ἅλωσιν ὀδυρόμεθα· οὐδέ δουλείαν σωματικήν, ἀλλ᾿ αἰχμαλωσίαν ψυχῶν καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν ἐνεργουμένην παρά τῶν ὑπερμαχούντων τῆς αἱρέσεως καθορῶμεν. Ὥστε, εἴ μή ἤδη διανασταίητε πρός τήν ἀντίληψιν, μικρόν ὕστερον οὐδέ οἷς παρέξετε τήν χεῖρα εὑρήσετε, πάντων ὑπό τήν ἐπικράτειαν τῆς αἱρέσεως γενομένων.” (Ἄν δέν ξεσηκωθεῖτε νά βοηθήσετε, ὕστερα ἀπό λίγο δέ θά βρίσκετε σέ ποιούς νά προσφέρετε τή βοήθειά σας, γιατί ὅλοι θά ἔχουν ὑποδουλωθεῖ στήν κυριαρχία τῆς αἵρεσης.) (Ἐπιστολή Ἀνεπίγραφος περί Συνόδου 71/70, Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τ. 2, σ. 16).
Ἕνας ἄλλος ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ὁ Θεοδώρητος, Ἐπίσκοπος τῆς μικρῆς ἐπισκοπῆς Κύρου, στίς ἀρχές τοῦ πέμπτου αἰώνα, κοινοποιεῖ τήν ἀνθρώπινη κάμψη του καί τή μελαγχολία του μέ τούτη τή φράση:
“Οὐκ ἔστιν, ὡς ἔοικεν, οὐδέν προσδοκῆσαι χρηστόν. Οὐ γάρ μόνον οὐκ ἐλώφησεν, ἀλλά καί καθ᾿ ἑκάστην, ὡς ἔπος εἰπεῖν, ἡμέραν κορυφοῦται τῆς Ἐκκλησίας ἡ ζάλη.” (Ὄχι μόνο δέ λούφαξε ἡ ταραχή, ἀλλά, καθημερινά, κορυφώνεται ἡ ζάλη τῆς ᾿Εκκλησίας.) (Ἐπιστολή 16, Εἰρηναίῳ ἐπισκόπῳ, Sources Chrettiennes, τ. 98, σ. 56).
Καί σέ ἄλλη του ἐπιστολή, ὁ ἴδιος, πολύπαθος, συγγραφέας, γράφει:
“Στένουσι δέ οἱ παρ᾿ ἡμῖν ἅγιοι ἅπαντες, καί πᾶς εὐσεβής ὀλοφύρεται σύλλογος, καί παῦλαν τῶν προτέρων ταραχῶν προσδοκῶντες, ἑτέρας πάλιν ἐδεξάμεθα.” (Ἐπιστολή 80, Εὐτρεχίῳ Ὑπάρχῳ, Sources Chrettiennes, τ. 98, σ. 188).
Εἶναι ἐνδιαφέρον καί ἀξίζει νά γίνουν προσεκτικές μελέτες, γιά νά ἐντοπιστεῖ καί νά ἀναλυθεῖ τό φαινόμενο. Κατά τήν περίοδο, πού ὁ διωγμός τερματίστηκε, πού τό μαρτυρικό αἷμα σταμάτησε νά κυλάει καί νά πορφυρώνει τήν αὐλή τῆς Ἐκκλησίας, στό ἐσώτερο τοῦ “Καταπετάσματος”, στά ἅγια τῶν ἁγίων προωθήθηκαν ἀνάξιοι λειτουργοί, πού ἔφθειραν τήν παράδοση καί ἀλλοίωσαν, ἐπικίνδυνα, τό Συνοδικό σύστημα. Ἡ μετάλλαξη αὐτή εἶχε συνέπειες. Κόστος, πού φάνηκε πολύ σύντομα. Καί χρειάστηκε μεγάλος ἀγώνας καί καταφυγή στήν κρίση καί στή δέσμευση τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, γιά νά χαραχτεῖ ἡ χρυσή τομή τῆς Συνοδικότητας καί γιά νά διατυπωθεῖ, μέ ἀνεξίτηλα γράμματα, ἡ ἀλήθεια.
Ἡ ἐπανεύρεση αὐτῆς τῆς χρυσῆς τομῆς εἶναι μιά ἀπό τίς προτεραιότητες τῆς ἐπαναστατημένης ἐποχῆς μας. Γιατί, πρέπει νά τό ὁμολογήσουμε, τό σύστημα διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας μας φέρει, σήμερα, τήν ἔνδειξη τῆς Συνοδικότητας, ἀλλά εἶναι ὑποταγμένο, πέρα γιά πέρα, στίς προδιαγραφές τῶν κοσμικῶν ἐξουσιῶν.
Τό πρόβλημα εἶναι μεγάλο καί μέ πολλές προεκτάσεις.
Θά περιοριστῶ στήν ἐπισήμανση ἐλάχιστων, σύγχρονων, φαινομένων, πού δείχνουν τήν ἀλλοίωση καί τή στρέβλωση τοῦ Συνοδικοῦ σχήματος. (συνεχίζεται)
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων
