† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἐκκλησία καί Θεσμοί
Τοῦ Ἐ. Χ. Οἰκονομάκου
῾Η ᾿Εκκλησία δέν εἶναι ἕνας θεσμός, πού διαχειρίζεται τή Χάρη τῶν Μυστηρίων. Εἶναι ἡ ῎Ιδια τό Μυστήριο. Οἰκοδόμημα, ἀλλά καί ταμεῖο, τῆς Χάριτος. ῞Ιδρυμα θεανθρώπινο, πού, ἐπειδή κινεῖται μέσα στόν κόσμο, εἶναι ἀνάγκη νά ἔχει, καί ἔχει, θεσμούς. Δηλαδή, καθιερωμένους στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων τρόπους, μέ τούς ὁποίους ὑπάρχει καί δρᾶ. Αὐτοί διανοίγουν ὁδούς γιά νά περάσει μέσα ἀπό τίς συμπληγάδες τοῦ κόσμου. Χωρίς θεσμική δόμηση ἡ ᾿Εκκλησία θά ἦταν μιά ἰδεατή σύλληψη, ὀντολογικά ἀσύμβατη πρός τόν κόσμο, τόν ὁποῖο θά ἀδυνατοῦσε νά προσλάβει καί νά σώσει. Οἱ θεσμοί τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐν τούτοις, ἄν καί ἀφοροῦν κοσμικές Της διαστάσεις, (ὀργάνωση, διοίκηση, νομική ὑπόσταση, οἰκονομική διαχείριση, κοινωνική δραστηριότητα κτλ), δέν εἶναι “ἐκ τοῦ κόσμου τούτου”. Εἶναι κατ᾿ οὐσίαν τῆς ἴδιας ὑφῆς μέ Αὐτήν. Κινοῦνται στό χῶρο τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας. ῾Η ἐξυπηρέτηση τοῦ ἔργου τοῦ σαρκωθέντος Κυρίου γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου τούς δίνει νόημα καί λόγο ὑπάρξεως. Δέν ἔχουν ἄλλους στόχους. Δέν ὑπηρετοῦν ἄλλους σκοπούς. Παρά ταῦτα, γιά τήν πεπτωκυία νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων οἱ θεσμοί τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπειδή διέπουν τό κοσμικό Της στάτους κβό, συνιστοῦν συχνά πέτρα σκανδάλου.
Πολλοί σχετικοποιοῦν τό μυστηριακό βάθος τῶν θεσμῶν τῆς ᾿Εκκλησίας καί τό ἀντιπαρέρχονται, σά νά μήν ὑπάρχει. Βλέπουν τούς θεσμούς αὐτούς σάν ὅλα τά πράγματα τοῦ κόσμου, μέ τά μάτια τοῦ ἱστορικοῦ, καί ἀποτιμοῦν τήν πολιτιστική συμβολή τῆς ᾿Εκκλησίας, θετικά ἤ ἀρνητικά, μέ γνώμονα τήν ἰδεολογική τους δέσμευση σχετικά μέ τή λεγόμενη “ἱστορική ἀλήθεια”. Θεωροῦν τό Χριστιανισμό ὡς ἕνα ἀπό τούς κύριους παράγοντες πολιτισμοῦ, ὅπως καί τίς ἄλλες θρησκεῖες. ῾Η ᾿Εκκλησία, ὅμως, δέν εἶναι γιά νά μπαίνει σέ βιτρίνα ἐκθετήριου θρησκευτικο-πολιτιστικῶν ἐπιτευγμάτων. Σκοπό Της ἔχει νά φανερώνει στόν κόσμο τό Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου, ὁ ῾Οποῖος σαρκώθηκε, ἔπαθε, πέθανε στό Σταυρό, ἀναστήθηκε “δι᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν”. ῎Οχι γιά νά δημιουργήση “πολιτισμό”.
Εἶναι ἀξιοπερίεργο ὅτι καί στελέχη τῆς ᾿Εκκλησίας συμπλέουν μέ τούς πολλούς καί μιλοῦν μέ μεγαλύτερη ἄνεση γιά τήν πολιτιστική Της συνεισφορά, παρά γιά τό μυστήριο τοῦ μηνύματός Της. Παθιάζονται νά ἀναδείξουν τήν “ἱστορική ἀλήθεια” ὡς πρός τό τί προσφέρουν οἱ ἐκκλησιαστικοί θεσμοί στόν πολιτισμό. Πολύ λιγότερο, ὅμως, ἀσχολοῦνται μέ τό πῶς θά ἀγγίξει τόν κόσμο τό Μυστήριο τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, π.χ., θέλει τήν ᾿Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως “κέντρο διακονίας τοῦ πανανθρώπινου πολιτισμοῦ” (“᾿Ελευθεροτυπία”, 7-10-2003), πράγμα, πού ἀναλογικά μπορεῖ νά λεχθεῖ γιά κάθε τοπική ᾿Εκκλησία. ῾Ο ᾿Αθηνῶν κ. Χριστόδουλος καταφέρεται ἐναντίον ἐκείνων, πού ἀποφεύγουν νά διακηρύξουν μέσα ἀπό τό κείμενο τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Συντάγματος ὅτι “οἱ βάσεις στίς ὁποῖες στηρίχθηκε ὁ εὐρωπαϊκός πολιτισμός εἶναι ὁ ἀρχαῖος ἑλληνικός, ὁ ρωμαϊκός καί ὁ χριστιανικός πολιτισμός” (“Βραδυνή”, 12-6-2003). Τέλος, τόν Καθηγητή Πανεπιστημίου Πρωτοπρεσβ. π. Γεώργιο Μεταλληνό φαίνεται νά ἀναπαύει “ἡ ἄλλη Εὐρώπη (διάφορη ἀπό ἐκείνη τῶν κυβερνώντων)... πού γνωρίζει τή σημασία τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς θεμελίου καί πυλῶνος τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ” (ἱστοσελ. Orthodoxnet.gr). Αὐτά καλά καί ἅγια, ὅμως, παραμένει λυμφατικός, ἤ μᾶλλον ἀνύπαρκτος, ὁ προβληματισμός γιά τό ἄν ὑπῆρξαν ποτέ ὄντως χριστιανικοί οἱ εὐρωπαϊκοί θεσμοί. Γιά τό πόσο χριστιανικός εἶναι σήμερα ὁ εὐρωπαϊκός πολιτισμός, δυτικός ἤ ἀνατολικός.
῾Η ἔννοια τοῦ Μυστηρίου ὡς πρός τούς θεσμούς τῆς ᾿Εκκλησίας ἀναφέρεται ὄχι τόσο στήν ἑτερότητά τους ἀπό τούς κοσμικούς θεσμούς, ὅσο στούς ὑπερκόσμιους στόχους, ἀπό τούς ὁποίους ἀπορρέουν καί τούς ὁποίους ὑπηρετοῦν. Οἱ θεσμοί τῆς ᾿Εκκλησίας δέν ἔρχονται σέ σύγκρουση παρά μέ ἐλάχιστους ἀπό τούς θεσμούς τοῦ κόσμου. Στήν πραγματικότητα, καταφάσκουν σέ ὅ,τι ἡ θεία πνοή τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα” ἔχει ἐμπεδώσει ὡς θεσμό στίς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων καί στή συνείδησή τους, ὡς κοινή λογική, ὡς ἔμφυτη ἱκανότητα διακρίσεως ᾿Αρετῆς καί Κακίας, ὡς πολιτική βούληση διώξεως τοῦ κακοῦ, τῆς ἀδικίας, τοῦ ψεύδους, ὡς ἔπαινο τοῦ καλοῦ, ὡς ἀπονομή δικαιοσύνης. Δέν ἀπορρίπτουν συλλήβδην τόν κόσμο μέ τίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες του. Δέν γκετοποιοῦν τήν ᾿Εκκλησία. Τήν ἀφήνουν ἀνοιχτή καί διάφανη στήν ἔρευνα τῶν ἁρμοδίων ὀργάνων τῆς πολιτείας. ῾Η πρόσκληση τῆς ᾿Εκκλησίας πρός κάθε ἄτομο ἤ κοσμική ἀρχή εἶναι ἀνοικτή: “῎Ερχου καί ἴδε”.
῾Υπάρχουν πρόσωπα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου, πού ὀμνύουν στό ὄνομα τῆς μυστηριακῆς ὑφῆς τῶν θεσμῶν τῆς ᾿Εκκλησίας. Καί ὅμως, στήν πράξη, τούς εὐτελίζουν ὑποκρινόμενοι ὅτι τάχα τούς προστατεύουν ἀπό κοσμικές ἐπεμβάσεις. Πασχίζουν νά καταστήσουν τό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας ἄβατο στίς πολιτειακές ἀρχές, ἀπό σεβασμό τάχα στήν ἱερότητά του, μέ τόν ψευδεπίγραφο χαρακτηρισμό του ὡς sacra interna, καί καλυμμένοι πίσω ἀπ᾿ αὐτό, εἰσάγουν ἔκνομες καί ἐπαίσχυντες συμπεριφορές, μένοντας στό ἀπυρόβλητο. Γιά νά πετύχουν δέ αὐτό, ἐπεμβαίνουν μέ δολιότητα καί ἐκμαυλίζουν διωκτικές ἀρχές καί δικαστικές ἐξουσίες τῆς συντεταγμένης πολιτείας, πού κάνουν “στραβά μάτια” καί καλύπτουν σωρεία παρανομιῶν καί ἐγκληματικῶν ἐνεργειῶν. Προφανῶς, δέν πρόκειται γιά προστασία τοῦ ἱεροῦ χώρου, ἀλλά, ἀντίθετα, γιά εἰσβολή πλησίστιου τοῦ πεπτωκότος κόσμου στή χειρότερή του μορφή. Γιά βεβήλωση θεσμῶν, ἐκκλησιαστικῶν καί πολιτειακῶν. Γιά προσβολή καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα”.
῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι χῶρος θερμῆς ὑποδοχῆς καί περιθάλψεως μετανοούντων ἁμαρτωλῶν, ὅπως εἴμαστε ὅλοι μας. Καμιά σκοπιμότητα, ὅμως, καμιά ποιμαντική οἰκονομία, καμιά προσχηματική δικαιολογία περί “σκανδαλισμοῦ τοῦ κόσμου” δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ὡς αἰτία νά μετατραπεῖ μιά ᾿Εκκλησία σέ κρησφύγετο καί ὁρμητήριο ἀνόμων. ῾Ο σκανδαλισμός τότε θά εἶναι ὁλοκληρωτικός, πού θά φτάνει μέχρι ἀκυρώσεως τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας. Δέν μπορεῖ ὁ Θεός νά στηρίζει ἐπ᾿ ἄπειρον ᾿Εκκλησίες, πού ἔχουν φτάσει σ᾿ αὐτό τό σημεῖο, ὅσο καί ἄν πρός καιρόν μακροθυμεῖ. ῎Αλλωστε, τί χρειάζονται αὐτές οἱ ᾿Εκκλησίες;
῾Η Γραφή σέ πολλά σημεῖα ἐκφράζει ἀποτροπιασμό γιά τέτοιες συμπεριφορές ἀνθρώπων τῆς ἱερῆς κοινότητας μέ ἔντονα χρώματα. Κατά τή Γραφή, οἱ ἄνθρωποι, πού πράττουν τό κακό στό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας, ζητώντας κάλυψη ἀπό τούς θεσμούς Της γιά νά ξεφύγουν ἀπό τήν ἀνθρώπινη κρίση καί δικαιοσύνη, δέν φοβοῦνται τό Θεό, “διότι εἶπον: οὐχ ὁρᾷ ὁ Κύριος, ἐγκαταλέλοιπε Κύριος τήν γῆν” (᾿Ιεζ. η΄ 12). ῎Η κομπάζουν ὅτι ἔχουν τό Θεό μέ τό μέρος τους. Λένε: “οὐχί ὁ Κύριος ἐν ἡμῖν ἐστιν; οὐ μή ἐπέλθῃ ἐφ᾿ ἡμᾶς κακά” (Μιχ. γ΄ 11). ῾Ο Θεός, ὅμως, διαμαρτύρεται: “μή σπήλαιον ληστῶν ὁ οἶκος μου...; καί ἰδού ἐγώ ἑώρακα, λέγει Κύριος” (῾Ιερεμ. ζ΄ 8-11). ᾿Αποδοκιμάζει δέ καί στηλιτεύει μέ ὀξύτητα τόν ἔνοχο: “Ταῦτα ἐποίησας, καί ἐσίγησα. ῾Υπέλαβες ἀνομίαν, ὅτι ἔσομαί σοι ὅμοιος (ἔκανες αὐτά, πού ἔκανες -τίς πονηρές καί αἰσχρές πράξεις- ᾿Εγώ, ὅμως, μακροθύμησα. Καί σοῦ πέρασε ἡ βλάσφημη καί βλακώδης ἰδέα ὅτι εἶμαι ὅμοιός σου)”. Καί ἀπειλεῖ: “᾿Ελέγξω σε καί παραστήσω κατά πρόσωπόν σου τάς ἁμαρτίας σου (θά σοῦ ζητήσω λόγο καί παρουσίᾳ σου θά φανερώσω τίς ἁμαρτίες σου σ’ ὅλο τόν κόσμο καί θά σέ ἐξευτελίσω). Σύνετε δή ταῦτα, οἱ ἐπιλανθανόμενοι τοῦ Θεοῦ, μήποτε ἁρπάσῃ καί οὐ μή ᾗ ὁ ρυόμενος (βάλετέ το αὐτό καλά στό νοῦ σας, ὅσοι ξεχνᾶτε τό Θεό, μήπως σᾶς συλλάβει ἡ θεία δίκη καί δέν σᾶς γλιτώνει κανείς)” (Ψαλμ. μθ' 16-22). “Φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος” (῾Εβρ. ι΄ 31).
Κανείς, οὔτε κληρικός, ὁποιασδήποτε βαθμίδας, οὔτε λαϊκός, δέν μπορεῖ νά εὐτελίζει τούς θεσμούς τῆς ᾿Εκκλησίας.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων