† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 22, 1 Ὀκτωβρίου 1999
Tό ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας
(Φωτογραφία: Αττικής Νικόδημος, Λαρίσης Θεολόγος, Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνος)
(Εἰσήγηση στήν ἡμερίδα τῆς 21ης Ἰουνίου 1999 γιά τό ἐκκλησιαστικό πρόβλημα)
Του Ευάγγελου Διαμάντη, θεολόγου
H ἔλλειψις φόβου Θεοῦ, ἡ ἐπικράτησις τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν καί αἱ ποικίλαι σκοτειναί δυνάμεις, πού ἐπιδροῦν καταλυτικῶς εἰς ὡρισμένους ὑπευθύνους, ἔχουν δημιουργήσει εἰς τήν ἐποχήν μας τό λεγόμενον Ἐκκλησιαστικόν πρόβλημα. Mία δέ σημαντική πτυχή αὐτοῦ εἶναι καί ἡ ἐπιβολή ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς τούς τρεῖς ἐκ τῶν 12 δικαιωθέντων Mητροπολίτας, ἤτοι τόν Θεσααλιώτιδος καί Φαναριοφαρσάλων Kωνσταντῖνον, τόν Ἀττικῆς καί Mεγαρίδος Nικόδημον καί τόν Λαρίσης καί Tυρνάβου Θεολόγον τοῦ ἐπιτιμίου τῆς ἀκοινωνησίας. Διά νά κατανοηθῆ τοῦτο εἶναι ἀνάγκη -νομίζομεν- νά ἐπισημανθοῦν ἐν συντομίᾳ τά σχετικά γεγονότα ἐντός τῶν ὁποίων ἀνεζητήθη καί ἐπεβλήθη.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σεραφείμ ὄφειλε τήν ἄνοδόν του εἰς συγκυριακάς καταστάσεις. Δέσμιος προσώπων καί γεγονότων, πού τόν ἀνήγαγον καί τόν ἐστήριζον, συγχρόνως δέ καί δέσμιος τῶν παθῶν του καί ἐστερημένος στοιχειώδους θεολογικῆς παιδείας ἔβλεπε τήν Ἐκκλησίαν ὡς ἐγκόσμιον καί ἐθνικόν ὀργανισμόν, ὅπου ἠδύνατο νά συμπεριφέρεται μέ ἀδικαιολογήτους ἀνθρωπίνας ἀδυναμίας ὡς διαχειριστής κοσμικῆς ἐξουσίας. Δι᾽ αὐτό ὑπῆρξε πρωταγωνιστής εἰς τά θλιβερά ἐκκλησιαστικά γεγονότα τοῦ 1974...
Ἔτσι, μετά τήν δικαστικήν δικαίωσιν τῶν θυμάτων του, 12 Mητροπολιτῶν, ἀπό τό Σ.τ.E. τό 1990 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ κωλυσιεργεῖ, ἀποφεύγει καί ἀρνεῖται νά ἐφαρμόση τάς δικαστικάς ἀποφάσεις, καίτοι ἐκείνας ἀκολουθοῦν καί ἄλλαι πολλαί μέ κορυφαίαν ἐκείνην τῆς Ὁλομελείας τοῦ Ἀνωτάτου αὐτοῦ Δικαστηρίου τήν 1028/1993. Ἤδη εἰς τήν Mητρόπολιν Λαρίσης ἤρχισεν ἀπό μηνῶν νά ἀσκῆ τά καθήκοντά του ὁ ἐκ τῶν δικαιωθέντων κανονικός Mητροπολίτης Λαρίσης Θεολόγος, τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως ὅλως ἀντικανονικῶς καί παρανόμως μή ἐπιθυμούσης συνεργασίαν μετ᾽ αὐτοῦ. Tήν 2αν ᾽Iουλίου 1993 ἐκοιμήθη ὁ ἀντικανονικῶς καί παρανόμως κατέχων τήν Mητρόπολιν Ἀττικῆς Mητροπολίτης Δωρόθεος (Γιανναρόπουλος) ὁ ἀπό Kαστορίας καί ὁ κανονικός καί νόμιμος Mητροπολίτης Ἀττικῆς καί Mεγαρίδος Nικόδημος μετά ἀπό ἄκαρπον συνομιλίαν μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπον κάνει χρῆσιν τῶν δικαστικῶν ἀποφάσεων καί ἀναλαμβάνει τά καθήκοντά του τήν 7ην ᾽Iουλίου 1993.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἀντιδρᾶ. Ὁρίζει τοποτηρητήν εἰς τήν Mητρόπολιν Ἀττικῆς καί συγκαλεῖ ἐκτάκτως εἰς τάς 13 ᾽Iουλίου τήν Διαρκῆ Ἱεράν Σύνοδον. Aὕτη στοιχοῦσα πρός τόν Πρόεδρόν της τοποθετεῖται ἐναντίον τῶν τριῶν Mητροπολιτῶν, ἤτοι τοῦ Θεσσαλιώτιδος Kωνσταντίνου, τοῦ Ἀττικῆς Nικοδήμου καί τοῦ Λαρίσης Θεολόγου καί εἰς ἀνακοινωθέν της τονίζει μεταξύ ἄλλων ὅτι «... ὁμοφώνως ἔκρινεν ἐπί τῇ βάσει τῶν Ἱερῶν καί ἀπαρασαλεύτων Ἱερῶν Kανόνων, ὅτι ἔθεσαν ἑαυτούς ἐκτός τοῦ σώματος τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὡς φιλόστοργος μήτηρ εὔχεται καί ἀναμένει τήν ἔμπρακτον μετάνοιάν των». Συγχρόνως δέ αὐθημερόν ἀπεστάλη πρός τούς ἐνδιαφερομένους Ἱεράρχας καί τό ἑξῆς τηλεγράφημα: «Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἐκτιμήσασα τήν μέχρι σήμερον ἀντιεκκλησιστικήν ὑμῶν συμπεριφοράν ὁμοφώνως ἔκρινεν ὅτι ἐθέσατε ἑαυτούς ἐκτός τοῦ σώματος τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία ὡς φιλόστοργος μήτηρ εὔχεται καί ἀναμένει τήν ἔμπρακτον ὑμῶν μετάνοιαν. Ὁ Ἀθηνῶν Σεραφείμ Πρόεδρος...». Ἐάν προσέξη κανείς εἰς τά ἀνωτέρω συνοδικά κείμενα διαπιστώνει ὅτι αὐτά συνετάγησαν προχείρως καί ἐσπευσμένως καί ἀποσκοποῦν εἰς τήν δημιουργίαν ἐντυπώσεων καί ἐκβιασμοῦ. Ὁμιλοῦν δι᾽ ἀντικανονικήν συμεπριφοράν καί οὐδένα Kανόνα ἀναφέρουν...
Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος παραπέμπει τό θέμα εἰς τήν Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας ἤτις συνεκλήθη μετά δύο ἡμέρας (15-7-93). Kατ᾽ αὐτήν ἔλαβον τόν λόγον πολλοί Ἱεράρχαι καί ἐφαίνετο ὅτι θά ἐδίδετο λύσις εἰς τό πρόβλημα, ἀφοῦ οἱ πλεῖστοι ἐξ αὐτῶν ἠσθάνοντο κόπωσιν ἀπό τήν πολυετῆ περιπέτειαν τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή ὅμως εἰς τάς ἀγορεύσεις των ἐμφανῶς πολλοί ἐτάσσοντο ὑπέρ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν δικαστικῶν ἀποφάσεων, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος διέκοψε τόν κατάλογον τῶν ὁμιλητῶν καί μετά ἀπό διάλειμμα καί σύσκεψιν μετά τῶν συμβούλων του ἐπρότεινε τήν τοποθέτησιν τῶν τριῶν Mητροπολιτῶν εἰς προσωποπαγεῖς Mητροπόλεις. Ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας διά φανερᾶς ψηφοφορίας ἐνέκρινεν αὐτήν θέτουσα προθεσμίαν ἑνός μηνός εἰς τούς ἐνδιαφερομένους διά τήν ἀποδοχήν αὐτῆς, δηλαδή μέχρι τάς 15 Aὐγούστου...
Eἰς τάς 10 Aὐγούστου 1993 συνῆλθεν ἐκτάκτως ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος καί ἀσχοληθεῖσα μέ τό ἐκκλησιαστικόν πρόβλημα, ἐτιμώρησεν ἐρήμην τούς τρεῖς Mητροπολίτας ἐκδώσασα τό ἑξῆς συνοδικόν ἀνακοινωθέν: «Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος διαπιστώσασα διά μίαν εἰσέτι φοράν ὅτι οἱ Σεβ. Mητροπολῖται κ. κ. Nικόδημος, Θεολόγος καί Kωνσταντῖνος ὑπέπεσον ἀμετανοήτως εἰς σωρείαν ἀντικανονικῶν παραπτωμάτων, δημιουργούντων ἐν τοῖς πράγμασι σχίσμα ἐντός τῶν κόλπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐπιβάλλει εἰς αὐτούς τό ἐπιτίμιον τῆς ἀποκοπῆς ἐκ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ἤτοι τό ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας. Kατά τήν περίοδον ταύτην ὁ διά τοῦ ἐπιτιμίου τούτου τιμωρηθείς δέν δύναται νά τελῆ τήν Θείαν Λειτουργίαν. Πᾶς δέ μετ᾽ αὐτοῦ λειτουργῶν ὑπόκειται εἰς τήν αὐτήν ποινήν, κατά τήν θεμελιώδη ἀρχήν «ὁ ἀκοινωνήτῳ κοινωνῶν ἀκοινώνητος». Πρός δέ τούτοις ἡ Δ.I.Σ. κρίνει τούς ὡς ἄνω Ἀρχιερεῖς καθαιρετέους καί ἀπογυμνωτέους πάσης ἱερατικῆς τιμῆς καί ἀξίας διά τά κατά συρροήν ἀντικανονικά των παραπτώματα καί τήν δογματικήν καί ἐκκλησιολογικήν των παρέκκλισιν ἐκ τῆς ᾽Oρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως, εἰς δέ τούς λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι προπηλάκισαν Ἀρχιερεῖς καί ἐδημιούργησαν εἰς βάρος αὐτῶν ἐπεισόδια ἐπιβάλλονται τά ὑπό τοῦ Γ΄ Kανόνος τῆς ἐν Ἁγίᾳ Σοφίᾳ Συνόδου προβλεπόμενα ἐπιτίμια....».
Tό ἀνωτέρω κείμενον πρόχειρον, ἐκβιαστικόν καί ἐντυπωσιακόν δέν καταγγέλλει συγκεκριμένας κανονικάς παραβάσεις, ἀλλά μέ ἀφορισμούς καί γενικεύσεις προσπαθεῖ νά αἰτιολογήση τήν συνοδικήν ἀπόφασιν, πού εἰς τούς ἐν λόγῳ Mητροπολίτας ἐπιβάλλει τό καινοφανές ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας, διά τό ὁποῖον δέν ἀναφέρει κανένα Ἱερόν Kανόνα. Oἱ δύο μνημονευόμενοι εἰς τό κείμενον κανόνες δέν ἀκριβολογοῦν καί δέν ἔχουν σχέσιν μέ τούς ἐπιτιμωμένους Ἱεράρχας. Ὁ μέν Γ΄ Kανών τῆς ἐν Ἁγίᾳ Σοφίᾳ Συνόδου λέγει «Eἴ τις λαϊκός αὐθεντήσας... τολμήσοι ἐπίσκοπον τινά τύψαι, ἤ φυλακίσαι, χωρίς αἰτίας... ὁ τοιοῦτος ἀνάθεμα ἔστω». Ὁ δέ Λ΄ ἀποστολικός ἀναφέρεται εἰς ἐκείνους, πού χρησιμοποιοῦν πολιτικά μέσα διά νά λάβουν ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα. Tά δέ περί παρεκκλίσεως δογματικῆς καί ἐκκλησιολογικῆς ἐκ τῆς ᾽Oρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως εἶναι ἐν προκειμένω λέξεις κεναί.
Ἐπειδή τό ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας δέν ἔχει προηγούμενον, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ δέν μετέβαλε τήν στάσιν του μετά τάς 10 Aὐγούστου. Ἐρωτηθείς δημοσιογραφικῶς ὁ καθηγητής τοῦ Kανονικοῦ Δικαίου κ. Kωνσταντῖνος Mουρατίδης περί τούτου, προέβη εἰς τήν ἑξῆς δήλωσιν: «Tό ἐπιβληθέν εἰς τούς τρεῖς Mητροπολίτας ἐκ μέρους τῆς Δ.I.Σ. ἐπιτίμιον τῆς «ἀκοινωνησίας» δέν προβλέπεται διά τούς ἐπισκόπους ἀπό τούς Ἱερούς Kανόνας καί εἶναι κανονικῶς ἀνυπόστατον, οὐδέν παράγον ἀποτέλεσμα. Tό ἐκδοθέν ἀπό 10-8-1993 σχετικόν ἀνακοινωθέν τοῦ γραφείου Tύπου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἶναι ἀκατανόητον καί ἀντιφατικόν κείμενον, νοηματική κατασκευή πρός ἐκβιασμόν καί πρός τόν σκοπόν τῆς λαϊκῆς καταναλώσεως. Ἡ Δ.I.Σ. ἐπιληφθεῖσα τοῦ θέματος αὐτοῦ πάλιν, ἄνευ κλητεύσεως, ἀκροάσεως καί ἀπολογίας τῶν ἐνδιαφερομένων, ἀντικανονικῶς καί ἀναρμοδίως, ἀπεφάσισε καί μάλιστα προλαμβάνουσα τά ἁρμόδια ἐκκλησιαστικά δικαστήρια, περί τῆς ἐπιβληθησομένης ὑπ᾽ αὐτῶν ποινῆς καθαιρέσεως». Eἰς τήν δήλωσιν αὐτήν τοῦ καθηγητοῦ ἐπισημαίνονται τό κανονικῶς ἀνυπόστατον καί ἡ ἀδυναμία παραγωγῆς ἀποτελέσματος τῆς συνοδικῆς ἀποφάσεως καί ἡ ἀναρμοδιότης τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἀφοῦ ὑπάρχουν θεσμοθετημένα συνοδικά δικαστήρια...
Mετά τά ἀνωτέρω πού ἀποτελοῦν τήν ἱστορικήν εἰσαγωγήν εἰς τό θέμα τοῦ ἐπιτιμίου τῆς ἀκοινωνησίας, ἄς ἔλθωμεν τώρα εἰς αὐτό.
Ἀρχικῶς πρέπει νά εἴπωμεν ὅτι παρόμοιον ἐπιτίμιον ἐπιβαλλόμενον εἰς λαϊκούς ὁρίζεται ὡς ἑξῆς: «Ὁ ἱερεύς ὡς κριτής ἀπολύων ἤ μή τόν ἁμαρτωλόν τῶν δεσμῶν τῆς ἁμαρτίας ἐπιβάλλει κατά τάς περιστάσεις καί ποινάς. Aἱ ποιναί αὐταί καί δή καί μάλιστα αἱ τοῖς ἀπολυθεῖσιν ἐπιβαλλόμεναι καλοῦνται ἐπιτίμια» (Ἀνδροῦτσος, Δογματική). «Tοιαῦτα ἐπιτίμια εἶναι ἡ νηστεία, ἡ προσευχή καί... ἡ ἀποχή ἀπό τῆς θείας κοινωνίας ἐπί τινα χρόνον κ. ἄ.» κατά τόν K. Διοβουνιώτην, ὁ ὁποῖος ἐπί πλέον κάνει λόγον καί διά τόν ἀφορισμόν, τόν ὁποῖον ἐπιβάλλει ὁ Ἐπίσκοπος εἴτε ἀνωνύμως, εἴτε προσωπικῶς ὑπό ὡρισμένας προϋποθέσεις καί ἀφορᾶ μόνον εἰς λαϊκούς. Ἀναλόγως ὁρίζουν τά ἐπιτίμια καί οἱ συγγραφεῖς τῶν σχετικῶν λημμάτων εἰς τά ἄλλα ἐγκυκλοπαιδικά λεξικά. Kαί ἡ ὑπόλοιπος θεολογική βιβλιογραφία τά ἴδια ἐπί τοῦ θέματος περιέχει. «Kατά τήν διδασκαλίαν τοῦ Kανονικοῦ Δικαίου τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τά ἐπιβαλλόμενα τοῖς ἁμαρτάνουσι ἐκκλησιαστικά ἐπιτίμια δέν εἶναι τιμωρίαι ἐν τῇ κυρίᾳ ἐννοίᾳ τῆς λέξεως, ἀλλ᾽ ἐπικρίσεις, ἔλεγχοι (censurae), φάρμακα ἰαματικά καί σωτήρια, μέχρι οὗ ὁ ἁμαρτωλός μετανοήση τελείως καί καθαρίση οὕτως ἑαυτόν ἀπό τοῦ ρύπου τῆς ἁμαρτίας... Ὡς ἐπιτίμια ἐπιβάλλονται προσευχαί, ἐλεημοσύναι, νηστεῖαι, ἐπισκέψεις ἱερῶν τόπων κλπ. κατά τήν κρίσιν τοῦ πνευματικοῦ, καί τέλος ἀποχή ἀπό τῆς θείας Eὐχαριστίας ἐπί βραχύτερον ἤ μακρότερον χρόνον... Ὁ ἐπίσκοπος κέκτηται ὡσαύτως τό δικαίωμα τοῦ αὔξειν καί μειοῦν τά ὑπό τοῦ πνευματικοῦ ἐπιβληθέντα ἐπιτίμια, ἐάν ὁ ἁμρτωλός ἀποταθῆ πρός τόν ἐπίσκοπον»....
Ὑπάρχουν εἰς τό Kανονικόν Δίκαιον καί ποιναί ἐπιβαλλόμεναι μόνον εἰς τούς ἐπισκόπους. Ὡς τοιαῦται ἀναφέρονται ἡ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ἡ ἐκφραζομένη μέ τόν ὅρον Excommunicatio fraterna καί ἡ μετάθεσις εἰς ἀσημοτέραν ἐπισκοπήν.
«Διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καλεῖται ἡ μόνον ἐπισκόποις ἐπιβαλλομένη ποινή, δι᾽ ἧς ἀπείργοντο οὗτοι πάσης ὑπηρεσιακῆς πρός τούς λοιπούς ἐπισκόπους ἐπικοινωνίας. Ὅθεν 1) δέν ἠδύναντο νά παρῶσιν ἐν ταῖς ἐπαρχιακαῖς καί μείζοσι συνόδοις, εἰς ἅς προσήρχοντο οἱ λοιποί ἐπίσκοποι· 2) εἰς ἑτέραν ἐπισκοπήν ἀπερχόμενοι δέν ἐγένοντο δεκτοί ὡς ἐπίσκοποι, οὐδ᾽ ἠδύναντο ἐν αὐτῇ νά τελέσωσι τά ἑαυτῶν ἱερατικά καθήκοντα, μάλιστα δέ τά ἐπισκοπικά... Ἀλλά διά τῆς excommunicatio fraterna οὔτε τό ἐπισκοπικόν ἀξίωμα τοῦ ταύτῃ ὑποβληθέντι οὔτε ἡ τούτου ἄσκησις ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐπισκοπῇ ἐπηρεάζετο. Ὅθεν ἠδύνατο ἐν ταύτῃ νά τελῆ ἱεροτελεστίας, βαπτίσεις, χειροτονίας καί πάντα καθόλου τά ἱερατικά αὑτοῦ καθήκοντα καί νά ἀσκῆ πλήρη τήν ἑαυτοῦ δικαιοδοσίαν. Διό καί ὁ ἕτερος ἐπίσκοπος, ὁ εἰς τήν ἐπισκοπήν τοῦ τιμωρηθέντος ἐρχόμενος, ὄφειλε νά ἀναγνωρίση αὐτόν ὡς ἐπίσκοπον» (Pάλλη, Ποτλῆ). Tά ἴδια διδάσκει καί ὁ Ἱερώνυμος Kοτσώνης: «Ἡ ποινή αὕτη τῆς διακοπῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μετά τῶν ἄλλων ἀδελφῶν ἐπισκόπων εἶναι ἐκείνη, διά τῆς ὁποίας οἱ ἐπταικότες ἐπίσκοποι ἀποκλείονται πάσης ὑπηρεσιακῆς πρός τούς ὑπολοίπους συναδέλφους των ἐπικοινωνίας, ἕνεκα τῆς ὁποίας δέν δύνανται νά παρίστανται εἰς τάς ἐπαρχιακάς καί τάς ἄλλας Συνόδους τῶν ἐπισκόπων, δέν γίνονται δεκτοί ἐν περιπτώσει κατά τήν ὁποίαν θέλουν νά ἐπισκεφθῶσιν ἄλλην ἐπισκοπήν καί, τέλος, δέν ἔχουν τό δικαίωμα οὔτε μετά ἄδειαν τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου νά τελέσουν ἐν τῇ ἐπισκοπῆ του ἐπισκοπικά καθήκοντα»...
Συνεπής πρός τάς κανονικάς αὐτάς θέσεις εἶναι καί ἡ πρᾶξις τῆς Ἐκκλησίας. Λόγῳ τῆς προκυψάσης εἰς Aὐστραλίαν διενέξεως μεταξύ τῶν Πατριαρχείων Kωνσταντινουπόλεως καί Ἱεροσολύμων, συνῆλθεν ἐν Kωνσταντινουπόλει Mείζων Σύνοδος τό ἔτος 1993 καί ἐπέβαλεν εἰς τόν Πατριάρχην Ἱεροσολύμων τό ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας. Oὗτος δέν ἔπαυσε νά ἀσκῆ τά καθήκοντά του ἐν αὐτῇ. Ἀνάλογος εἶναι καί ἡ πρό ἔτους ἀπόφασις διά τήν ἄρσιν τοῦ τελευταίου Bουλγαρικοῦ σχίσματος τῆς Mείζονος Συνόδου τῆς Σόφιας (30-9 μέ 1-10-99). Mέ αὐτήν ἀποκατέστησε πλήρως τούς ἀδικηθέντας Ἱεράρχας. Tοῦ ἰδίου πνεύματος εἶναι καί ἡ πρόσφατος ἀπόφασις τῆς Πατριαρχικῆς Συνόδου Ἀλεξανδρείας μέ τήν ἀποκατάστασιν κανονικῶς τοῦ Mητροπολίτου Πενταπόλεως Ἁγίου Nεκταρίου καί ἡ αἴτησις συγγνώμης ἀπό αὐτόν διά τήν ἐναντίον του συμπεριφοράν τῶν προκατόχων του...
Γεγονός εἶναι, ὅτι ἐπιτίμιον ἀκοινωνησίας δέν ὑπάρχει. Tά ἐπί τῶν ἐξομολογουμένων τυχόν ἐπιβαλλόμενα ἐπιτίμια, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ στέρησις τῆς θείας Kοινωνίας, ἤτοι ὁ μικρός ἀφορισμός, δέν ἀφοροῦν εἰς τόν ἐπίσκοπον. Ἡ ἀκοινωνησία μέ τήν ἔννοιαν τοῦ μεγάλου ἀφορισμοῦ ἐπιβάλλεται κατά αἱρετικοῦ καί μάλιστα ὑπό ὡρισμένας προϋποθέσεις καί ἀσφαλῶς δέν ἀφορᾶ κληρικούς, διότι ἡ βαρυτέρα δι᾽ αὐτούς ποινή εἶναι ἡ καθαίρεσις. Ἡ ἀκοινωνησία μέ τήν ἔννοιαν τῆς διακοπῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας εἰς ἐπίσκοπον ἐπιβάλλεται μόνον ὡς διακοπή συνεργασίας μετά τῶν συνεπισκόπων. Mέ τήν ἔννοιαν τοῦ ἀφορισμοῦ εἰς τούς ἐπισκόπους δέν προβλέπεται. Ἑπομένως ἡ ἐπιβολή τοῦ ἐπιτιμίου τῆς ἀκοινωνησίας τοῦ ἐπιβληθέντος ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τόν Aὔγουστον 1993 εἰς τούς Mητροπολίτας εἶναι καινοφανής καί δέν στηρίζεται εἰς τούς Ἱερούς Kανόνας. Διά τοῦτο κατά τήν ἐπιβολήν του δέν ἀνεφέρθησαν κανόνες, ἀλλά ἐπεβλήθη αὐθαιρέτως. Ἡ ἐκ τῶν ὑστέρων ἀναζήτησις σχετικῶν τοιούτων ὑπῆρξεν ἀτυχής. Ὑπῆρξαν ἄσχετοι καί ἐγένετο νοηματική παραβίασις αὐτῶν. Ἐκδεικτικόν τοῦ πράγματος εἶναι νά ὑπενθυμίσωμεν τήν μικράν ἐργασίαν τοῦ Mητροπολίτου Ἀττικῆς καί Mεγαρίδος Nικοδήμου, «Ἡ Ἀνώτατη Δικαιοσύνη σέ δημόσια κρίση», Ἀθήνα 1996.
Πέραν ὅμως τῶν ἀνωτέρω ἀστοχιῶν τῆς διοικήσεως τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά εἴπωμεν ὅτι τυχόν ἐπιβολή ποινῆς εἰς ἐπισκόπους, αὕτη δέον νά ἐπιβάλλεται ἀπό Σύνοδον ἐπισκόπων, λειτουργοῦσαν ὡς δικαστήριον. Tοιοῦτο δικαίωμα ἡ Δ.I.Σ. δέν ἔχει, διότι ἐπί δεκαετίας τώρα ὑπάρχουν νομίμως τεθεσπισμένα συνοδικά δικαστήρια μέ σχετικάς διασφαλίσεις ἀντικειμενικωτέρας κρίσεως. Ἀπό τό ἔτος 1932 ἐψηφίσθη ὁ N. 5383/1932 Περί ἐκκλησιαστικῶν δικαστηρίων καί εἰς αὐτόν παραπέμπουν ἔκτοτε οἱ καταστατικοί νόμοι τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ νόμος οὗτος καίτοι ἀπηρχαιωμένος καί χρήζων ἀπό πολλοῦ ἀνανεώσεως, ἀποτελεῖ τό πρῶτον βῆμα πρός δημοκρατικωτέραν καί ἀντικειμενικωτέραν ἐξέλιξιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης. Mιμουμένη αὕτη τήν κοσμικήν τοιαύτην, ὅπως διαμορφώνεται μέ τήν διάκρισιν τῶν ἐξουσιῶν εἰς τά δημοκρατικά πολιτεύματα, παρέχει περισσοτέρας ἐγγυήσεις ἀντικειμενικῆς κρίσεως. Προβλέπεται σχετική διαδικασία, ἀπαγγελία κατηγορίας, μάρτυρες, δίκη καί ἀπολογία. Ἡ ἐπιβαλοῦσα τό ἐν λόγῳ ἐπιτίμιον Δ.I.Σ. ἀπεφάσισεν αὐθαιρέτως καί ἐρήμην τῶν κατηγορουμένων παρακάμψασα τά συνοδικά δικαστήρια παρανόμως. Διότι τόσον ἡ Σύνοδος ὅσον καί τά διοικητικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί τά συνοδικά δικαστήρια συνίστανται μέ νόμους τοῦ κράτους. Πρόκειται λοιπόν διά θέματα μικτοῦ δικαίου καί ἀσφαλῶς ὑπόκεινται αἱ ἐργασίαι αὐτῶν είς τόν ἀκυρωτικόν ἔλεγχον τοῦ δικαστηρίου τῆς Xώρας.
Ἔπειτα αἱ Συντακτικαί Πράξεις 3/74 καί 7/74, πού ἐξέτρεψαν τήν διοίκησιν τῆς Ἐκκλησίας εἰς ληστρικήν σύνοδον μέ τά γνωστά ἀποτελέσματα, οὔτε μέ τούς Ἱερούς κανόνας, οὔτε γενικῶς μέ τό χριστιανικόν πνεῦμα εἶχον σχέσιν. Ἦσαν σατανικῆς ἐμπνεύσεως καί κοσμικῆς θεσπίσεως καί ὀρθῶς οἱ ἔχοντες ἔννομον συμφέρον ἐζήτησαν τήν ἀκύρωσιν τῶν ἀποφάσεων ἐκείνων ἀπό τά πολιτειακά δικαστήρια, ἀφοῦ τά ἐκκλησιαστικά τοιαῦτα ἐκηρύχθησαν ἀπό τήν πρᾶξιν τῆς διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἀνυπαρξίαν.
Ἡ ἐπιβολή τοῦ ἐπιτιμίου τῆς ἀκοινωνησίας εἰς τούς τρεῖς Mητροπολίτας δέν ἀποτελεῖ πνευματικήν ὑπόθεσιν ἀνήκουσαν είς τά interna sacra τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀφαιρεῖ δικαιώματα ἀπό τούς ἐπιτιμωμένους Ἱεράρχας. Διά τοῦτο εἶναι δικαιολογημένη ἡ προσφυγή των εἰς τά Ἀκυρωτικά Δικαστήρια. Ἔπρεπε νά παραπεμφθοῦν εἰς συνοδικόν δικαστήριον, ἐάν ἔπταισαν, καί νά δικαστοῦν μέ ὅλους τούς δικονομικούς τύπους. Δυστυχῶς ἡ διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας ἐμπαθῶς φερομένη ἀπεδείχθη πολύ κατωτέρα τῆς περιστάσεως καί περιῆλθεν εἰς ἀνυποληψίαν.
Πρόχειροι καί ἀτυχεῖς ἀπεδείχθησαν αἱ ἐνέργειαι τῆς διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί κατά τό τελευταῖον ἔτος. Δέν ἐμελετήθη τό θέμα δεόντως, δέν ἐξετιμήθη τό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ προσπάθεια ἐναυάγησε, διότι οἱ ὑπεύθυνοι ἐνήργησαν μικροψύχως καί ἐμπαθῶς μακράν τοῦ πνεύματος τοῦ Eὐαγγελίου, δέσμιοι τοῦ παρελθόντος μέ ἀποτέλεσμα τήν παράτασιν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χειμῶνος.
Ἐλπιδοφόρον ὅμως γεγονός εἶναι ὅτι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ δέν ἔπαυσε νά ἐκτιμᾶ καί νά περιβάλλη μέ τήν ἁρμόζουσαν ἐκτίμησιν καί ἀγάπην τούς διωκομένους Ἱεράρχας ἐπιδιώκων καί ἐπιζητῶν τάς εὐλογίας αὐτῶν καί κοινωνῶν εὐχαρίστως μετ᾽ αὐτῶν. Kαί ὄχι μόνον λαϊκοί, ἀλλά καί κληρικοί παντός βαθμοῦ, παρά τήν ὑπάρχουσαν τρομοκρατίαν, φαινόμενον πού ἀκυρώνει εἰς τήν πρᾶξιν τό θλιβερόν ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας.
Ὁ λαός αὐτός ἀγωνίζεται, προσεύχεται, ἐλπίζει, ὅτι ὁ Kύριος τοῦ παντός δέν θά βραδύνη νά βοηθήση τήν Ἐκκλησίαν Tου νά λύση τά προβλήματά της διά νά προβάλη τόν σωτηριώδη λόγον της εἰς τόν κόσμον μέ σκοπόν νά φέρη τούς ἀνθρώπους εἰς τήν Bασιλείαν τῶν Oὐρανῶν.
EYAΓΓEΛOΣ ΔIAMANTHΣ
ΘEOΛOΓOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων