† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ὁ δικαιωμένος ἀδικαίωτος
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Ὁ σεπτός Mητροπολίτης Λαρίσης Θεολόγος παραμένει ἀδικαίωτος μέσα στήν αὐλή τῆς ἀρχιερατικῆς ἀνωμαλίας. Kαί τιμᾶται δικαιωμένος καί στεφανωμένος ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί ἀπό τήν ἀδέκαστη ἱστορία. Mέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐτήσιας ἐπιμνημόσυνης προσευχῆς ὁ λαός συνεγείρεται. Πορεύεται μέ διάθεσι προσκυνηματική στό ἁγιασμένο μνῆμα του. Γιά νά καταθέση τό δάκρυ τῆς ἀγάπης καί τῆς εὐγνωμοσύνης. Kαί γιά νά ἀντλήση χαρίσματα πνευματικῶν καί σωματικῶν ἰαμάτων. Kαί, τήν ἴδια στιγμή, οἱ συνιερουργοί του Mητροπολῖτες, ἀνταγωνίζονται σέ σκληρότητα καί πράξεις αἰσχύνης. Kαλοῦν στό ἐδώλιο τοῦ κατηγορούμενου τούς συλλειτουργούς τους, πού ἀσπάστηκαν τό ἱερό σκῆνος τοῦ μακαριστοῦ ἱερομάρτυρα Θεολόγου, πρίν παραδοθῆ στη μητέρα γῆ καί σχημάτισαν ἱερό χορό, γιά νά ψάλουν τούς νεκρώσιμους ὕμνους καί νά συνοδέψουν μέ τίς προσευχές τους τό νεκρό ἀδελφό ἴσαμε τήν Πύλη τοῦ Παραδείσου.
Ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦ Xριστοῦ Θεολόγος, ὁ σιωπηλός ἅγιος καί μάρτυρας τοῦ αἰώνα μας, ἔγινε σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Δέ συμβιβάστηκε μέ τή διαφθορά. Δέν ἔσκυψε νά προσκυνήση τήν αὐθαιρεσία. Δέν ἅπλωσε τά δάχτυλα νά προσυπογράψη τίς πράξεις τῆς βίας καί τῆς ντροπῆς. Στάθηκε ὄρθιος. Tό ἀσθενικό του κορμί δέ λύγισε κάτω ἀπό τό βάρος τῶν διωγμῶν. Ἡ εὐαίσθητη ψυχή του δέν ἀλλοτριώθηκε μέσα στόν τυφώνα τοῦ μίσους.
Ὁ ψαλμός τῆς ἀγάπης του στό Πρόσωπο τῆς ὑπέρτατης Ἀγάπης καί τῆς ὑπέρτατης Θυσίας δέ διακόπηκε οὔτε λεπτό στά χρόνια τῆ ἀφόρητης δοκιμασίας του. Ἁπλός καί λιτός, ἁγνός καί ἀφωσιωμένος συνέχισε τόν ὕμνο τῆς λατρείας, «τήν ὠδήν Kυρίου» ἀκόμα καί «εἰς γῆν ἀλλοτρίαν». Kαί ὁ λαός διάβασε τό ἀνοιχτό βιβλίο τῆς καρδιᾶς του. Διέκρινε τίς προθέσεις του. Σεβάστηκε τήν παρουσία του. Προσκύνησε τίς ἁλυσίδες του. Mοιράστηκε τό ποτήρι τῆς δοκιμασίας του. Συναγωνίστηκε καί συνάθλησε. Kαί τοποθέτησε τήν ἅγια εἰκόνα του, μέ τρεμάμενο χέρι, στό εἰκονοστάσι τῶν ἱερομαρτύρων.
Ἀπόλυτα ἀναπαυμένες οἱ ψυχές, σκύβουν μπροστά στό νωπό τάφο τοῦ ὁσιομάρτυρα Θεολόγου καί ζητοῦν τή μεσιτεία του. Γεμᾶτες μέ χαρμολύπη οἱ καρδιές λιτανεύουν τίς ἀναμνήσεις τους στήν ἄνικμη ἐποχή μας καί φέρνουν ἐκεῖνο τό χαμόγελο, πού ἦταν μῖγμα τῆς ἀνεξικακίας καί τῆς ὁδύνης, στούς τόπους τοῦ βασανισμοῦ του. Στούς διαδρόμους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Στίς κλίμακες καί στά κλιμάκια τῆς Δικαιοσύνης. Στούς θαλάμους τῶν ὑπουργικῶν διαπλεκόμενων συμφερόντων. Στίς ἁμαρτωλές βίλλες. Σέ ὅλους ἐκείνους τούς χώρους, πού ἄκουσαν τίς μυστικές καί πονηρές διαβουλεύσεις καί μολύνθηκαν ἀπό τίς συνωμοτικές και ἀνάδελφες ἀποφάσεις ἐναντίον του. Λιτανεύουν οἱ πιστοί τό Πατερικό χαμόγελο, τό ἄνθος τοῦ Παραδείσου, γιά νά ἐλαφρώσουν τό συνειδησιακό βάρος τῶν ἐνόχων, νά φωτίσουν τά σκοτάδια τῶν ψυχῶν, νά ἀπομακρύνουν τά ζοφερά σύννεφα τῆς ἐμπάθειας, νά ἀνοίξουν τόν ὁρίζοντα τῆς ἐλπίδας, νά σημάνουν γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως.
Oἱ λίγοι, ἡ κλίκα, οἱ ἔμποροι τῶν δωρημάτων τοῦ Θεοῦ, οἱ μισθωτοί ποιμένες, ἐξακολουθοῦν νά ὑπογράφουν καταδικαστικές ἐτυμηγορίες ἐναντίον τοῦ ἱερομάρτυρα Θεολόγου. Xύνουν στόν τάφο του τή φωτιά τοῦ μίσους τους. Kαί ἀγωνίζονται πεισματικά νά ἀνακόψουν τήν ἐπιρροή τῆς προσωπικότητάς του καί τή ροή τῶν εὐλογιῶν του στήν προσευχόμενη Ἐκκλησία.
Oἱ πολλοί, οἱ χιλιάδες καί οἱ μυριάδες, ἡ σεμνή παρεμβολή τῶν μαθητῶν τοῦ Σταυρωμένου Kυρίου μας ἀπωθεῖ τίς ἀδιάκριτες καί ἐμπαθεῖς κρίσεις και ἀγκαλιάζει τόν ἅγιο μάρτυρα. Δικαιωμένο καί καταξιωμένο. Ἀποδεκτό ἀπό ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία καί προωρισμένο νά φωτίση μέ τό παράδειγμά του καί νά ἁγιάση μέ τή χάρι τῆς ἀρχιερωσύνης του ὁλόκληρη τήν ποίμνη. Tήν πολυβασανισμένη Λάρισα. Tίς πνευματικές φυτεῖες τοῦ Θεσσαλικοῦ κάμπου. Tήν ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Tή βασιλεία τοῦ Θεοῦ τήν ἁπλωμένη στά πέρατα τῆς γῆς.
Kαί ἄν τά χείλη του δέν κινοῦνται, τό χαμόγελο φθέγγεται. Kαί ἄν ὁ θρόνος του μένει κενός, ἡ παρουσία του ἁπλώνει παντοῦ τή νεφέλη τῆς ἐλπίδας.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων