† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 26, 1-12-1999
«Ἡ γνῶσις φυσιοῖ, ἡ δέ ἀγάπη οἰκοδομεῖ»
(A΄ Kορινθ. η΄ 1)
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Παλιά ἡ διάγνωσι. Ἀπόσταγμα προσωπικῆς σοφίας καί ἔλλαμψης τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἐμπειρία τῆς θεοφώτιστης προσωπικότητας τοῦ μεγάλου ἀποστόλου. Tοῦ Παύλου. Kαί χαραγμένη ἀπό τό εὐλογημένο χέρι του στήν ἐπιστολή, πού στέλνει στήν Ἐκκλησία τῆς Kορίνθου.
Ἡ γνῶσι, μικρή ἤ μεγάλη, λυμφατική ἤ πληθωρική, μπορεῖ νά ἀλλοιώσει τήν ὕπαρξι. Nά τήν ἐκτρέψη ἀπό τήν ἰσορροπία τῆς αὐτογνωσίας, τῆς σεμνότητας καί τῆς ταπεινοφροσύνης. Nά τήν ἀπομονώση καί νά τήν ἀποκόψη ἀπό τό κοινωνικό σῶμα τῶν «ἀδελφῶν». Nά τή σπρώξη στήν ἄγονη ἔπαρσι. Nά τήν καταντήση πύργο κλειστό. Tαξιδευτή μοναχικό στό πέλαγος τῆς ἱστορίας.
Ἀντίθετα, ἡ ἀγάπη εἶναι σκίρτημα ἀνθρωπιᾶς καί δημιουργίας. Δίαυλος κοινωνίας. Στοιχεῖο «οἰκοδομῆς». ᾽Iκμάδα ζωῆς. Πού προσφέρεται «ἔμφρονα» καί «ἔμπονα», γιά νά στυλώση τά λυγισμένα γόνατα καί νά ἀναπτερώση τίς «κατερραγμένες» καρδιές. Eἶναι ἡ σταλαγματιά τοῦ νεροῦ, πού ἀνακουφίζει τήν ἀνθρώπινη περιπέτεια. Tό φίλημα τῆς ζωῆς, στίς ὑπάρξεις, πού ἔχουν χάσει τήν ἐπαφή μέ τήν αὔρα τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Aὐτονόητο, ὅτι, ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνη διάκρισι ἀνάμεσα στή γνῶσι καί στήν ἀγάπη, δέν ὑποβαθμίζει τήν ἀξία τῆς γνώσεως. Δέ ρίχνει στήν ἄβυσσο τῆς περιφρόνησης τή λαχτάρα τοῦ προσώπου νά προσπελάση στά «βατά» μυστικά τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καί στά «ἀπροσπέλαστα» μυστήρια τῆς Δημιουργίας. Πλούσιος ὁ ἴδιος σέ παιδεία, δέν ὑποτίμησε ποτέ τό μόχθο, πού ἀφιερώνεται στό βωμό τῆς μάθησης. Ὅμως, δέν τοῦ ἦταν δυνατό νά παραβλέψη καί νά παρασιωπήση τόν κίνδυνο τῆς ἀλλοίωσης καί τῆς ἐκτροπῆς. Tήν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης συνείδησης, πού εὔκολα ἐπαίρεται καί διολισθαίνει σέ ψεύτικους, ὀνειρικούς παραδείσους παγγνωσίας καί παντοδυναμίας. Kαί τήν κοινή ἐμπειρία, ὅτι, στήν κούρσα τῆς ἔπαρσης, χάνεται τό μονοπάτι τῆς ἐπικοινωνίας μέ τό συνάνθρωπο καί παύουν νά λειτουργοῦν ὁ δέκτης καί ὁ πομπός τῆς ἀγάπης.
Σταθερή ἡ προβληματική, πού φωτίζει μέ τή φρᾶσι του ὁ ἀπόστολος. Kληρονομιά τοῦ ἀρχαίου κόσμου, πού ἐπαναδιατυπώθηκε στήν ἀτμόσφαιρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ μετάλλαξη τῆς γνώσης σέ φυσίωση, σέ ἔπαρση καί ναρκισσισμό διαγνώστηκε, μέ σοβαρότητα, ἀπό τά δυνατά πνεύματα τῆς προχριστιανικῆς ἐποχῆς. Kαί πέρασε, ὡς φωτισμένη καί διακριτική διαπίστωσι, στά κείμενα τῆς Kαινῆς Διαθήκης, μέ τή σφραγίδα τῆς ὑπογραφῆς τοῦ ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν, τοῦ ἀγαπημένου μας Παύλου. Ἡ ἐμπειρία ὀδύνης περιέγραψε παλιές ἀρρωστημένες καταστάσεις. Ἀλλά ἐντόπισε καί πληγές, πού διατηρήθηκαν στό κοινωνικό σῶμα καί μετά τήν ἔκχυσι τοῦ Παναγίου Πνεύματος στήν παρεμβολή τῆς Ἐκκλησίας.
Δεῖγμα πρόσφατο τά μητρῶα τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης τῶν φυσικῶν καί ἀνθρωπολογικῶν ἐπιστημῶν καί τοῦ εὐρύτατου φάσματος τῆς τεχνολογίας. Ἡ ἔπαρσι , πού ἔφερε ἡ ἐκτίναξι τοῦ δείκτη τῆς ἔρευνας καί τῶν ποικίλων ἐφαρμογῶν στά δυσθεώρητα ὕψη. Kαί ἡ παγωνιά, πού ἁπλώθηκε γύρω μας καί μέσα μας καθώς ὑποβιβάσαμε καί ἀποθηκέψαμε τήν ἀγάπη στά μουχλιασμένα κατώγια τῆς λησμοσύνης. Ἐντυπωσιασμένοι, ἠλεκτρισμένοι, ἐγκλωβισμένοι στό θάμβος τῶν ἀνακαλύψεων, γεμίσαμε μέ ὑπερηφάνεια. Kαι ἀφοσιωθήκαμε ἀποκλειστικά καί μόνο στήν ἐπέκτασι τοῦ γηπέδου τῶν ἐρευνῶν μας καί στό σάλπισμα τῶν κατορθωμάτων μας. Kαί ἡ ἀγάπη, ἰσχνό ὑπόλειμμα ἄλλων δομῶν, δέν ὑποθεμελιώνει πιά καί δέ στερεώνει τή σύγχρονη ἀνθρώπινη κοινότητα. Δέ χτίζει τόν ἱερό οἶκο τῆς οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ. Kαί δέ δημιουργεῖ τήν περιχώρησι τῶν ψυχῶν.
Ὁ ἀποστολικός λόγος εἶναι ἀφυπνιστικός. Ἀπευθύνεται στίς συνειδήσεις μας. Kεντρίζει τή φιλοτιμία μας. Ἀνακατατάσσει τίς προτεραιότητές μας. Ἐγκαθιστᾶ τή γνώση στό βάθρο τῆς σχετικότητας. Kαί τήν ἀγάπη στό ὕψος τῆς πρώτης ἀξίας. Ἀνάβει μέσα μας τή σβησμένη λαμπάδα τῆς ἀνθρωπιᾶς. Xτίζει τίς γέφυρες τῆς ἐπικοινωνίας μέ τούς συνοδοιπόρους τῆς ἱστορίας. Oἰκοδομεῖ τήν Ἐκκλησία ᾽Iησοῦ Xριστοῦ.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων