† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 15-8-1994
Εν τη Κοιμήσει...
Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Ασπάζομαι τη Μητέρα του Κυρίου μου, που είναι και Μητέρα δική μου.
Δεν στάζω πάνω στο σεπτό σκήνος της δάκρυ, ούτε το λούζω με νεκρικό μύρο.
Βαθειά συνεπαρμένος προσφέρω θυμίαμα καρδιάς την ολόθερμη προσευχή μου.
Η Κοίμησι της Παναγίας μας δεν γεννάει μέσα μας τρόμο. Ούτε μας προσδένει εκβιαστικά στην πένθιμη πομπή. Δεν κλαίμε, "ώσπερ οι λοιποί".
Δεν σβήνει στα μάτια μας το φως της ελπίδας. Δεν μας τυλίγει το σκοτάδι του θανάτου κι ο φόβος του αφανισμού.
* * *
Η μορφή της Θεοτόκου, λαμπρή, μέσα στη δόξα της παρθενίας της και στη μοναδικότητα της Θεομητορικής αποστολής της μένει μπροστά μας ζωντανή, ικανή να μας χειραγωγήσει στο Μυστήριο της σαρκώσεως του Υιού της του Σταυρού και του Πάθους. Έτοιμη να μας προσφέρει τη στοργή της και να μας τυλίξει στον πέπλο της αγάπης της.
Στέκομαι μπροστά της με σεβασμό. Ανοίγω τις πύλες της ύπαρξής μου, για να δεχτώ μέσα μου την ευλογία της. Αντιπροσφέρω τό φτωχό θυμίαμα της Ευχαριστίας μου. Υμνώ το μεγαλείο της. Δοξάζω την προσφορά της στην ανθρωπότητα. Και καταθέτω ταπεινά την ικεσία μου.
* * *
Γιά μένα και γιά όλα τα μέλη της Εκκλησίας η Θεοτόκος είναι μιά σταθερή παρουσία αγάπης.
"Εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε...".
Και μετά την κοίμησί της δεν είμαι εγκαταλελειμμένος. Δεν είμαι μόνος. Οι άνθρωποι γύρω μου βιάζονται. Περπατούν και φεύγουν. Κινούμενες φιγούρες με αιφνιδιάζουν με το πρόσκαιρο ενδιαφέρον τους. Με τιμούν στιγμιαία με τον λόγο τους. Μου προσφέρουν γιά λίγο και τη συντροφιά τους. Αλλά γρήγορα προσπερνούν και χάνονται. Οι προσωπικές τους φροντίδες τούς οδηγούν σε κάποιο άλλο μονοπάτι. Κι ο θάνατος τούς αρπάζει και τους χάνω από πλάϊ μου.
"Ανθρωπος ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού, ωσεί άνθος του αγρού ούτως εξανθήσει".
Η Θεοτόκος η αγία Μητέρα του σαρκωμένου Λόγου είναι μιά αδιάκοπη παράστασι στον θεϊκό θρόνο. "Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου...". Και, ταυτόχρονα, μιά μετοχή στο σώμα και στη ζωή της Εκκλησίας, Και χθές και σήμερα. Και στο μακρινό παρελθόν και στην ταραγμένη εποχή μου. Και στον αποστολικό όμιλο. Και στην μαρτυρική Εκκλησία των πρώτων αιώνων. Και στα χρόνια της σκλαβιάς. Και στην άθεη γενιά μου. Και σ' όλη την ιστορική διαδρομή, που θα φέρει την ανθρωπότητα στην πύλη της έσχατης επιφάνειας του Χριστού μας.
* * *
Την παρουσία της Παναγίας μας δεν την νοιώθω σαν εικόνα του ιστορικού μουσείου. Και δεν την ζώ σαν προγονική κληρονομιά, σαν μιά εντυπωσιακή και ηρωική φυσιογνωμία κάποιας άλλης εποχής.
Η Μητέρα του Κυρίου μου είναι ένα αδιάκοπο παρόν. Μιά ζωντανή σκέπη. Ένα απρόσβλητο καταφύγιο. Μιά καρδιά, που εκπέμπει σταθερά παλμούς. Μιά μάνα, που θερμαίνει γενιές και γενιές στην αγκαλιά της. Μιά σταθερή μετοχή στη σύναξι και στην πράξι της Ευχαριστίας μας, Μιά αδιάψευστη κι αλάθητη χειραγωγός στη Βασιλεία του Υιού και Θεού της.
Το πρόσωπο της Θεοτόκου γεμίζει την Εκκλησία μας. Και αναβαθμίζει την προοπτική και τον στόχο της προσωπικής μας πορείας.
Την αντικρύζω στην Κόγχη του Ιερού βήματος. Βασίλισσα επιβλητική. "Τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ". "Πλατυτέρα των ουρανών". Θρόνο του Παντάνακτος. "Αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών".
Και, ταυτόχρονα, αισθάνομαι την παρουσία της και την συνοδοιπορία της στην προσωπική μου περιπέτεια. Μάνα στοργική στο πλάϊ μου. Να με θερμαίνει με το βλέμμα της. Να με καλύπτει με την φροντίδα της. Να με οδηγεί με το παράδειγμα της. Να με ενισχύει με τη μεσιτεία της.
Όταν τα σύννεφα με τυλίγουν, σηκώνω το βλέμμα και το καθηλώνω στο μητρικό πρόσωπο της. Όταν οι συνάνθρωποι με αγνοούν, αναπαύομαι στην παρουσία της. Όταν ξαφνικά μπαίνω στο σκοτεινό φαράγγι της απογοήτευσης απλώνω το χέρι και πιάνω το δικό της. Όταν τα μάτια μου αναβλύζουν δάκρυα, ηρεμούν αντικρύζοντας την πονεμένη αλλά ήρεμη έκφρασί της. Όταν τα βήματά μου καταντούν τρεμάμενα, στηρίζομαι πάνω της και προχωρώ.
Η Παναγία σε κάθε στιγμή στέκει πλάϊ μου. Και σε κάθε στιγμή μου προσφέρει τους θησαυρούς της αγάπης της.
Δεν χύνω δάκρυα στην κοίμησί της. Τη νοιώθω μάνα πιό γλυκιά απ' τη μάνα, που με γέννησε. Αλλά δε θρηνώ τη μετάστασί της στη Βασιλεία του Υιού της.
Ψάλλω με ξεκούραστη καρδιά και με φωνή γεμάτη συγκίνησι: "Μετέστης προς την ζωήν μήτηρ υπάρχουσα της ζωής" και "Εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε...".
Βρίσκεσαι τώρα, Παναγία μου, στην καρδιά του Παραδείσου. Στη Βασιλεία του Υιού σου. Στο φώς και στη ζωή. Στην πληρότητα της αλήθειας και στη χαρά της αδιάκοπης δοξολογίας.
Και τον κόσμο, δηλαδή εμένα και τα αδέλφια μου, δεν μας άφησες. Δεν μας αρνήθηκες. Δεν απομακρύνθηκες από κοντά μας. Δεν έκλεισες την καρδιά σου στους στεναγμούς μας και στις ικεσίες μας.
Αυτή η παρουσία είναι η αστείρευτη δύναμί μου. Το φώς που χύνεται στον δρόμο μου. Η ακτίνα, που θερμαίνει την παγωνιά στην απέραντη έρημο της περιπέτειάς μου.
Ψάλλω. Ευχαριστώ την Παναγία μου γιά την παρουσία της. Χαίρομαι. Και προχωρώ.
Τον δρόμο μου, μέσα απ' τα αγκάθια του, τον βλέπω όμορφο. Γιατί με οδηγεί στη χαρά του Θεού μου και στην αιώνια συνύπαρξι με την Θεοτόκο.
Τους πόνους δεν τους φοβάμαι. Γιατί τους αλαφρώνει η μεσιτεία της μητέρας του Κυρίου μου.
Οι κατατρεγμοί δεν με καθηλώνουν. Γιατί με παρηγορεί η ήρεμη φυσιογνωμία της Πάναγνης Παρθένου, που την βλέπω να σηκώνει δίχως απόγνωσι τη μητρική οδύνη του Γολγοθά.
Όλα τα προσπερνώ. Κι ευχαριστώ την Παναγία μου. Την εκπρόσωπο του γένους μας. Που αναδείχτηκε "αγία, αγίων μείζων".
Πλούσια κι ανεκτίμητη η δική της προσφορά.
Φτωχό το δικό μου αντίδωρο. Οι λίγοι, μικροί κόκκοι του θυμιάματος της αδύναμης ευχαριστίας μου.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων