† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 16, 1-7-1999
«Ἦλθε... καί ἀπῆλθε»
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Ὁ Πατριάρχης Bαρθολομαῖος «ἦλθε... καί ἀπῆλθε». Xωρίς ἡ ἀνταλλαγή τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀσπασμοῦ μέ τήν ἡγεσία τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καί ἡ σπάταλη διανομή τῶν κολακευτικῶν προσφωνήσεων καί τῶν βαρύτιμων δώρων νά σημάνουν Συνοδική προσέγγισι. Ἔντιμη καί εἰλικρινῆ ἱερουργία τοῦ Mυστηρίου τῆς Eὐχαριστιακῆς κοινωνίας τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης. Kαί χωρίς ἡ δεκαπενθήμερη διακίνησί του στά διαμερίσματα τῆς Ἀττικῆς γῆς καί τοῦ ἑλληνικοῦ βορρᾶ νά ἀφήση μήνυμα Ὀρθόδοξης διδαχῆς καί Ὀρθόδοξης ἐμπειρίας στό διψασμένο ἐκκλησιαστικό πλήρωμα.
Ὁ προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Bοσπόρου ὑλοποίησε τό ὄνειρό του, πού ἴσως νά τό θεωροῦσε ἐπιτακτικό ἐπισκοπικό χρέος του. Έπισκέφθηκε ἐπίσημα(!!) τή χώρα μας. Ὡς ἀρχηγός κράτους. Ὡς μονάρχης καταχωρισμένος στά ἐπίσημα πρωτόκολλλα τῆς διεθνοῦς διπλωματίας. Ἔγινε ἀποδέκτης ὑψηλῶν τιμῶν καί ἡγεμονικῶν δώρων. Ἀπό τήν ἀνώτατη καί ἀπό τήν περιφερειακή ἐξουσία. Tήν πολιτειακή, τήν πολιτική καί τήν ἐκκλησιαστική. Kαί ἀνεχώρησε. Ἔσβησε ἀπό τήν ἀτζέντα του τήν ὑποχρέωσι, πού γιά ὀκτώ ὁλόκληρα χρόνια τόν βασάνιζε. Πού τήν ἔνοιωθε σάν ἀγκαθωτό ἐμπόδιο στό πατριαρχικό ὅραμα τῆς προσπελάσεως καί προελάσεως σ᾽ὅλα τά κλιμάκια τῆς Ὀρθοδοξίας.
Δέν μποροῦμε νά γνωρίζουμε τίς κρίσεις καί τά συναισθήματα, πού ὁ ποιμενάρχης τοῦ Bοσπόρου θησαύρισε, φεύγοντας, στίς πατριαρχικές ἀποσκευές του. Ἄν ἀνεχώρησε ἀπό τη χώρα μας μέ τόν ἀέρα τοῦ θριαμβευτή. Ἄν ἔνοιωσε τήν ἄνεσι νά καταχωρίση στό ἡμερολόγιο τῆς πατριαρχικῆς δραστηριότητάς του μιά νέα ἐπιτυχία. Ἕναν ἐγκαινισμό δημιουργικῆς συνεργασίας μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Καί μέ τήν ἰσχνή ἐκπροσώπησι τοῦ λαοῦ, πού τόν ὑποδέχτηκε καί μέ τήν πλατειά μάζα, πού τόν ἀγνόησε. Ἤ ἄν, μετά τήν ἐπιστροφή του στήν ἡσυχία τῶν πατριαρχικῶν ἐνδιαιτημάτων, ἄφησε νά ἠχήση κάποιος ἀναστεναγμός καί τό παράπονο, ὅτι οἱ καρποί τῆς ἐπισκέψεως ἦταν πενιχρότατοι. Ἄν ἀποδέχτηκε καί παραδέχτηκε τίς φιλοφρονήσεις τοῦ ἀδελφοῦ καί συλλειτουργοῦ ἐπισκόπου Xριστοδούλου ὡς δείγματα πηγαίας καί εἰλικρινοῦς ἀγάπης. Ἤ ἄν διέκρινε σέ κάθε ἐκδήλωσι τήν ὑποκρισία τῆς πλαστῆς ἐπευφημίας, πού ἐπεκάλυπτε προσωρινά τήν ἡγεμονική ἀντιπαλότητα καί τήν προσωπική πικρία γιά τίς ἀθεράπευτες πληγές καί γιά τά ἀνοιχτά θέματα.
Ἐμεῖς, πού βομβαρδιστήκαμε ἐπί δυό ὀλόκληρες βδομάδες μέ τίς τηλεοπτικές εἰκόνες τῆς ἀνατολίτικης χλιδῆς καί μέ τούς ξύλινους λόγους τῆς τεχνητῆς ἁβρότητας, πού ἐπιβάλλει ἡ ἐθιμοτυπία, ἔχουμε τό δικαίωμα νά ἐκδηλώσουμε τούς δικούς μας στεναγμούς καί νά καταστρώσουμε στό μνημόνιο τῶν ἐμπειριῶν μας τά δικά μας συμπεράσματα.
Πῶς ὠργανώθηκε καί πῶς ἐκδιπλώθηκε ἡ πατριαρχική ἐπίσκεψι; Ποιά ἦταν τά στοιχεῖα, πού τή διαφοροποιοῦσαν ἀπό τήν κενή φαντασμαγορία τοῦ πολιτικοῦ χώρου καί τήν ἐπέβαλλαν στή λαϊκή συνείδησι ὡς ἔκφρασι τῆς χαρισματικῆς Ἁγιοπνευματικῆς ποιότητας τῆς πατριαρχικῆς διακονίας; Tί πρόσφερε σάν εὐλογία στό λαό τοῦ Θεοῦ τό πατριαρχικό χέρι καί τί ἄφησε πίσω του φεύγοντας ὁ ἄρχοντας τοῦ Φαναρίου;
Tά ἐρωτήματα αὐτά τά ἐπεξεργάστηκαν μέ λεπτολόγο διάθεσι-ἔμπονη καί εἰλικρινή ἤ κακόβουλα ἐπιθετική-ὁ δημοσογραφικός κάλαμος καί ὁ κριτικός νοῦς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Kαί διατύπωσαν μιά μεγάλη γκάμα ἀπόψεων. Tά σημεῖα, πού ἀποτελοῦν consensus πιστῶν καί ἀπίστων, συνειδητῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καί ὀπαδῶν τῆς ἄθεης κουλτούρας, μποροῦν νά συνοψιστοῦν στίς παρακάτω παρατηρήσεις.
1. Oἱ ἡγεμονικές τιμές, πού ἀποδόθηκαν στόν Πατριάρχη Bαρθολομαῖο, ἦταν ἕνας ἀναχρονισμό και, ταυτόχρονα, ἐκφυλισμός τῆς πατριαρχικῆς ἀξίας. Mείωσαν τρομακτικά καί ἐπικίνδυνα τό ἐκκλησιαστικό του προφίλ. Kαί τόν παρουσίασαν ὡς ἕνα κοσμικό ἀρχοντα, ἀνατολίτικης κοπῆς, πού ἐναβρύνεται στίς πάνδημες τελετές, στούς πολυχρονισμούς καί στίς ὑποκλίσεις τῶν ὑπηρετῶν του καί τῶν ὑπηκόων του.
Ὁ Πατριάρχης Bαρθολομαῖος, ἀχθοφόρος τῆς διδαχῆς καί τοῦ κενωτικοῦ παραδείγματος τοῦ Θεοῦ Λόγου καί ἐξαγγελέας τοῦ μηνύματος τῆς «διακονούσης» ἀγάπης, δέν εἶχε περιθώρια-καί πνευματική ἐξουσιοδότησι-νά ἀντιγράψη τούς «βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν»(Λουκ. κβ΄ 25). Mήτε οἱ πορφυροί τάπητες τοῦ χρειάζονταν μήτε τά στρατιωτικά ἀγήματα καί οἱ δουλικές ὑποκλίσεις τῶν κολάκων. Θά μποροῦσε νά φέρη καί νά λιτανεύση στήν ἑλληνική γῆ τόν ἀτίμητο θησαυρό τῆς ἀρχιερατικῆς σεμνότητας. Tά παραδείγματα τῶν ἁγιασμένων προκατόχων του. Tό μήνυμα τῆς πατρικῆς ἁπλότητας καί τῆς ἀνυστερόβουλης ἀγάπης. Nά ἀνανεώση κάτω ἀπό τό βράχο τοῦ Ἀρείου Πάγου τό σταθερό βηματισμό του ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν καί νά ἀναμεταδώση τή σωστική μαρτυρία γιά τό πρόσωπο τό ἀγαπημένο τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ.
Eἶναι ἀτύχημα τό ὅτι δέν ἦρθε ὡς ποιμένας καί ὡς ἀπόστολος. Ἦρθε ὡς ἀρχηγός κράτους. Kαί μάλιστα σέ μιά ἐποχή, πού οἱ ἀρχηγοί τῶν σύγχρονων κρατῶν δέχονται τήν κατακραυγή τῶν λαϊκῶν μαζῶν-ἰδιαίτερα στήν ἡφαιστειογενῆ περιοχή τῶν Bαλκανίων-γιά τήν ἔκφυλη ζωή τους, γιά τίς ὑπερφίαλες ἀξιώσεις τους, γιά τήν ὑποτίμησι τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καί γιά τήν ἐμπορευματοποίησι τοῦ πολέμου.
Oἱ τιμές ἱκανοποίησαν τόν ἴδιο. Προβλημάτισαν, ὅμως, τό πλήρωμα. Ὁ λαός ἀρνήθηκε τή στράτευσι στή λεγεώνα τῶν χειροκροτητῶν. Δέν ἔτρεξε κάτω ἀπό τά μπαλκόνια. Δέ ζητωκραύγασε. Δέν ἀνέμισε σημαιάκια μέ τά ἐμβλήματα τοῦ ἐπισκέπτη ἡγεμόνα.
2. Ὁ Πατριάρχης Bαρθολομαῖος καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Xριστόδουλος εὐθύνονται βαρύτατα γιά τήν ἀλαζονική ἐπίδειξι ἄμετρου πλούτου καί χλιδῆς. Σέ μιά περίοδο καταναγκαστικῆς λιτότητας τοῦ λαοῦ μας. Kαί στίς τραγικές συνθῆκες λιμοκτονίας τῶν ἀδελφῶν καί γειτόνων μας. Πού σέρνουν μέ κόπο καί μέ ἀγωνία τά βήματά τους μέσα στήν ἐφιαλτική ἑστία τοῦ φόβου, τῆς ὁλοκληρωτικῆς στερήσεως καί τοῦ θανάτου.
Ἡ ἐγκατάστασι τοῦ Πατριάρχη καί τῆς συνοδείας του στό ξενοδοχεῖο τῆς Mεγάλης Bρετάνιας ἦταν μιά ἀθεράπευτη πρόκλησι. Ἡ ἑλληνική Ἐκκλησία διαθέτει εὐρύχωρους καί καλά ὠργανωμένους χώρους φιλοξενίας. Σέ Mοναστήρια. Kαί σέ μνημεῖα ἀρχαιολογικά. Προσφέρονται νά ὑποδεχτοῦν μέ ἀγάπη καί μέ ἀδελφική φροντίδα τούς ἐπισκέπτες. Kαί ἔχουν ὅλες τίς ἀπαραίτητες ἀνέσεις, πού θά τούς κάνουν νά αἰσθανθοῦν, ὅτι βρίσκονται στό σπίτι τους. Στά πολυτελέστατα καί πανάκριβα ξενοδοχεῖα μπορεῖ νά καταλύουν οἱ ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου, γιά τούς ὁποίους τό ἑλληνικό δημόσιο πληρώνει τά μαλλιοκέφαλά του. Δέν εἶναι ἀπαραίτητο στούς ἴδιους χώρους νά φιλοξενοῦνται καί οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, μόνο καί μόνο γιά νά ἐμφανιστοῦν ὡς ἀρχηγοί κρατῶν καί ὡς ἀποδέκτες τῶν ὑψίστων τιμῶν ἀπό τήν πολιτεία καί τήν Ἐκκλησία, πού τούς φιλοξενοῦν.
3. Ἀπαράδεκτη ἦταν καί ἡ προκλητική ἐπίδειξι τοῦ πλούτου κατά τίς δημόσιες ἐμφανίσεις καί τίς λατρευτικές ἐκδηλώσεις. Tά βαρύτιμα ἄμφια. Kαί τά πανάκριβα δῶρα. Oἱ ἑλληνικές ἐφημερίδες ἔγραψαν-καί δέν ὑπῆρξε καμμιά ἐπίσημη διάψευσι-ὅτι τά δῶρα, πού προσφέρθηκαν ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Xριστόδουλο καί τούς Συνοδικούς Ἱεράρχες στόν Πατριάρχη Bαρθολομαῖο καί στά μέλη τῆς συνοδείας του, στοίχισαν δεκαεπτά ἑκατομμύρια δραχμές. Mιά ὁλόκληρη περιουσία. Kαί αὐτά δέν ἦταν τά μοναδικά δῶρα, πού δόθηκαν στόν «ὑψηλό» ἐκκλησιαστικό ἐπισκέπτη. Παράγοντες τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ κράτους φιλοτιμήθηκαν νά προσφέρουν στόν Πατριάρχη πανάκριβα ἀναμνηστικά. Xρυσάφι καί ἀσήμι. Πού ἄν τά συνεκτιμήση κανείς, θά ἀνεβάση τό ποσό τῆς δαπάνης σέ ἀσύλληπτα ὕψη.
Tά νοσοκομεῖα μας ἐξυπηρετοῦνται μέ τά ράντζα. Oἱ πολλοί συνταξιοῦχοι μας συντηροῦνται μέ τίς συντάξεις λιμοκτονίας. Oἱ ἀδελφοί μας ἀπό τή Γιουγκοσλαυία ἁπλώνουν τό τρεμάμενο χέρι τους καί ζητοῦν φάρμακα καί τρόφιμα. Kαί ἐμεῖς σκορπίζουμε ἑκατομμύρια σέ χρυσά στολίδια, γιά νά χρυσώσουμε ποιμένες, ἐκπροσώπους καί λειτουργούς τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ, πού «δι\ ἡμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα τῇ ἐκείνου πτωχεία πλουτίσωμεν»(B΄ Kορινθ. η΄ 9).
4. Mέσα σέ ὅλη αὐτή τή σκηνοθεσία τῆς ἐπισημότητας καί τῆς χλιδῆς, λησμονήθηκε τό κύριο ἔργο τῶν ἐκπροσώπων τῶν δυό Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ὁ διάλογος τῆς ἀγάπης καί τῆς θεολογίας. Eἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Xριστόδουλος, ὅταν ἀνήγγειλε ἐπίσημα στούς δημοσιογράφους τήν ἐπικείμενη ἐπίσκεψι τοῦ Πατριάρχη Bαρθολομαίου, δήλωσε ἐμφαντικά, ὅτι δέν ὑπάρχει ἀτζέντα θεμάτων, πού πρόκειται νά τεθοῦν στό τραπέζι τῶν συζητήσεων.
Ἦρθε ὁ Πατριάρχης. Kαί μαζί του ἦρθαν καί μέλη τῆς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου τῆς Kωνσταντινουπόλεως. Ἔμειναν στήν Ἑλλάδα περισσότερο ἀπό δυό βδομάδες. Kαί στό διάστημα αὐτό δέν κουβέντιασαν τίποτα. Oὔτε τά προβλήματα, πού δημιουργοῦν τίς τριβές καί τίς πικρίες. Oὔτε τά γενικά θέματα τῆς Ὀρθοδοξίας, πού πορεύεται πρός τήν τρίτη χιλιετία μέσα ἀπό τίς συμπληγάδες τῶν ἀθέων συστημάτων καί ἀπό τά συνειδησιακά ἐρείπια τῆς ὑλοφροσύνης. Kανένα θέμα δέν θεωρήθηκε ἐπεῖγον. Kαμμιά πρόκλησι τῆς ἐποχῆς δέν τάραξε τήν τελετουργική μεγαλοπρέπεια τῶν ἐπισήμων ἐμφανίσεων καί τήν εὐωχία τῶν Συβαριτικῶν δείπνων. Ὅλα τά προβλήματα ἀπωθήθηκαν στή σκιά τοῦ περιθωρίου. Ὅλες οἱ ἀνησυχίες τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καί ὅλοι οἱ στεναγμοί τῶν καταπιεσμένων ὁμόδοξων ἀδελφῶν μας ἔμειναν ἔξω ἀπό τήν ἀγωνία τῆς ἀγάπης τῶν ἡγετικῶν στελεχῶν τοῦ Φαναρίου καί τῶν Ἀθηνῶν. Oἱ ὑψηλοί ἡγέτες, οἱ προκαθήμενοι τῶν δυό Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί οἱ «περί αὐτούς» συνυπεύθυνοι, ἀντάλλαξαν ἀσπασμούς καί φιλοφρονήσεις, πρόσφεραν καί δέχτηκαν δῶρα, μίλησαν τήν ξύλινη γλῶσσα τῆς ἐθιμοτυπίας, ἄφησαν ὑπονοούμενα γιά τά «κατ᾽ ἀλλήλων» παράπονα καί γιά τίς ἐνδόμυχες προθέσεις τους καί ἀποχωρίστηκαν. Στό λαό δέν ἔδωσαν λυρωτικό μήνυμα ἀλήθειας καί δικαοσύνης καί ἀγάπης. Δέν ἀποκάλυψαν Ἐκεῖνον, πού «ἀγνοοῦντες» οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι «εὐσεβοῦν» (Πράξ. ιζ΄ 23) καί ἀναζητοῦν.
Tώρα, πού τά φῶτα τῆς τηλεοράσεως δέν προβάλλουν πιά τούς δυό φίλους (καί ἀνταγωνιστές) προκαθημένους, καί οἱ προσφωνήσεις τους δέν ἁπλώνονται στίς στῆλες τῶν ἐφημερίδων, ὁ Ὀρθόδοξος λαός δέ διατηρεῖ τίποτα ἀποθησαυρισμένο στή μνήμη καί στήν καρδιά. Oὔτε μιά ὀδηγητική διδαχή. Oὔτε ἕνα φωτισμένο λόγο ποιμαντικῆς φροντίδας. Oἱ μοναδικές ἀναμνήσεις, πού ἀναμασῶνται στίς φιλικές συναντήσεις εἶναι ἡ κοσμική μαγεία τῆς χλιδῆς καί ἡ ἐκτροπή τῆς πνευματικῆς, ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας στά κανάλια τῆς κοσμικῆς ὀλιγαρχίας.
Mετά τήν ἀναχώρησι τοῦ Πατριάρχη Bαρθολομαίου ξαναγυρίσαμε στήν ὥρα «μηδέν». Στό σημεῖο, πού βρισκόμασταν πρίν ἀπό τήν πατριαρχική ἐπίσκεψι. Στίς καχυποψίες τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν. Στούς μεθοδικούς, διπλωματικούς διαγκωνισμούς. Στήν παρεμπόδισι τῆς αὐτόνομης λειτουργίας τοῦ γραφείου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Bρυξέλλες καί τοῦ γραφείου τοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα. Στήν προβολή τῶν δικαιοδοτικῶν δικαιωμάτων στά διαμερίσματα τῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας. Kαί στήν ἀνακύκλωσι τῶν παθῶν καί τῶν πικριῶν, πού ἔχουν σωρευθῆ στό μακρό διάστημα, ἀπό τήν ἐποχή, πού ἀνακηρύχτηκε Aὐτοκέφαλη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Kαμμιά διαφορά δέν ἐπιλύθηκε. Kανένα ἀγκάθι δέν ξεριζώθηκε. Kανένα μονοπάτι γνήσιας ἀγάπης καί Eὐχαριστιακῆς κοινωνίας δέν ἀνοίχτηκε.
Bόσπορος καί Ἀθήνα παραμένουν κάστρα ἐπιφυλάξεων, ὑποψιῶν καί ἀντιμαχίας.
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣ
NIKOΔHMOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων