† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 205, 16 Μαΐου 2007
Ἡ ὀδυνηρή ἐμπειρία μου
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Φίλοι ἄθεοι, σαλπιγκτές τῶν συνθημάτων τοῦ ἀθεϊσμοῦ, χαρίστε μου τήν ἄνεση, νά σᾶς ἐκδιπλώσω, ἁπλά καί ἐξομολογητικά, τή μακρά, κατώδυνη, ἱερατική ἐμπειρία μου. Σεῖς, φορεῖς ἤ μεταφορεῖς τοῦ πνεύματος τῆς νεωτερικότητας, ἐντάσσετε στή λίστα τῶν “ξεπερασμένων” ἰδιωμάτων τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου τή δίψα γιά ἀναφορά στήν “ὑπέρ λόγο” πραγματικότητα καί γιά κοινωνία μέ τόν “πάντων ἐπέκεινα” Θεό. Ὑψώνετε, μέ αὐτοπεποίθηση παγγνωσίας, τά πανώ τῆς χειραφέτησης. Καί προβάλλετε, ὡς μοναδική καί ὑπέρτατη ἀξία, τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Κηρύσσετε, “ἐκ τοῦ μακρόθεν”, τίς ἰδέες σας στίς πλατειές, ἀνθρώπινες μάζες. Καί ἐπαγγέλλεσθε δυναμική ἀποκοπή ἀπό τά σχήματα τοῦ παρελθόντος, ἀναβάθμιση τῆς ποιότητας ζωῆς καί ἀδέσμευτη, τρελλή ἀπόλαυση τῶν εὑρημάτων τοῦ πολιτισμοῦ μας. Θά μοῦ ἐπιτρέψετε, ὅμως, τήν παρατήρηση, ὅτι, κατά τήν ὁρμητική σας ἐπέλαση στήν ἐπικαιρότητα καί στήν προσπάθειά σας νά διεγείρετε τά πλήθη καί νά προκαλέσετε “ρεῦμα”, σᾶς διαφεύγει ὁ προσωπικός στεναγμός καί ἡ κρυφή ἀγωνία τοῦ κάθε συνοδοιπόρου μας. Δέ σᾶς ἀπομένει χρόνος ἤ καί διάθεση, νά μιλήσετε μέ τή μιά ὕπαρξη, πού ἀγκομαχάει στήν ἀνηφόρα τοῦ ἱστορικοῦ δρόμου, γιατί, μέσα στίς σύγχρονες συγκυρίες, ἔχασε καί τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο καί δέν κατάφερε νά ἀξιολογήσει τήν ἱερότητα τοῦ προσώπου της καί νά διδαχτεῖ τό νόημα τοῦ μόχθου της.
Ἐγώ, λειτουργός τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν ἀποστέργω τήν ἀναβάθμιση τῆς ποιότητας ζωῆς. Καί δέν περιφρονῶ τήν περαιτέρω καλλιέργεια τῶν πολιτιστικῶν μοντέλων. Ὡστόσο, μέ συνέχει καί μέ συνεγείρει τό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου μου, νά ἀναζητήσω τό ἕνα, τό “χαμένο” πρόβατο. Νά περπατήσω, διακριτικά, στήν ἄκρη τοῦ δρόμου ἤ στίς μακρινές ἐρημιές. Νά ἀφουγκραστῶ τό στεναγμό τοῦ πονεμένου ἀδελφοῦ μου. Νά σφουγγίσω τό δάκρυ μέ τό μαντίλι τῆς θείας ἀγάπης. Καί νά στηρίξω τά “παραλελυμένα γόνατα”. Ἀσκώντας αὐτό τό λειτούργημα, δέ σαλπίζω ξεσηκωμό γιά χειραφέτηση. Κι’ αὐτό, γιατί πιστεύω ἀκράδαντα, πώς, ἀπό τή στιγμή τῆς Δημιουργίας, ὁ Θεός προίκισε τήν ἀνθρώπινη φύση μας μέ τά δῶρα τῆς ἀναπαλλοτρίωτης ἐλευθερίας καί τῆς ἔλλογης ὑπευθυνότητας. Ἡ μόνη μου παρέμβαση εἶναι νά ὑπενθυμίζω στούς συνοδοιπόρους μου καί συνομιλητές μου, πώς ἐλευθερία δίχως τή συνειδητοποίηση καί τήν ἐνεργοποίηση τῆς ὑπευθυνότητας δέν εἶναι ἐλευθερία. Καί πώς ὑπευθυνότητα, πού δέ διαχειρίζεται, σοφά καί διακριτικά, τό δῶρο τῆς ἐλευθερίας, καταντάει ἐπικίνδυνη τυραννία.
Ναί, δέν ὑψώνω σημαῖες. Μοιράζομαι τούς προβληματισμούς καί τήν ὀδύνη. Διαλέγομαι, ἄμεσα, εἰλικρινά, ἔντιμα καί ἔμπονα, μέ τούς ἀνθρώπους, πού συναινοῦν νά μιλήσουν μαζί μου. Μέ τούς “προβεβηκότες” στήν ἡλικία. Καί μέ τή θαλερή νεότητα. Μέ τούς φορεῖς τῆς πίστης. Καί μέ τούς ὀπαδούς τῶν ἀθεϊστικῶν κινημάτων. Μιά καί περπατᾶμε στά χαραγμένα μονοπάτια τῆς “παρούσης” ζωῆς, ἀντιμετωπίζουμε τίς ἴδιες προκλήσεις, δοκιμάζουμε τίς ἴδιες χαρές καί τίς ἴδιες καταιγίδες, εἶναι παραδεκτό, νά ἀλλάζουμε κρίσεις καί ἐμπειρίες καί νά θησαυρίζουμε μέ τή γνώση καί μέ τήν ὀδύνη τοῦ συνομιλητή “ἀδελφοῦ”.
Αὐτό τό διάλογο, δέν τόν διαφεντεύουν καί δέν τόν τροχιοδρομοῦν τά ὁρμητικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς. Καί δέν τόν δημοσιοποιοῦν τά συνθήματα, πού γράφονται στούς τοίχους. Τόν κανοναρχοῦν οἱ μυστικές μας λαχτάρες. Καί τόν προσδιορίζουν, θεματικά, οἱ ἀναπάντεχες, προσωπικές περιπέτειες. Σιγοῦν οἱ φωνές τῶν πολλῶν. Χαμηλώνουν τά φῶτα τῆς ἐκθαμβωτικῆς προπαγάνδας. Καί ἡ ἐπικοινωνία μπαίνει στά μονοπάτια τῆς ἀμεσότητας καί τῆς εἰλικρίνειας.
Ἀπό αὐτό τόν ἱερατικό διάλογο μέ τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μου, σᾶς μεταφέρω, ἤ, ἀκριβέστερα, σᾶς ἐμπιστεύομαι ἕνα κομμάτι. Μιά συμπερασματική σελίδα, πού, ἀντί γιά ἀνθούς εὐτυχίας, διασώζει καί στέλνει στήν ἱστορία, πικρία καί πόνο. Ἀδέλφια μας, πού ἄκουσαν τά κηρύγματα καί τά συνθήματα τῆς χειραφέτησης, πού ἔκοψαν τή γραμμή κοινωνίας μέ τό Δημιουργό καί Πατέρα καί ἀπορροφήθηκαν στή δίνη τῆς ἐγκόσμιας πολυπραγμοσύνης, ζοῦν, τούτη τήν ὥρα τήν ἐμπειρία τῆς ἀποτυχίας καί τῆς ἀπαξίας. Τά ὑλικά ἀγαθά τά ἀπόλαυσαν καί τά ἀπολαμβάνουν μέ πλησμονή. Τούς γέμισαν τά στομάχια. Ἀλλά δέν τούς γέμισαν τίς ψυχές. Ἡ γεύση τῆς εὐημερίας τούς ἐξασφάλισε τόν κορεσμό. Ἀλλά δέν ἔδωσε ὁράματα καί προοπτικές στίς ἀνήσυχες συνειδήσεις τους. Τά ἀνοίγματα τῆς πολυδιάστατης “ἀπελευθέρωσης” τά περπάτησαν, τά χόρτασαν καί τά ἀπομυθοποίησαν. Καί τώρα τά βιώνουν ὡς πλάνα συνθήματα, πού δέν ἀσκοῦν γοητεία καί δέν καταξιώνουν τήν ὕπαρξη.
Μή βιαστεῖτε νά ἀντιλέξετε, ὅτι οἱ περιπτώσεις αὐτές εἶναι σπάνιες. Τό πρόβλημα, πού ἐγώ τό κουβεντιάζω μέ τήν κάθε ἀνήσυχη ὕπαρξη, σεῖς ὅλοι μπορεῖτε νά τό διαπιστώσετε, παρακολουθώντας, ἐρευνητικά καί στοχαστικά, τήν καθημερινή, ἔντυπη ἤ ἠλεκτρονική, ἐνημέρωση. Ἀφήστε, γιά λίγο, τήν ἄνεση καί τήν ἀμεριμνησία τοῦ καναπέ. Καί ἀναλύστε, μέ ἀντικειμενικότητα, τίς πληροφορίες. Διερευνήστε, τή γύρω σας, τραγική πραγματικότητα. Τίς στρατιές τῶν νέων ἀνθρώπων, πού, θολωμένοι στήν ἀπογοήτευσή τους, καταφεύγουν στούς ὀνειρικούς παραδείσους τῶν ναρκωτικῶν. Τίς ἀτέλειωτες λίστες τῶν ἀδελφῶν μας, πού καταδυναστεύονται ἀπό τήν κατάθλιψη. Τίς καθημερινές ἀναγραφές τῶν ἐφημερίδων μας, πού ἐκδιηγοῦνται τήν ἐφευρετική παραβατικότητα, τή μόνη δίοδο τῶν λησμονημένων ἀτόμων πρός τήν προβολή καί ἀνάδειξη τοῦ “ἐγώ”. Ὅλα αὐτά τά κοινωνικά συμπτώματα, πού τά διεκτραγωδοῦμε καί τά κολάζουμε, ἀποτελοῦν ἐκχειλίσματα καί ξεσπάσματα ἐσωτερικῆς ἀναταραχῆς. Πικρίες καί ἀντιδράσεις ψυχῶν, πού βιώνουν τήν ἀπουσία ὁράματος, ἱκανοῦ νά ἀναδείξει τήν ὕπαρξη καί νά γεμίσει τήν καθημερινότητα. Γεύση περιθωριοποίησης, μοναξιᾶς, ἔλλειψης νοήματος τοῦ βίου. Καί, πρό παντός, ὁριστική φραγή τῆς διάβασης, πού ὁδηγεῖ στήν κοινωνία μέ τό Πρόσωπο τοῦ μεγάλου Πατέρα, τήν Ἑστία τῆς ἄπειρης ἀγάπης καί μέ τά πρόσωπα τῶν ἰσότιμων ἀδελφῶν μας.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων