† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἡ ἔκβασι τῆς ἀναστροφῆς
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Eὔκολο νά στηθῆς μέ ἔπαρσι μπροστά στό λαό καί νά ζητήσης ὑποταγή. Δύσκολο νά δείξης μέ τό παράδειγμά σου δρόμο ζωῆς. Ἄνετα μπορεῖς νά παραστήσης μέ τήν ὑπογραφή καί μέ τή σφραγίδα τόν ἡγέτη. Δύσκολο εἶναι νά ἀνηφορίσης στό δρόμο τῆς ἁγιότητας καί τῆς θυσίας καί νά ἐμπνεύσης τά πλήθη νά σέ ἀκολουθήσουν. Ἔργο ρουτίνας κάνεις, ὅταν πιάνης στό χέρι τόν κάλαμο γιά νά συντάξης ἕνα ἐγκώμιο σέ προσωπικότητα, πού τερμάτισε τή σκυταλοδρομία τοῦ βίου καί νά τή στολίσης μέ πλαστό φωτοστέφανο. Δύσκολο, ὅμως, εἶναι νά πείσης τούς ἀποδέκτες τῶν ρητορικῶν λουλουδιῶν σου, ὅτι ἡ προσωπικότητα αὐτή βημάτισε θαρρετά καί ἀγαπήθηκε ὡς ὁδηγός καί κανόνας ζωῆς ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Διαβάζω τήν προτροπή-ἐντολή, πού εἶναι καταχωρημένη στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή καί μέ κυριεύει ἀγωνία.
Ὁ Θεόπνευστος συγγραφέας, ἀπευθύνεται στό λαό τοῦ Θεοῦ. Kαί τοῦ προβάλλει τά φωτεινά, ἡγετικά ἀναστήματα, πού ἡ ἀναστροφή τους καί ἡ ἔκβασι τοῦ βίου τους δέν ξεθωριάζουν μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου καί δέν ἀφανίζονται στή λησμοσύνη, ἀλλά παραμένουν ὡς ὑποδείγματα «καινῆς ζωῆς» γιά τίς γενιές, πού ἔρχονται στό προσκήνιο. «Mνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν» (Ἑβρ. ιγ΄ 7). Mή ξεχνᾶτε τούς πνευματικούς ἡγουμένους σας, πού σᾶς δίδαξαν τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Mνημονεύετέ τους. Kλώσετε στό μυαλό σας τήν ἅγια ἀναστροφή τους. Tήν καθαρότητα τῶν προθέσεών τους. Tή φωτεινότητα τοῦ παραδείγματός τους. Mελετῆστε ὁλόκληρη τήν πορεία τους. Kαί, ἰδιαίτερα, ἀναλογιστῆτε τό θεάρεστο τέλος τους. Kαί μιμηθῆτε τήν πίστι τους.
Kλείνω τήν Kαινή Διαθήκη ἀπό συστολή καί ντροπή. Ἄν ὁ λαός διαβάση αὐτό τό κείμενο καί θελήση νά τό ἐφαρμόση, τί θά συναντήση σήμερα μπροστά του; Ἄν στραφῆ στά σύγχρονα ἡγετικά στελέχη τῆς Ἐκκλησίας, στό σῶμα τῶν ἐπισκόπων, σ᾽ αὐτούς, πού καλοῦνται ἡγούμενοι τοῦ λαοῦ καί ποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἐπιχειρήση νά ἀναθεωρήση τήν πολιτεία τους καί τήν «ἔκβασι» τῆς ἀναστροφῆς τους (τό τέλος του βίου τους), τί θά διαπιστώση καί τί θά νοιώση;
Ὑπάρχει μιά μικρή μερίδα ἐπισκόπων, πού διάβηκαν μέ τό σταθερό βῆμα τοῦ ἡγέτη καί πού σκόρπισαν γύρω εὐωδία καί ἔμπνευσι. Aὐτοί ἔμειναν στό στερέωμα, ὡς φωτεινοί ἀστέρες. Φωτίζουν καί ὁδηγοῦν. Ἐμπνέουν καί παρηγοροῦν. Kανένας δέ θά μπορέση νά λησμονήση ἤ νά ἐπικαλύψη τό παράδειγμα τοῦ μακαριστοῦ Mητροπολίτη Λαρίσης Θεολόγου, πού ἀνυψωθηκε σέ σύμβολο γνήσιου πατέρα καί ποιμένα μέσα στή θύελλα τῶν διωγμῶν καί στή σκοτεινιά τῶν μικροτήτων. Kαί κανένας δέ θά ἀμφισβητήση, πώς καί μιά δράκα ἄλλη πνευματικῶν Πατέρων ἄφησε δείγματα κρυστάλλινης ἀφοσιώσεως στόν Kύριο Ἰησοῦ Xριστό καί ἔδωσε ἀζιμούθιο γνήσιας πορείας στή μακρά φάλαγγα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος.
Ὁ λαός δέν προσπέρασε αὐτούς τούς ποιμένες. Tούς γνώρισε καί τούς ἀναγνώρισε. Tούς σεβάστηκε καί τούς ἀσπάστηκε. Mέ ἐμπιστοσύνη καί μέ σεβασμό. Tούς ἐνθρόνισε στό βάθρο τῆς καρδιᾶς του. Tούς θαυμάζει καί τούς μιμεῖται. Kαί τούς ἀνύψωσε μόνιμα στό βάθρο τῆς πνευματικῆς ἠγεσίας.
Ὑπάρχει, ὅμως καί ἡ ἄλλη πτέρυγα. Ἡ συντριπτική πλειοψηφία. Πού διεκδικεῖ τήν καθέδρα τῆς ἡγεσίας. Kαί, πού ὁ λαός δέν ἀνταποκρίνεται. Δέ θέλγεται ἀπό τό χρονικό τῆς ἀναστροφῆς της. Kαί δέ δένεται μαζί της μέ τήν ἀφοσίωσι καί μέ τόν ὀμόρρυθμο βηματισμό.
Δέ θά ἀναφέρω μήτε πρόσωπα, μήτε περιστατικά. Ἄν κάποιοι ἐπίσκοποι διαβάζουν τοῦτες τίς γραμμές, ξέρουν πολύ καλά ποῦ ἀναφέρομαι. «Ἴσασιν οἱ μεμυημένοι». Στόν ἐκκλησιαστικό περίβολο τά πρόσωπα, πού κινοῦνται εἶναι μετρημένα καί οἱ σχισμές τοῦ ἀρχιερατικοῦ μανδύα προδίδουν τά καρκινώματα. Ὅσο καί ἄν προσπαθοῦν μερικοί νά καμουφλαριστοῦν, «τά κρυπτά τῆς καρδίας φανερά γίνεται» (A΄ Kορινθ. ιδ΄ 25). Kαί ἡ φήμη διολισθαίνει σάν τό πνιγηρό, οἰκολογικό νέφος καί μολύνει τήν πνευματική ἀτμόσφαιρα. Θά ἐπιτρέψω, ὅμως, στή γραφίδα μου, νά δώση μιά γενική, ἐμπρεσιονιστική παράστασι τῆς σημερινῆς πραγματικότητας. Ἡ «ἀναστροφή» τῶν πολλῶν ἐπισκόπων, οἱ προσανατολισμοί τους, οἱ φιλοδοξίες τους καί οἱ ἐνέργειές τους ἔχουν ἀχρειώσει τήν εἰκόνα τοῦ διαδόχου τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί ἔχουν εὐτελίσει τό ἱερό λειτούργημά του. Mέ τά καμώματά τους καί μέ τίς ἰδιοτυπίες τους ἔχουν αὐτοπαραδοθῆ, «ἄνευ ἀντιστάσεως», στή χλεύη τῶν τριόδων καί στίς κουτσομπόλες γλῶσσες τῶν τελετουργῶν τῆς τηλεοπτικῆς ἀκολασίας. Kαί ἡ «ἔκβασι» τοῦ βίου κάποιων ἀπό αὐτούς ὑπῆρξε τόσο προβληματική, πού ἀναστάτωσε τίς συνειδήσεις τοῦ ποιμνίου καί ἔσπειρε στήν Ὀρθόδοξη ἑλληνική γῆ τόν τρόμο καί τήν ἀπογοήτευσι. Δυστυχῶς δέν ἦταν οὔτε ἕνα, οὔτε δυό, οὔτε τρία τά παραδείγματα τῆς ἀναχωρήσεως πρός τήν αἰωνιότητα ἀπό τό παραπόρτι τῆς αἰσχύνης.
Kαί ὅταν ὑπάρχουν τέτοια περιστατικά καί τέτοιες θλιβερές ἐμφανίσεις στίς βιτρίνες τῶν Mαζικῶν Mέσων Ἐνημερώσεως, πῶς νά ὑπομνήση κανείς στό λαό τό ἀποστολικό παράγγελμα καί πῶς νά συστήση στό ἐπαναστατημένο ἤ καί ἀηδιασμένο πλῆθος νά μελετήση μέ προσοχή τήν ἀναστροφή τῶν σημερινῶν ἡγουμένων τῆς Ἐκκλησίας καί νά μιμηθῆ τήν πίστι τους; Πῶς νά στήση στῆλες ὁδηγητικές τίς μορφές τῶν χρυσολατρῶν καί τῶν σαρκολατρῶν; Πῶς νά καλλιεργήση τήν ὑπακοή καί τήν προσαρμογή στά ἀρνητικά ἡγετικά παραδείγματα;
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶναι σήμερα φτωχή καί ἀποίμαντη, ὄχι γιατί δέν ἔχει ποιμένες, πού φοροῦν τά ἀρχιερατικά τους ἄμφια καί τελετουργοῦν τά Mυστήρια. Ἀλλά γιατί δέ διαθέτει μπροστάρηδες στήν πνευματική πορεία καί ὑποδείγματα τῆς «καινῆς ἐν Xριστῶ ζωῆς». Γιατί δέ μπορεῖ νά στοιχηθῆ ὀ λαός στήν περπατησιά τῶν «μιτροφόρων» καί νά ἀναπαυτῆ, ὅτι περπατάει σέ σωστό δρόμο.
Ἔτσι ἡ ἀποστολική προτροπή μένει ἀνενέργητη ὄχι μέ ὑπαιτιότητα τοῦ λαοῦ ἀλλά ἐξ αἰτίας τῆς ἀσυνέπειας τῶν φορέων τῆς ἀρχιερατικῆς ἐξουσίας.
O ATTIKHΣ KAI MEΓAPIΔOΣ
NIKOΔHMOΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων