† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἡ ἕκτη αἴσθηση
Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου
“Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν...”. Πιστεύω στήν “ὑπέρ λόγο καί ἔννοια” ὕπαρξή Του. Πιστεύω στήν πανσοφία Του. Πιστεύω στήν ἄπειρη δύναμή Του. Πιστεύω στήν ἀπροσμέτρητη καί ἀπερινόητη ἀγάπη Του. ῾Η πίστη μου εἶναι ἡ ἕκτη αἴσθησή μου. ῾Η ἱκανότητα, ἡ φυτεμένη μέσα μου ἀπό τό πανσθενουργό χέρι τοῦ Πλάστη μου, πού μέ φέρνει ἔξω καί πάνω ἀπό τήν ὑλική πραγματικότητα καί μοῦ δίνει τήν εὐχέρεια νά λούζομαι στό φῶς τοῦ Θεοῦ.
Τό Θεό δέν Τόν ἀνακαλύπτω καί δέν Τόν γνωρίζω μέ τά εὐαισθητοποιημένα αἰσθητήριά μου. Μήτε μπορῶ νά τόν ἐγγίσω μέ τήν κλιμάκωση τῶν λογισμῶν μου σέ μιά ἀτέρμονη φιλοσοφική διερεύνηση. Δέν τόν βλέπω μέ τό διεισδυτικό μάτι μου. Δέν τόν ψηλαφῶ μέ τό ἐρευνητικό χέρι μου. Οὔτε εἶμαι ἱκανός νά Τόν συναντήσω μέ τήν περιπλάνησή μου στό λαβύρινθο τῶν ἐννοιῶν, πού συναρμολογοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μέ τήν ψευδαίσθηση, πώς ὑπερβαίνουμε τήν περατότητά μας καί βυθιζόμαστε στήν ἄπειρη σοφία καί στό ἄπειρο κάλος.
Τό κάλος ἤ τή δύναμη ἤ τή χρηστικότητα, πού τά προσεγγίζω μέ τίς δικές μου γνωστικές δεξιότητες, ἤ τά ἀντλῶ, ὡς πακέτα ἐπιστημονικῆς γνώσης καί ἐμπειρίας, τά θαυμάζω, τά χαίρομαι, τά κλώθω στά χέρια μου καί στό μυαλό μου. Προσπαθῶ νά τά κάνω ἀναφαίρετο ἀπόκτημά μου καί ὄργανο ὑποβοηθητικό τῆς εὐημερίας μου. Δέν ἀποτολμῶ, ὅμως, τήν κατάχρηση. Δέν πατάω στό βάθρο τῆς ἀνθρώπινης ἐπιστήμης, γιά νά ἐξιχνιάσω τόν ἄπειρο καί ἀπρόσιτο κόσμο τοῦ Θεοῦ.
Η ἐπιστήμη, ἁπλωμένη, ἐξειδικευμένη καί ὀργανωμένη, εἶναι ἡ κοπιαστική περιπλάνηση τοῦ γένους μας στήν ἀπέραντη καί πανέμορφη κτίση. Στή Δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Πού εἶναι τό ἐκτύπωμα τῆς θείας σοφίας καί τῆς ὑπερτέλειας ἁρμονίας. ῾Ο Θεός, ὡστόσο, ὑπέρκειται. Καί τῆς προσωπικῆς μου διερεύνησης καί τῆς ἐπιστήμης μου καί τῆς περιγραφικῆς μου ἱκανότητας. Εἶναι πάνω καί πέρα ἀπό ὅλα. ῾Ο “ἐπέκεινα” τῶν δημιουργημάτων Του καί τῆς ἱστορικῆς ἀνέλιξης. ῾Ο ἀμεσότατα “παρών” καί ὁ αἰώνια “ξένος”. ῾Ο προσιτός κατά τό “διάλογο ἀγάπης” καί ἀπροσπέλαστος κατά τήν ψυχρή, φιλοπερίεργη ἔρευνα μας.
“Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε.῾Ο μονογενής Υἱός, ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ Πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο” (᾿Ιωάν. α΄ 18). Τό Θεό δέν μπόρεσε ποτέ κανένας νά τόν ἀντικρύσει. ῾Ο μονογενής Υἱός, ὁ αἰώνιος Λόγος, πού βρίσκεται προαιώνια καί θά βρίσκεται αἰώνια στόν κόλπο τοῦ ἄναρχου Πατέρα, ἐκεῖνος μᾶς ἐμπιστεύτηκε τίς ἀπαραίτητες ἐξηγήσεις.
“῎Απειρον τό θεῖον καί ἀκατάληπτον· τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἀκαταληψία” (᾿Ιωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ· ῎Εκδοσις ἀκριβής τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως). Τό θεῖο εἶναι καί ἄπειρο καί ἀκατάληπτο. ᾿Εκεῖνο, μόνο, πού μποροῦμε νά προσεγγίσουμε, εἶναι ἡ μοναδικότητα τῆς “ἀπεραντοσύνης” Του καί ἡ δική μας ἀδυναμία νά τό κατανοήσουμε σ᾿ ὅλο τό πλάτος καί τό βάθος τῆς “ἀπειρίας” Του.
Οσα σκαλοπάτια καί ἄν ἀνεβεῖ ἡ ἐπιστήμη, ὅσες ἐπιτυχίες καί κατακτήσεις καί ἄν καταγράψει στόν τόμο τῆς ἱστορικῆς πορείας της, δέ θά κατορθώσει νά ξεπεράσει τό ὁριοθέσιο τοῦ κτιστοῦ κόσμου καί νά πλησιάσει ἐρευνητικά τό ἄπειρο καί ἀνέγγιχτο πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.
Οταν ἡ ψυχή μου ἀναζητάει τό Θεό, ἀφήνω στήν ἄκρη τήν μεθοδολογία, πού χαρακτηρίζει τήν ἐρευνητική ἐνασχόληση μέ τά ὑλικά δημιουργήματα, ξεπερνάω τά δεδομένα καί τίς ἐμπλοκές τῶν προσωπικῶν μου συλλογισμῶν καί παραδίνομαι ἀνεπιφύλακτα στήν ὁμολογία, πού εἶναι στάλαγμα θείας ᾿Αποκάλυψης.
Ἡ ἀπαγγελία τοῦ “Συμβόλου τῆς Πίστεως” δέν εἶναι πρόχειρη αὐτοπαράδοση στό “ἄγνωστο” ἤ στό “ἐνδεχόμενο” ἤ στό “φημολογούμενο”. Εἶναι κατάθεση σχηματισμένης πεποίθησης. Καθώς φέρνω στά χείλη μου τήν πρώτη φράση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστης μας νοιώθω νά ἀνοίγεται μπροστά μου ὁ οὐρανός. Νά ἀποκρυπτογραφεῖται τό μυστήριο τοῦ κόσμου. Νά ἐκδιπλώνεται ὁ ἱστός τῆς παγκόσμιας ἱστορίας. Νά ἐκχύνεται, μέ ἀτέλειωτους κυματισμούς, ἡ θεία ᾿Αγάπη. Νά γέρνω ἐγώ, ὁ μικρός καί φτωχός ἄνθρωπος, μέ ἐμπιστοσύνη παιδιοῦ, στήν θερμή ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων