† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ», 4-3-1994
ΤΟ ΕΥΡΟΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
Κείμενο, το παρακάτω, του μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου (υπογράφεται με το όνομα ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ) στον «Ορθόδοξο Τύπο» (4-3-1994). Κατακρίνεται η στάση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως που τιμώρησε έναν ηγούμενο και 3 αντιπροσώπους Μονών χωρίς καμιά απολύτως διαδικασία, παρά τους Ιερούς Κανόνες και παρά τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Όρους που έχει επικυρωθεί από το Πατριαρχείο. Η κοινότητα του Αγίου Όρους δεν δέχθηκε τις ποινές και διαμαρτυρήθηκε στο Πατριαρχείο.
Η διάστασι Αγίου Όρους και Πατριαρχείου προκάλεσε θλίψι και προβληματισμό. Όσοι αγαπούν και τα δυο αυτά κέντρα της πνευματικής ζωής και μαρτυρίας ένοιωσαν ένα σφίξιμο καρδιάς. Και τούτο γιατί ο νέος αυτός σεισμός ήρθε να προστεθή στην αγωνία και στον κλονισμό, που επί είκοσι ολόκληρα χρόνια υποσκάπτουν τα θεμέλια της Αυτοκεφάλου Ελληνικής Εκκλησίας.
Διαβάσαμε το κείμενο, που η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους έστειλε στον Πατριάρχη ιστορώντας τα συμβάντα και εκφράζοντας την θλίψι των αγιορειτών πατέρων για την συμπεριφορά των μελών της Πατριαρχικής Εξαρχίας. Είναι σαφές, αλλά και περιορίζεται στα περιστατικά των δυο ή τριών ημερών. Ωστόσο, αυτά που έγιναν στο βραχύτατο αυτό διάστημα δεν μπορούν να κριθούν αυτόνομα. Είναι συμπτώματα και μάλιστα επικίνδυνα, της γενικωτέρας κρίσεως και των τριγμών, που εκπορεύονται από την ηλιόλουστη περιοχή του Βοσπόρου και επηρεάζουν αρνητικά την γαλήνια ανέλιξη και μαρτυρία της μαρτυρικής Ορθοδοξίας.
Μερικά από τα συμπτώματα της κρίσεως αυτής τα ψαύει το αγιορειτικό κείμενο. Αλλά σαν να μη θέλη να καυτηριάση την πληγή, περιορίζει την απαίτησί του στην άρσι των παρανοϊκών ποινών και στην αποκατάστασι της ισορροπίας των αποστάσεων.
Εμείς, χωρίς να εξαντλούμε το θέμα, θα επιχειρήσουμε να χαράξουμε ένα συνοπτικό διάγραμμα των νοσηρών συμπτωμάτων, που υποκλέπτουν την υγεία και τον δυναμισμό της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και επηρεάζουν σαν πνιγηρό βαρομετρικό ολόκληρο τον χώρο των Βαλκανίων.
* * *
1. Είναι λυπηρό και επικίνδυνο γιά την ενότητα της Ορθοδοξίας το πνεύμα της επάρσεως και της εξάρσεως, που επικρατεί στους λιγοστούς ενοίκους του Φαναρίου. Εμφανίζονται και αυτοπροβάλλονται σαν ο αντίποδας του Βατικανού. Με την απαίτησι τής απολύτου κυριαρχίας. Και με την άρνησι να παραχωρήσουν και αυτό ακόμα το στοιχειώδες δικαίωμα του διαλόγου ή και της απολογίας.
Κατά τον τελευταίο καιρό μάς έχουν προβληματίσει εντονώτατα και έχουν μαστιγώσει τις συνειδήσεις μας με τις αυθαιρεσίες τους και με τις επιβολές σκληρών ποινών σε έντιμους λειτουργούς του κηρύγματος και της Θεολογίας, που τις εξήγγειλαν δίχως να τηρήσουν τις στοιχειωδέστατες διαδικαστικές προδιαγραφές, τις θεσπισμένες από τους απαράβατους ιερούς κανόνες.
Η αυταρχική, αυτόχρημα παπική εμφάνισι στο άγιο Όρος δεν ήταν η πρώτη πρόβα επιβολής πρωτείου και σιδηράς πειθαρχίας. Και, δυστυχώς, δεν θα είναι και η τελευταία. Το Φανάρι, κατατρυχόμενο από το σύνδρομο του παπικού πρωτείου, προκαλεί αδιάκοπα τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και απειλεί με τις άκριτες ενέργειές του την ενότητά τους. Δεν λειτουργεί σαν Εκκλησία προκαθημένη της αγάπης. Δεν αρκείται στο τιμητικό πρωτείο, που της εξασφάλισε η ιστορία. Επιδιώκει τον ρόλο του πανορθοδόξου αστυνόμου. Του δικτάτορα του εκκλησιαστικού χώρου. Του αντιπάπα της Ανατολής.
Με τις προθέσεις του αυτές και με την άσκησι σκληρής τακτικής προδίδει τα σπλάγχνα οικτιρμών και το γλυκύ ήθος, που χαρακτηρίζουν την Ορθοδοξία.
* * *
2. Οι αγιορείτες έβαλαν το δάχτυλο στην πληγή, όταν διαπίστωσαν και διατύπωσαν στον Πατριάρχη την θλιβερή εμπειρία τους: «Η ικετευτική αύτη παράκλησις και ταπεινή ημών υπόδειξις... ηρμηνεύθη υπ' αυτής (της Πατριαρχικής εξαρχίας) ως άρνησις συνεργασίας και έλλειψις σεβασμού προς τον αγιώτατον μαρτυρικόν Οικουμενικόν Θρόνον υφ’ ημών, μείωσις δε του κύρους αυτής της σεπτής Πατριαρχικής Εξαρχίας και της παρουσίας της Μητρός Εκκλησίας εν Αγίω Όρει».
Η φράσι αυτή καλύπτει δυο συμπτώματα νοσηρότητος.
Το πρώτο είναι, ότι το Φανάρι, προσαρμοσμένο από αιώνες στη νοοτροπία και στη διαλεκτική της σουλτανικής αυταρχικότητας, δεν επιδέχεται την παραμικρή αντίδρασι ή αντίρρησι στα προστάγματά του. Ακόμα και όταν οι υφιστάμενοι έχουν απόλυτο δίκηο, δεν τους παραχωρείται το δικαίωμα να εκφράσουν τον πόνο τους και την ικετευτική έκφρασι των απόψεών τους.
Η εξουσία είναι σκληρή, ανάλγητη, απόλυτη και ανελαστική. Όλοι είναι υποχρεωμένοι να σκύβουν και να προσκυνούν. Να εφαρμόζουν τις αποφάσεις και τις εντολές. Και να μη διερωτώνται πώς αυτές οι εντολές εναρμονίζονται και υποτάσσονται στο πνεύμα και στο γράμμα των Ιερών Κανόνων.
Το δεύτερο σύμπτωμα είναι το υποκριτικό κλάμα του μάρτυρος. Οσάκις κάποιος από τους καταδυναστευομένους του Φαναρίου τολμήση να εκφράση τον στεναγμό του και την διαμαρτυρία του, οι υπεύθυνοι του Βοσπόρου επικαλούνται τις μαρτυρικές τους περγαμηνές και τις δύσκολες στιγμές, που περνούν μέσα στο κάστρο αμύνης τους. Στις δημόσιες εμφανίσεις τους και στις ιδιωτικές ενασχολήσεις τους συμπεριφέρονται σαν ηγεμόνες μεσαιωνικού τύπου. Αλλά κατά τις στιγμές, κατά τις οποίες ακούγεται η οιμωγή των θυμάτων τους, περιβάλλονται τον διάτρητο χιτώνα του μάρτυρος και επικαλούνται την συμπάθεια των καταδυναστευομένων και του ευρυτέρου περιβάλλοντος.
Αυτή η συμπεριφορά, αντί για συμπάθεια, προκαλεί αγανάκτησι. Φθείρει ανεπανόρθωτα το κύρος τους. Γκρεμίζει το μετέωρο. Και σβήνει την λάμψι της Μητρός Εκκλησίας.
* * *
3. Τό αγιορείτικο κείμενο διαμαρτύρεται έντονα -και δικαίως- για τις ποινές, που επιβλήθηκαν σε αξιόλογα μέλη της αγιορειτικής κοινότητας, δίχως να τηρηθούν οι στοιχειώδεις διαδικασίες απολογίας και κρίσεως. Σφάγια να ήταν δεν θα οδηγούντο στην θυσία με τέτοιο τρόπο. Οι υπεύθυνοι του αγίου Όρους, χωρίς να κληθούν να ακούσουν την κατηγορία και χωρίς να τους παρασχεθή το δικαίωμα να δώσουν εξηγήσεις, άκουσαν την απόφασι του επισκόπου και πατέρα τους, που τους αποκεφάλιζε.
Αυτή η τακτική δεν έχει καμμιά σχέσι με την Ορθόδοξη παράδοσι. Εφαρμόστηκε σε ιστορικές στιγμές εκτροπής. Αλλά στιγματίστηκε από το σώμα της Εκκλησίας και από την ίδια την ιστορία. Και αποτελεί έγκλημα και εκτροπή της Εκκλησίας, να χρησιμοποιήται ακόμα και σήμερα, με κίνητρο την επίδειξι εξουσίας και την επιβολή της επικυριαρχίας
Η αυτοκέφαλη ελληνική Εκκλησία είναι βαθειά και βαριά πληγωμένη από αυτή την νοοτροπία του σημερινού προκαθημένου της. Ήλπιζε ότι στο πρόσωπο του προκαθημένου της Κωνσταντινουπόλεως θα εύρισκε παραμυθία και συναντίληψι. Αλλ’ αντ’ αυτού, δέχεται καθημερινά τα μηνύματα της εκκοσμικεύσεως και της σκληρότητος και διακρίνει τα συμπτώματα της αντιεκκλησιαστικής αυταρχικότητος και της ποδοπατήσεως των Κανόνων των Σεπτών Οικουμενικών Συνόδων.
* * *
4. Ένα τέταρτο στοιχείο, που θα το χαρακτηρίζαμε θετικό από την πλευρά των αγιορειτών. Με το κείμενο της διαμαρτυρίας τους δείχνουν πως έχουν αρχίσει να αφυπνίζωνται.
Στην περιπέτεια της ελληνικής Εκκλησίας εμφανίστηκαν ανιστόρητοι και άσχετοι. Δίχως να πολυασχοληθούν με τις αυθαιρεσίες του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και τις οδυνηρές επιπτώσεις τους στη ζωή της Εκκλησίας, αποτόλμησαν να απλουστεύσουν το πρόβλημα και να συστήσουν στους διωκομένους Μητροπολίτες την υποχώρησι και την υπακοή. Δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν, ότι αυτή η υπακοή, αν εφαρμοζόταν, θα οδηγούσε στην εξάρθρωσι και την εξαφάνισι του συνοδικού συστήματος, θεμελιακού γνωρίσματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και θα υπέτασσε τους πάντας και τα πάντα στην αυθαίρετη γνώμη του ενός, που από τους Κανόνες και από τα θέσμια της Εκκλησίας μας δεν είναι παρά μονάχα πρώτος μεταξύ ίσων.
Σήμερα οι αγιορείτες περνούν στη δυναμική ανυπακοή. Δεν δέχονται -και δίκαια- τις ποινές, που επέβαλε ο Πατριάρχης. Και τον προειδοποιούν ότι αν επιμείνη στην απόφασί του, θα αντιδράσουν γενικώτερα, χωρίς να μπορούν να προσδιορίσουν τις συνέπειες και τις προεκτάσεις των συνεπειών, που θα ακολουθήσουν.
Σαν μοναχοί οι αγιορείτες δεν συμμετέχουν ισότιμα και συνυπεύθυνα στην συνοδική διοίκησι της Εκκλησίας. Και θα πρέπει σε μια κανονική και ανεπίληπτη απόφασι της Ιεράς Συνόδου να υποταχθούν δίχως τον παραμικρό ενδοιασμό. Ωστόσο, οι αποφάσεις για τις ποινές ήταν αυθαίρετες και αντίθετες με το γράμμα και το πνεύμα των Ιερών Κανόνων. Και δικαιολογείται απόλυτα η αντίδρασί τους.
Είμαστε πεπεισμένοι, ότι η σθεναρή άρνησι των αγιορειτών θα προβληματίσει τους σκληρούς πυρήνας τόσο της Κωνσταντινουπόλεως, όσο και των Αθηνών και θα τους διδάξη, πως δεν είναι δυνατόν να διοικήται η Εκκλησία με βάσι τους κανόνες της Ζούγκλας. Οι υποχρεώσεις, που επιβάλλουν οι Ιεροί Κανόνες είναι απαραβίαστοι. Και εκείνοι, που τους παραβιάζουν χρεώνονται την ευθύνη.
* * *
5. Και μια τελευταία επισήμανσι. Η κρίσι στις σχέσεις του αγίου Όρους και του Πατριαρχείου πυροδοτείται από μια θεολογική αντιπαλότητα.
Το άγιο Όρος βλέπει με επιφυλακτικότητα και με έντονη κριτική διάθεσι τα θεολογικά τολμήματα και τα εκκλησιολογικά ανοίγματα των παραγόντων της Κωνσταντινουπόλεως. Καθώς η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως προχωρεί σε διαλόγους και σε επικοινωνίες, δίχως να υπολογίζη τις κρίσεις και τις αντιδράσεις του ορθοδόξου ποιμνίου -που δεν το έχει- και καθώς δεν αισθάνεται την υποχρέωσι να ενημερώση συνοδικά και να πληροφορήση αδελφικά τις ηγεσίες των άλλων Εκκλησιών και τα μέλη των ποιμνίων των, το μέτωπο των αντιδράσεων ευρύνεται και η καχυποψία υψώνει φραγμούς στην διορθόδοξη επικοινωνία και στην κατανόησι.
Από την άλλη πλευρά το Πατριαρχείο αισθάνεται να κολυμπάη στην αυτάρκειά του και να αναπαύεται στο άρμα του ιστορικού μεγαλείου του. Και θεωρεί πως μειώνεται το κύρος του και ακρωτηριάζεται η εξουσία του, αν η αυτονομία του και το πρωτείο του κριθή και ανασταλή από τις θεολογικές επιφυλάξεις των μοναχών του ή των παραγόντων άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Η θεολογική αυτή διάστασι και διαφοροποίησι παίρνει διαστάσεις. Και δεν είναι γνωστό πού θα οδηγήση. Άμα κανείς λάβη υπ’ οψι του ότι στο παρελθόν οδήγησε ακόμα και στην διακοπή μνημονεύσεως του ονόματος του Πατριάρχη, αντιλαμβάνεται την σοβαρότητα και τον κίνδυνο της διαστάσεως.
Η εμβάθυνσι στο αστείρευτο πηγάδι των αποστολικών παραδόσεων και η θεολογική ζύμωσι προϋποθέτουν την ταπείνωσι και την αδελφική αποδοχή. Μέσα στην ατμόσφαιρα της Πεντηκοστής και της αναζητήσεως της γνήσιας κληρονομιάς της Εκκλησίας πρέπει να γίνωνται σεβαστές και οι αντίθετες απόψεις και μπροστά στην καυτή επικαιρότητα να διαμορφώνεται πάντοτε ένας ιστορικός βηματισμός κοινής αποδοχής.
* * *
Ύστερα από όλες αυτές τις επισημάνσεις το ερώτημα αν θα λυθή σύντομα η πρόσφατη κρίσι, που ξέσπασε στις σχέσεις του αγίου Όρους και του Πατριαρχείου περνάει σε δεύτερο πλάνο.
Αν δεν αντιμετωπιστούν τα γενεσιουργά αίτια και αν δεν υπάρξη αποκατάστασι της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας και της Θεολογικής λειτουργίας σ’ ολόκληρο το σώμα της Ορθοδοξίας, οι τριβές δεν θα λείψουν και οι αντιπαραθέσεις θα φρενάρουν καθημερινά την πλεύσι του σκάφους της Εκκλησίας.
Η ευχή όλων είναι να παραμεριστούν οι κοσμικές επιδιώξεις και η δουλεία στους θεσμούς και να αναζητηθή με επίμονη προσευχή και με αγώνα καθάρσεως η πλούσια επενέργεια του αγίου Πνεύματος στους ποιμένες και στα μέλη της Εκκλησίας μας.
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων