† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
| ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ!
Κυκλοφόρησε τό νέο βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Εἰρηναίου Μπουσδέκη, ἡγουμένου τῆς Ἱ. Μονῆς Νέου Στουδίου:
"ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος"
Ὁ ἐπίσκοπος, Ὁ θεολόγος καί ὁ ἀγωνιστής γιά τήν κανονική τάξη στήν Ἐκκλησία Μιά ἱστορική καί νομοκανονική μελέτη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Προβλήματος (1974-2013), πού ἀναδεικνύει τή μαρτυρική μορφή τοῦ Ἐπισκόπου Νικοδήμου.
|
![]() |
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 148, 1-1-2005
Ἡ διαβάθμιση τῶν προτεραιοτήτων στήν Ἐκκλησία (α)-3

Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Ὁ προσδιορισμός τῆς Παράδοσης.
1. Ἐμεῖς, τό κάθε τι, πού ἔρχεται ἀπό τό “χθές” ἔχουμε τήν τάση νά τό ἀποκαλοῦμε “παράδοση”. Καί νά τό ὑπερασπιζόμαστε.
Σ᾿ αὐτή τήν παραδοχή μας καί τήν ἐξαγγελία μας ἐνσωματώνουμε τά πάντα. Καί, δίνουμε στόν ἑαυτό μας τό δικαίωμα νά ἀναπαράγει τά πάντα.
Ἡ ταύτιση ἱστορίας καί παράδοσης εἶναι λάθος μας. Μείξη τῶν ἄμεικτων. Περιεχόμενο πίστης καί στάση ζωῆς, πού δέ θεμελιώνονται στά γεγονότα καί στίς διδαχές τῆς Καινῆς μας Διαθήκης, μήτε τά βρίσκουμε, σάν σταθερή προοπτική, στήν κληρονομημένη Ἀποστολική καί Πατερική αὐτοσυνειδησία.
Ἡ Ἐκκλησιαστική μας ἱστορία, δηλαδή τά τυπώματα τῶν προσώπων, πού διακινοῦνται συνειδητά ἤ ὑστερόβουλα στήν αὐλή τῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶναι οὔτε μόνο δόξα, οὔτε μόνο αἰσχύνη. Οὔτε μόνο ἁγιότητα, οὔτε μόνο σκάνδαλα. Εἶναι πορεία τῆς ἀνθρώπινης παρεμβολῆς. Μέ τά χαρίσματά της καί μέ τίς ἀδυναμίες της.
Ἡ Ἐκκλησία λιτανεύει τό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση, τό θρῆνο τῆς πτώσης καί τή χαρά τῆς “καινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς”. Θαυμάζει καί ἀναπαράγει τά πλούσια βιώματα τῶν ἁγίων καί τῶν μαρτύρων. Ἀλλά κουβαλάει μαζί της καί τό βάρος τῶν ἀδυναμιῶν καί τῶν μικροτήτων τῶν “ἐκπεσόντων” μελῶν Της. Καί τούς δίνει τό χέρι, γιά νά τά σώσει καί νά τά ἀνυψώσει στή χαρά τῆς υἱοθεσίας. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει πάντοτε ἀνοιχτή τήν ἀγκαλιά, γιά νά δεχτεῖ τά πλανεμένα καί ἄσωτα παιδιά τοῦ Θεοῦ.
2. Στήν ὠδή τοῦ Μωϋσή, στήν ἐξαγόρευση, πού ἔκανε ὁ Θεόπτης ἡγέτης, λίγο πρίν ἀπό τό θάνατό του, βρίσκουμε τή μελαγχολική προτύπωση αὐτῆς τῆς παραπλάνησης καί ἀποπλάνησης τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ κατά τήν ἱστορική του πορεία. Τή φθορά τοῦ φρονήματος καί τοῦ βίου, πού ἀλλοτριώνει τήν ὕπαρξη καί, ἀντί γιά παρεμβολή ἁγιασμένου λαοῦ, δημιουργεῖ γενεά σκολιά καί διεστραμμένη. “Ἡμάρτοσαν οὐκ αὐτῷ τέκνα μωμητά, γενεά σκολιά καί διεστραμμένη” (Δευτερον. ιγ΄ 5).
3. Γιά τήν περίοδο τῆς Καινῆς Διαθήκης θά μπορούσαμε νά ποῦμε πολλά. Νά παρουσιάσουμε τά ὀλισθήματα καί τίς ἐκτροπές τῶν προσώπων, κατά τή μακρά καί περιπετειώδη περιπλάνηση τοῦ ἀνθρώπινου βίου. Νά ἀναφέρουμε γεγονότα. Νά μεταφέρουμε ζωντανές, Πατερικές κρίσεις.
Ξεχωρίζω μιά ἀπό τίς πολλές καί πολύ πρώϊμες καταγραφές καί ἱστορήσεις παρέκκλισης ἀπό τήν ἀποστολική Παράδοση καί πρόκλησης δυσλειτουργίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Καταστρώνεται, μέ ἐντιμότητα, στό δεύτερο καί στό τρίτο κεφάλαιο τοῦ τελευταίου βιβλίου τῆς Καινῆς μας Διαθήκης. Στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Εὐαγγελιστή Ἰωάννη.
Ἡ προσταγή τοῦ Θεοῦ στό συγγραφέα αὐτοῦ τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ βιβλίου, τοῦ μαθητή καί εὐαγγελιστή τῆς ἀγάπης, εἶναι νά μεταφέρει στούς ἀγγέλους τῶν ἑπτά Ἐκκλησιῶν τῆς Μικρασίας, δηλαδή στούς Ἐπισκόπους τους, τόν ἔπαινο γιά τούς ἀγῶνες τους ἤ τόν ψόγο γιά τά ὀλισθήματά τους. Τά δυό αὐτά κεφάλαια δέ συγκροτοῦν, στό σύνολό τους, δοξαστική προβολή τῆς νεοσύστατης Ἐκκλησίας. Ἀποτυπώνουν τήν πραγματικότητα. Τή θετική καί τήν ἀρνητική. Ἀναδεικνύουν καί φωτίζουν τήν καθαρότητα τοῦ βίου τῶν πιστῶν λειτουργῶν καί τό φιλότιμο μόχθο τους, γιά τή μεταφορά τῆς ἀνόθευτης, τῆς ἄκρατης ἀλήθειας στίς προβληματισμένες καί διψασμένες ὑπάρξεις. Ἀλλά, δέν ἀποκρύπτουν τίς ἐλλείψεις ἤ τίς ἐκτροπές τῶν ράθυμων. Ἀπευθύνονται ξεχωριστά καί προσωπικά στόν κάθε ποιμένα. Στό λειτουργό, τόν ἐπιφορτισμένο μέ τήν εὐθύνη τοῦ ὑποδειγματικοῦ βίου καί τῆς ἀπαραχάρακτης διδαχῆς. Καί ὅπου διαπιστώνουν ἀσυνέπεια, τήν ὑπογραμμίζουν καί καλοῦν σέ μετάνοια.
Στόν ἐπίσκοπο τῆς Ἐφέσου παραγγέλλει ὁ Θεός: “Οἶδα τά ἔργα σου καί τόν κόπον σου καί τήν ὑπομονήν σου, καί ὅτι οὐ δύνῃ βαστάσαι κακούς... ἀλλά ἔχω κατά σοῦ, ὅτι τήν ἀγάπην σου τήν πρώτην ἀφῆκας. μνημόνευε οὖν πόθεν πέπτωκας, καί μετανόησον καί τά πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δέ μή, ἔρχομαί σοι ταχύ καί κινήσω τήν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐάν μή μετανοήσῃς” (Ἀποκάλυψ. β΄ 2, 3).
Στόν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σμύρνης παραγγέλλει: “Οἶδά σου τά ἔργα καί τήν θλῖψιν καί τήν πτωχείαν· ἀλλά πλούσιος εἶ... μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις παθεῖν. ἰδού δή μέλλει βαλεῖν ὁ διάβολος ἐξ ὑμῶν εἰς φυλακήν ἴνα πειρασθῆτε, καί ἔξετε θλῖψιν ἡμέρας δέκα, γίνου πιστός ἄχρι θανάτου, καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς” (Ἀποκάλ. β΄ 8-10).
Στόν Ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Περγάμου, τῆς πόλης, πού τή διακατεῖχε ἡ εἰδωλολατρία, παραγγέλλει: “Οἶδα τά ἔργα σου καί ποῦ κατοικεῖς· ὅπου ὁ θρόνος τοῦ σατανᾶ· καί κρατεῖς τό ὄνομά μου, καί οὐκ ἠρνήσω τήν πίστιν μου... ἀλλά ἔχω κατά σοῦ ὀλίγα... οὕτως ἔχεις καί σύ κρατοῦντας τήν διδαχήν τῶν Νικολαϊτῶν ὁμοίως. μετανόησον οὖν· εἰ δέ μή, ἔρχομαί σοι ταχύ καί πολεμήσω μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῇ ρομφαίᾳ τοῦ στόματός μου” (Ἀποκάλ. β΄ 12-16).
Καί συνεχίζει τόν ἀποκαλυπτικό λόγο καί τίς παραγγελίες πρός τούς Ἐπισκόπους τῶν νεοσύστατων Ἐκκλησιῶν τῆς Μικρασίας, ἴσαμε, πού φτάνει στόν ἐκπρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Λαοδικαίων, πού τόν μέμφεται, γιατί ἡ βιοτή του εἶναι χαλαρή καί ἀποδυναμωμένη, μήτε ψυχρή καί ἀρνητική, μήτε θερμή καί ἀφυπνιστική.
“Οἶδά σου τά ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρός εἶ οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρός ἦς ἤ ζεστός. οὕτως ὅτι χλιαρός εἴ, καί οὔτε ζεστός οὔτε ψυχρός, μέλλω σέ ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου. ὅτι λέγεις ὅτι πλούσιός εἰμι καί πεπλούτηκα καί οὐδενός χρείαν ἔχω, καί οὐκ οἶδας ὅτι σύ εἶ ὁ ταλαίπωρος καί ὁ ἐλεεινός καί πτωχός καί τυφλός καί γυμνός” (Ἀποκάλ. γ΄ 14-17).
Σ᾿ ὅλες αὐτές τίς ἀποκαλυπτικές ἀναφορές καταγράφεται ἡ ἀναγνώριση τῶν πιστῶν οἰκονόμων τῆς θείας Χάρης, ἀλλά ὑπογραμμίζεται ἡ ἀπαρέσκεια καί ὁ ψόγος γιά κείνους, πού παρεκκλίνουν ἀπό τή γραμμή τῆς ἀφοσίωσης καί τῆς πιστῆς ἐνάσκησης τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος. Οἱ πρῶτοι εἶναι οἱ γνήσιοι κρίκοι τῆς Ἀποστολικῆς Παράδοσης. Οἱ δεύτεροι, ἐπηρεασμένοι ἤ καί νικημένοι ἀπό τούς πειρασμούς τοῦ περιβάλλοντος, λάθεψαν στήν πορεία τους καί μακρύνθηκαν ἀπό τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Ἔχασαν τήν ἀμεσότητα τῆς κοινωνίας μέ τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στερήθηκαν τήν πληρότητα τῆς ἀλήθειας. Νόθεψαν τήν προσωπική τους ἐμπειρία καί τήν ποιότητα ζωῆς, πού, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας πρόβαλλαν στόν κόσμο.
Ἡ παραβολή τῶν ζιζανίων εἶναι χαρακτηριστική (Ματθ. ιγ΄ 25). Τά ζιζάνια συναυξάνουν μέ τόν καθαρό σίτο. Ἀλλά εἶναι ἀπόβλητα. Δέ συνάγονται στήν ἀποθήκη. Δέν ἀποτελοῦν τό γνήσιο καρπό τῆς ἐκκλησιαστικῆς σπορᾶς.
3. Εἶναι μεγάλη πράξη, τούτη τή στιγμή, νά ξαναδιαβάσουμε τήν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία μέ πνεῦμα μετάνοιας. Νά καταθέσουμε συντριβή γιά τά λάθη, πού ἔγιναν στό παρελθόν. Καί γιά τά λάθη, πού τά συνεχίζουμε καί τά ἔχουμε ἀνυψώσει σέ τρόπο ἔκφρασης τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας αὐτοσυνειδησίας. Καί (στό ἐπίπεδο τῆς διοίκησης) σέ τρόπο ἄσκησης τοῦ ποιμαντικοῦ μας διακονήματος. (συνεχίζεται)
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων
