† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 148, 1-1-2005
Ἡ διαβάθμιση τῶν προτεραιοτήτων στήν Ἐκκλησία (α)-1
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
1. Οἱ σύγχρονοι ρυθμοί, στήν ἐναλλαγή τῶν ἱστορικῶν δεδομένων καί τῶν προσωπικῶν ἐμπειριῶν, ἔχουν μιά ταχύτητα, πού σοκάρει. Δέν προλαβαίνεις νά προσδιορίσεις τό “σήμερα” καί τό αἰσθάνεσαι, πώς ἔχει κατρακυλίσει στό “χθές”. Καί, ἡ προπαγάνδα, πού ἠχεῖ γύρω σου, σαλπίζει, πώς τό “σήμερα” ἀποκτάει νόημα καί γοητεία, μόνο ἄν βρίσκεται σέ πλήρη διάσταση μέ τό “χθές”.
Ἡ μιά γενιά νοιώθει ἐλεύθερη καί δημιουργική, ἄν ἔχει ἀποκόψει κάθε δεσμό μέ τήν προηγούμενη. Ὁ ἐκσυγχρονισμός νοεῖται καί βιώνεται ὡς συνεχής ἀνακάλυψη καί παραγωγή καινούργιων σχημάτων.
Ὡς ἀσταμάτητο ταξίδι, μέσα ἀπό διαφορετικά τοπεῖα καί μέ θησαύρισμα ἄλλων εἰκόνων, στό ἱστορικό καί πολιτιστικό ἀχανές.
2. Σ᾿ αὐτόν τόν περίγυρο ἐνεργοποιεῖ τήν παρουσία Της καί ἐξαγγέλλει τό μήνυμά Της ἡ Ἐκκλησία. Τό λόγο γιά τόν αἰώνιο Λόγο. Τήν ἱστορική ἐμπειρία τῆς Σάρκωσης καί τῆς Θυσίας, πού νοημάτισε τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καί ἄνοιξε διάπλατα τή λεωφόρο πρός τήν αἰωνιότητα.
Σταθερό τό ἱστορικό ὑπόβαθρο, στό ὁποῖο οἰκοδομεῖ ἡ Ἐκκλησία. “Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καί ἐθεασάμεθα τήν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας” (Ἰωάν. α΄ 14). Ἄλλοι, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι τούτης τῆς ἐποχῆς, πού παραλαμβάνουν τή διαθήκη τοῦ Εὐαγγελικοῦ Μηνύματος. Ξέμακροι ἀπό τή γενιά, πού τά ἔζησε ἄμεσα. Θολωμένα τά μυαλά, ἀπό τήν πυκνή νέφωση τῆς καταιγιστικῆς, ἀθεϊστικῆς προπαγάνδας. Μέ ἀρρωστημένη καθήλωση στό ἅρμα τῆς ἀλλαγῆς. Καί μέ ὑψωμένο τό λάβαρο τῶν ραγδαίων ἐκσυγχρονισμῶν.
Αὐτόματα προκύπτει τό πρόβλημα τῆς ἐπικοινωνίας τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἐπαναστατημένη γενιά καί τοῦ γόνιμου διαλόγου. Τῆς ἀνεύρεσης γλωσσάριου κατανοητοῦ καί ἱκανοῦ νά γονιμοποιήσει τό πνεῦμα τῆς ἀναζήτησης. Τοῦ προσδιορισμοῦ σημείου ἐκκίνησης, γιά συμπορεία, συνομιλία, ἀλληλοκατανόηση καί ἐπεξεργασία τῶν κοινῶν ἤ τῶν προσωπικῶν, ὑπαρξιακῶν ἐμπειριῶν.
3. Τό σύνθημα, πού ἀκούγεται καί ὑπερπληρώνει τή δημόσια ζωή, εἶναι ὅτι πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά ἀποκτήσει κινητικότητα καί προσαρμοστικότητα. Νά ἐντροχιαστεῖ στό ρυθμό τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ. Νά συνηθίσει νά ἀφουγκράζεται ἀδιάκοπα τόν ἀνασασμό τοῦ πληρώματος. Καί νά βρίσκεται πάντοτε στό πλευρό τῶν ἀνθρώπων, σέ ὅποιο σημεῖο τῆς ἐκσυγχρονιστικῆς διαδρομῆς καί ἄν ἀποθησαυρίζουν τόν ἱδρώτα τους καί τό δάκρυ τους. Ἀπό τήν πασαρέλα τοῦ μοντερνισμοῦ ζητεῖται, ἐπίμονα, ὁ ἐκμοντερνισμός τῆς Ἐκκλησίας. Γιά νά στηθοῦν γέφυρες προσέγγισης. Καί γιά νά ἁπλωθοῦν τά χέρια καί οἱ καρδιές σέ ἀλληλοαποδοχή καί ἀλληλοκατανόηση. Ποιά θά εἶναι ἡ ἔκταση καί ποιά ἡ ποιότητα τοῦ ἐκμοντερνισμοῦ, εἶναι θέμα, πού συζητεῖται καί παίζεται.
Θά μοῦ ἐπιτραπεῖ νά ὑπογραμμίσω, ὄτι στήν πασαρέλα τοῦ μοντερνισμοῦ δέν μπορεῖ νά γίνει διάλογος μέ τήν Ἐκκλησία. Γιατί οἱ ἴδιοι οἱ ἐκμοντερνιστές, καθώς ἀπολυτοποιοῦν τή διαδικασία τῆς ἀλλαγῆς, προδίδονται, ὅτι δέν πιστεύουν στήν ἀξία, τοῦ σχήματος καί τοῦ στύλ, πού κυριαρχεῖ στήν ἐπικαιρότητα. Ἡ μανία τῆς ἀλλαγῆς, δέν κατακυρώνει αὐτό, πού τό δοκιμάζουν καί τό ἐπικροτοῦν “πρός στιγμή”. Πρίν ἀκόμα νά τό γευτοῦν καί νά τό ἀξιολογήσουν ἐμπειρικά, τό πετοῦν στή χωματερή τοῦ παρελθόντος. Καί μένει τό ἐρώτημα: ποιό εἶναι τό στοιχεῖο, πού μπορεῖ νά τό βιώσει ὁ ἄνθρωπος, νά τό δουλέψει καί νά τό καρπωθεῖ, γιά νά ἀναπτύξει καί νά καταξιώσει τήν προσωπικότητά του;
4. ῾Η Ἐκκλησία ἔχει μήνυμα, πού δέν ἀναπροσαρμόζεται συνεχῶς, κατά τίς ἐπάλληλες ἱστορικές ἀλλαγές. Εἶναι μήνυμα πρός τήν ὕπαρξη, πού ἀναπνέει τήν ἴδια ἀγωνία καί προβάλλει τά ἴδια ἐρωτηματικά, πού πρόβαλλαν οἱ ἀρχέγονοι κάτοικοι τοῦ πλανήτη μας. Ἐκεῖνα τά “γιατί ζῶ” καί “ποῦ πορεύομαι” εἶναι ἐρωτήματα, πού δέν ὑποβαθμίζονται καί δέν ἀκυρώνονται μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης καί τήν ἀνάπτυξη τῆς τεχνολογίας. Βασάνιζαν τόν μακρινό πρόγονό μας, βασανίζουν καί μᾶς. Καί θά βασανίζουν τούς ἀπογόνους μας, ὅσο θά ὑπάρχουν ἄνθρωποι στίς τροχιές τῆς ἱστορίας.
Ὡστόσο, εἶναι γεγονός -καί κανείς δέν τό ἀμφισβητεῖ αὐτό- ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀπευθύνεται σέ ἀνθρώπους, πού ζοῦν σέ ἄλλο πολιτιστικό περίγυρο. Πού ἀντιμετωπίζουν καινούργια, διαφοροποιημένα ἐξωτερικά ἐρεθίσματα. Πού χρησιμοποιοῦν ἄλλη διαλεκτική καί ἄλλες κατηγορίες σκέψης, γιά νά ἐκφράσουν τόν ἑαυτό τους. Καί πού ζυμώνονται μέ ἄλλες, ἐποχιακές διδαχές. Ἐνῶ ἡ μέσα ἀγωνία γιά τή ζωή καί γιά τό θάνατο, γιά τήν προσκαιρότητα καί γιά τήν αἰωνιότητα, γιά τό νοηματισμό καί γιά τήν καταξίωση πυρπολοῦν τήν ψυχή μέ τήν ἴδια φόρτιση, τό σκηνικό τῆς ἐπικαιρότητας εἶναι ριζικά ἀλλαγμένο καί αἰφνιδιάζει, σέ κάθε του βῆμα, τόν ὁδοιπόρο τῆς ζωῆς. Καί οἱ λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας, παιδιά καί αὐτοί τῆς ἐποχῆς, ἀλλά καί λιτανευτές τοῦ ὑπέρχρονου μηνύματος τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης πρέπει νά μάθουν τό νέο γλωσσάριο, γιά νά ἀνοίξουν γραμμή ἐπικοινωνίας μέ τούς γύρω τους. Γιά νά ἐκτιμήσουν, μέ προσεκτικές μετρήσεις, τήν προβληματική τους καί νά δώσουν χέρια ἀλληλοκατανόησης καί κοινῆς πορείας πρός τήν ἀγκάλη τοῦ Ὑπερούσιου καί ὑπέρλογου οὐράνιου Πατέρα.
Ἡ ἀνάγκη αὐτή προβάλλει ἐπιτακτική. Καί θά περίμενε κάποιος ἤ κάποιοι, σ᾿ αὐτή τή συντεταγμένη νά ἐπικεντρωθεῖ τοῦτο τό κείμενο. Νά κλιμακώσει τίς προσβάσεις πρός τό γήπεδο τῶν ἰδεολογικῶν καί τῶν κοινωνικῶν συγχύσεων. Νά χτίσει γέφυρες, ἐκεῖ, πού ὑπάρχουν βαθειά, ἀδιάβατα ρήγματα. Νά φέρει τήν Ἐκκλησία καί τούς λειτουργούς Της στήν “ἐν κινήσει” ἐπικαιρότητα καί τό σημερινό ἄνθρωπο στήν Ἐκκλησία, στήν Κιβωτό τῆς σωτηρίας.
Ὅμως, δέ σκοπεύω νά ξεκινήσω τή δρομολόγηση τῆς σκέψης μου καί τῆς προσοχῆς τῶν ἀναγνωστῶν μου μέ τή χάραξη ἑνός καινούργιου σχεδίου πρόσβασης στό γήπεδο, πού ἀθλεῖται καί μοχθεῖ ἡ σημερινή ἀνήσυχη γενιά. Δέ βάζω, ὡς πρῶτο στόχο, τή σύνταξη ἑνός νέου ποιμαντικοῦ προγράμματος, πού θά σπάσει τόν πάγο, θά γεφυρώσει τίς ἀντιμαχόμενες ἐπάλξεις, γιά νά φέρει τούς συγχρόνους μου, λάτρεις τοῦ αἰώνιου Θεοῦ καί προσεκτικούς ἀκροατές τοῦ λόγου Του, στά σκαλοπάτια τοῦ Ἱεροῦ Βήματος.
Πρόθεσή μου εἶναι νά χαράξω ἕνα πίνακα διαβάθμισης προτεραιοτήτων, πού δέν ξεκινάει ἀπό τίς ἀπαιτήσεις, πού προβάλλονται “ἔξωθεν”, ἀλλά ἀπό τόν ἐπισταμένο καί προσεκτικό ἔλεγχο τῶν ὑποδομῶν, πού ἐγγυῶνται τήν ἀντοχή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ οἰκοδομήματος στή σεισμογενή ἐποχή μας. Ἀπό τήν ἐπισήμανση τῶν στοιχείων, πού θεωροῦνται καί εἶναι, θεμελιακά καί ἀπαραίτητα. Καί πού, ἡ ἐνεργοποίησή τους θά ὑποβοηθήσει, ὁπωσδήποτε, στό ἄνοιγμα τοῦ δρόμου πρός τή σύγχρονη προβληματισμένη ἀνθρώπινη ὕπαρξη. (συνεχίζεται)
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων
