† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 130, 1-4-2004
Ποιμαντικές Ἐπισημάνσεις ἀπ᾿ τήν Παγκόσμια Ὀρθοδοξία
Ἡ Ὑπακοή καί ὁ Λαϊκός.
Ἐλευθερίου Χ. Οἰκονομάκου
(Τό κείμενο, πού ἀκολουθεῖ, εἶναι μετάφραση ἄρθρου Ἀμερικανοῦ Ὀρθόδοξου ἱερέα, πού ἀνήκει στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς διασπορᾶς. Πρώην Ρωμαιοκαθολικός ὁ συγγραφέας, μέ τό ἄρθρο αὐτό θέλει νά προφυλάξει τούς προσήλυτους τῆς Πατρίδας του, πού ἀσπάζονται τήν Ὀρθοδοξία, ἀπό πλάνες ψευδοευσεβῶν Ὀρθοδόξων. Ὅσα, ὅμως, γράφει, ἰσχύουν 100% καί γιά μᾶς τούς Ἕλληνες Ὀρθόδοξους.
Σημ. Μεταφρ.).
Ὀρθόδοξος Χριστιανός εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἐκεῖνος, πού ἀγωνίζεται νά βιώνει τίς ἀπαιτήσεις τοῦ Ὀρθόδοξου τρόπου ζωῆς, ὅπως μᾶς τόν παρέδωσε ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ Παράδοση. Ἐπιμελής παρακολούθηση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, συχνή συμμετοχή στά Μυστήρια, τήρηση τῶν ἐποχιακῶν νηστειῶν, προσφορά ἐλεημοσύνης καί ἀγάπης, κτλ, ἀποτελοῦν ἕνα minimum ἀπαιτήσεων γιά ὅσους ἀκολουθοῦν τόν Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτή ἡ ἱερή ὑπακοή, ἐν τούτοις, εἶναι μόνο ἡ ἀρχή γιά ὅποιον θέλει νά ὀνομάζεται Χριστιανός. Τά πρῶτα βήματα τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, σύμφωνα μέ ὅσα μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος: “ἐάν ἀγαπᾶτε με τάς ἐντολάς τάς ἐμᾶς τηρήσατε... Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με. Ὁ μή ἀγαπῶν με τούς λόγους μου οὐ τηρεῖ” (Ἰωάν. ιδ΄ 14,21,24). Μέ αὐτό τό πνεῦμα ὁ ἅγιος Παΐσιος Βελιτσκόφκυ γράφει: “Ἡ πιστή τήρηση τῶν ἐντολῶν καί τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἡ τέλεια ὑπακοή πρός τόν Χριστό τόν Κύριο”.
Αὐτά τά πρῶτα βήματα τῆς ὑπακοῆς εἶναι θεμελιώδη. Δέν μπορεῖ κανείς νά τά παραβλέψει. Ἐν τούτοις, ὡς ξεκίνημα τῆς σκληρῆς πορείας διά τῆς στενῆς ὁδοῦ πρός τή βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, δέν εἶναι καί τόσο ἐλκυστικά γιά τούς νέους Ὀρθόδοξους Χριστιανούς. Συχνά ἀγνοοῦνται. Γιά τό λόγο αὐτό, ὁ ἱερέας, πού ἐργάζεται μεταξύ προσήλυτων, πρέπει νά ἐπιμείνει στήν ἐφαρμογή τῆς παραπάνω ρουτίνας εὐσέβειας, μέ στόχο, ὄχι τόσο νά δοκιμάσει τήν ὑπακοή τους, ὅσο νά ἀγγίσει στήν καρδιά τους μᾶλλον παρά στό νοῦ. Μέ τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης: “Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο νά ἀναπτύσσουμε -ἐκπαιδεύουμε- τήν ἀντίληψη, τό λογικό, καί νά ἀγνοοῦμε τήν καρδιά. Πρέπει, πάνω ἀπ᾿ ὅλα, νά φροντίζουμε γιά τήν καρδιά, γιατί ἡ καρδιά εἶναι ἡ ζωή... Ἔτσι θά μπορέσουμε νά προσανατολίσουμε τίς σκέψεις, τίς ἐπιθυμίες, τίς τάσεις ἑνός ἀνθρώπου γιά ὅλη του τή ζωή”.
Πολλοί προσήλυτοι μένουν σ᾿ αὐτό τό ἀρχικό στάδιο τῆς ὑπακοῆς στίς ἀρχές τοῦ Ὀρθόδοξου τρόπου ζωῆς. Κάποιοι, πάλι, σ᾿ ὅλη τους τή ζωή ἀντιστέκονται σ’ αὐτόν. Σ᾿ ἐκείνους, ὅμως, στούς ὁποίους ἔχει δοθεῖ νά πᾶνε βαθύτερα, πιό πέρα ἀπό τό νηπιακό γάλα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, προσφέρεται ἡ ἐμπειρία τοῦ “δυνατοῦ κρασιοῦ” τῆς Ὀρθόδοξης ὑπακοῆς. Σκοπός τούτου τοῦ μικροῦ δοκιμίου εἶναι νά μελετήσει αὐτό τό εἶδος τῆς ὑπακοῆς στή ζωή ἑνός λαϊκοῦ Ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ, τῆς ὑπακοῆς, πού τήν κάνει σέ ἕνα πνευματικό Πατέρα.
Ὑπάρχουν τρεῖς γενικές ἀρχές, πού ἔχουν ἐφαρμογή ἐδῶ. Πρῶτον, πρέπει νά διακρίνουμε τή διαφορά ἑνός Γέροντα ἀπό ἕνα πνευματικό Πατέρα. Ὁ Γέροντας ἐνεργεῖ τήν προφητική διάσταση τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς ἐκ τούτου, μπορεῖ νά γίνεται ἀποδέκτης τῆς ὑπακοῆς τῶν πιστῶν, ὡς αὐτός, πού πράγματι ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στούς ἄλλους. Στήν πραγματικότητα σήμερα, ἔχουν ἐκλείψει οἱ Γέροντες ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς, καί ἐκεῖνοι, πού διεκδικοῦν τήν ἰδιότητα τοῦ Γέροντα, ἤ ἐπιτρέπουν σ᾿ ὅσους τούς ἀκολουθοῦν νά τούς ἀπονέμουν αὐτόν τόν τίτλο -ἰδίως ἐδῶ στήν Ἀμερική, ὅπου ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τόσο ἀνώριμη- δέν ὑπηρετοῦν τήν Ὀρθοδοξία. Πάρα πολλοί δυτικοί προσήλυτοι στήν Ὀρθοδοξία, ἄβουλοι καί χωρίς αὐτοπεποίθηση, εἶναι προθυμότατοι νά παραιτηθοῦν ἀπό τή δική τους κοινή λογική καί κρίση καί νά τήν παραδώσουν σέ κάποιον ἄλλον. Ἡ μέχρι λατρείας, ὅμως, προσκόλληση σέ προσωπικότητες εἶναι παντελῶς ξένη πρός τήν Ὀρθοδοξία.
Δεύτερον, ἡ ὑπακοή σέ Πνευματικό δέν σημαίνει τόσο τήρηση ὁδηγιῶν, ὅσο τό νά ἀκολουθεῖ κανείς κάποιον, πού προηγεῖται. Δέν πρέπει ὁ Πνευματικός νά βλέπει τόν ἑαυτό του σάν τό πρόσωπο, πού διατάζει, ἀλλά σάν ὁδηγό, πού πηγαίνει μπροστά ἀπό τούς λαϊκούς, τούς ὁποίους ἔχει ἀναθέσει ὁ Θεός στή φροντίδα του, καί τούς ὀδηγεῖ μέ τά λόγια καί τά ἔργα του. Οἱ βίοι τῶν ἁγίων εἶναι γεμάτοι ἀπό τέτοια παραδείγματα. ῾Η σχέση τοῦ λαϊκοῦ μέ τόν Πνευματικό του δέν ἔχει νομικίστικη χροιά. Δέν προϋποθέτει κάποιους ὅρκους ὑπακοῆς (ἄν καί, ὡς προϊόν ἐλεύθερης ἐπιλογῆς, ἡ σχέση ἑνός Πνευματικοῦ μέ τό τέκνο του μπορεῖ νά εἶναι πολύ δεσμευτική). Μᾶλλον πρόκειται γιά ἕνα ζωντανό δεσμό μεταξύ δυό ζωντανῶν ψυχῶν, ὅπου ἡ μιά εἶναι πιό ἔμπειρη ἀπό τήν ἄλλη, ἱκανή νά δείξει ἕνα δρόμο, γιατί ἔχει ἤδη ἀρχίσει νά τόν βαδίζει, καθ᾿ ἤν στιγμή ἡ ἄλλη εἶναι πρόθυμη νά τήν ἐμπιστευθεῖ καί νά τήν ἀκολουθήσει. Ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης, γιά πολλά χρόνια Πνευματικός στή Μονή Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος εἶχε πολλά πνευματικά τέκνα μεταξύ τῶν μοναχῶν, ἔλεγε: “Ἡ σοφία τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἔχει καταγραφεῖ μέ ἀκρίβεια ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες στά κείμενά τους, ὅμως, αὐτά, πού ἔγραψαν, μποροῦν νά γίνουν πλήρως κατανοητά μόνον ὅταν τά βιώσει κανείς”. Ὁ πνευματικός Πατέρας πρέπει νά βιώνει αὐτές τίς ἀρχές, μέ ὅση δύναμη διαθέτει καί ἀνάλογα μέ τή χάρη, πού τοῦ ἔχει δοθεῖ. “Σέ ὅσους ἀπευθύνονται σέ μένα”, ἔλεγε ἀκόμα ὁ π. Ἰωάννης, “παρά τό λίγο μυαλό μου, λέω τή γνώμη μου, ἀλλά μετά προσθέτω: “Σκέψου, πάντως, καἰ σύ τό θέμα””. Ὁ Πνευματικός δέν ἀσκεῖ πιέσεις, δέν δίδει διαταγές. Μᾶλλον, παίρνει τό πνευματικό του παιδί ἀπό τό χέρι καί τό καθοδηγεῖ στό δρόμο του μέ λεπτότητα, ἀλλά σταθερά.
Τρίτον, αὐτοί, πού μποροῦν νά δώσουν πνευματικἠ καθοδήγηση εἶναι σήμερα τόσο λίγοι ὥστε ἕνας λαϊκός πρέπει νά προσέξει πάρα πολύ πρίν θέσει τόν ἑαυτό του κάτω ἀπό τήν ὑπακοή Πνευματικοῦ. (Ἐδῶ πρέπει νά διευκρινίσουμε ὅτι ὁ ἱερέας, πού ἐξομολογεῖ πιστούς καί ὁ ὁποῖος δίδει κάποιες συμβουλές κατά τή διάρκεια τοῦ Μυστηρίου, μπορεῖ νά εἶναι, ἀλλά μπορεῖ καί νά μήν εἶναι ὁ Πνευματικὀς ὅποιου πηγαίνει σ᾿ αὐτόν γιά ἐξομολόγηση. Ἡ σχέση γιά τήν ὁποία μιλᾶμε ἐδῶ εἶναι πολύ βαθύτερη, πολύ στενότερη ἀπό τή σχέση τῶν ἐξομολόγων ἱερέων κάθε ἐνορίας καί τῶν μετανοούντων πιστῶν). Ὁ σπουδαῖος Γέροντας τοῦ 19ου αἰώνα Μακάριος, τῆς Μονῆς Ὄπτιμα, ἔγραφε σἐ ἕνα λαϊκό: “Εἶναι, ὁπωσδήποτε, μεγάλη παρηγοριά καί βοήθεια νά βροῦμε γιά τό δρόμο μας κάποιον ὁδηγό, κάτω ἀπό τή σοφή καθοδήγηση τοῦ ὁποίου ἡ βούλησή μας νά θεραπευθεῖ ἀπό τήν ὑπερφίαλη αὐτοπεποίθησή της καί τό μυαλό μας ἀπ᾿ τόν αὐτοθαυμασμό. Ἀλλά στίς μέρες μας, εἶναι πολύ δύσκολο νά βροῦμε κάποιον”. Ἄν ἦταν ἤδη δύσκολο πρίν ἀπό ἑκατό χρόνια, κατά τίς τελευταῖες μέρες τῆς γεμάτης ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ Ρωσίας, νά βρεθεῖ Πνευματικός, πόσο πολύ πιό δύσκολο εἶναι γιά μᾶς σήμερα! Σύγχρονος τοῦ Γέροντα Μακαρίου, καί ὁ ἴδιος μεγάλος πνευματικός ὁδηγός, ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, καθιστοῦσε προσεκτικά τά πνευματικά του παιδιά: “Φαντασμένοι καί φίλαυτοι ἀρέσκονται νά διδάσκουν καί νά δίνουν κατευθύνσεις. Δέν τούς ἐνδιαφέρει πόσο ἀξίζει ἡ συμβουλή τους. Δέν τούς ἀπασχολεῖ τό ὅτι μπορεῖ νά προκαλέσουν ἀνεπανόρθωτη βλάβη στόν πλησίον τους μέ τή λανθασμένη συμβουλή τους, τήν ὁποία ὁ ἄπειρος ἀρχάριος τή δέχεται μέ ἀπερίσκεπτη ἐμπιστοσύνη... Θέλουν νά ἐντυπωσιάσουν τόν ἀρχάριο καί νά τόν ὑποτάξουν ἠθικά. Θέλουν τὀν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Θέλουν νά τούς θεωρεῖ ὁ κόσμος ἁγίους, χαρισματικοὐς γέροντες, δασκάλους μέ πνεῦμα διορατικό. Θέλουν νά τρέφουν τήν ἀκόρεστη ματαιοδοξία τους”. Πῶς μπορεῖ, λοιπόν, ἕνας λαϊκός, πού προοδεύει πέρα ἀπό τήν καθημερινή ρουτίνα τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς -νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, κτλ.- νά βρεῖ τήν καθοδήγηση, τήν ὁποία ἡ ψυχή του χρειάζεται γιά νά ἀναπτυχθεῖ περισσότερο; Σέ πολλές περιπτώσεις, ἕνας ἐνοριακός ἱερέας μπορεῖ νά τοῦ συστήσει κάποιον σοφό ἀπό τό μοναστικό χῶρο, πού μπορεῖ νά τόν καθοδηγήσει. Ἄν ἀποτύχει, ἡ συμβουλή τοῦ Ἐπισκόπου Ἰγνατίου εἶναι νά “ἀναζητήσει (ὁ λαϊκός) τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στίς Γραφές”, ἱκετεύοντας τό Θεό νά στείλει τή βοήθειά Του. Μπορεῖ κάποτε ὁ Θεός νά τοῦ στείλει ἕνα σοφό σύμβουλο, ἕναν Πνευματικό. Μέχρι τότε ὅμως, ὁ λαϊκός πρέπει νά περιμένει μέ ὑπομονή, χωρίς νά ἀγωνιᾶ καί νά βιάζεται νά μπεῖ κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση ὁποιουδήποτε. Κινδυνεύει νά γίνει “δοῦλος ἀνθρώπων” (Α΄ Κορινθ. ζ΄ 23) μᾶλλον παρά τοῦ Θεοῦ. Ἄν, τελικά, ὁ Θεός σοῦ στείλει ἕναν Πνευματικό, τότε, γράφει ὁ Ἐπίσκοπος Ἰγνάτιος “μέ δάκρυα καί μέ στεναγμούς ἀπό καρδίας ἱκέτευε τό Θεό, νά μήν ἐπιτρέψει νά ξεφύγεις ἀπό τό πανάγιο θέλημά Του καί νά ἀκολουθήσεις μιά πεπτωκυία ἀνθρώπινη θέληση, εἴτε τή δική σου, εἴτε τοῦ πλησίον σου -τοῦ πνευματικοῦ συμβούλου σου (τοῦ Πνευματικοῦ σου)”. Στήν ἴδια γραμμή κινούμενος ὁ Γέροντας Μακάριος ἔγραφε σέ ἕνα πνευματικό του παιδί: “Θά προσπαθῶ νά σοῦ ἀπαντῶ ὅσο καλύτερα μπορῶ, ἀλλά ἐσύ πρέπει νά προσεύχεσαι. Προσευχήσου νά μοῦ δώσει ὁ Θεός τήν ἱκανότητα νά σοῦ λέω τά σωστά λόγια, πού θά σέ βοηθήσουν”.
Ἕνα ἀπό τά σημεῖα, μέ τό ὁποῖο ὁ λαϊκός μπορεῖ νά ἀναγνωρίσει τόν Πνευματικό του, εἶναι τό ἑξῆς: ἕνας πνευματικός ὁδηγός δέν διακατέχεται ἀπό τήν ἐπιθυμία νά δίνει στόν καθένα συμβουλές. Ἀντίθετα, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του κενό καί ἀνίκανο, ὅπως ἔγραφε ὁ Γέροντας Μακάριος: “Δέν σοῦ ἔχω πεῖ τίποτε, πού νά εἶναι δική μου ἐπινόηση. Ὅλα ὅσα λέγω προέρχονται ἀπό τά γραπτά τῶν Πατέρων. Δική μου εἶναι μόνο ἡ ταπεινή ἐργασία νά διαλέγω γνῶμες κατάλληλες γιά τήν περίπτωσή σου”. Ὁμοίως, ὁ ἐπίσκοπος Ἰγνάτιος λέγει ὅτι “οἱ Πατέρες μᾶς ἀπαγορεύουν νά δίνουμε συμβουλές στόν πλησίον μας ἀπό μόνοι μας, χωρίς νά μᾶς τό ζητήσει. Τό νά δίνουμε ἀπό μόνοι μας συμβουλές, εἶναι σημάδι ὅτι θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας κάτοχο πνευματικῆς γνώσεως καί ἀξίας, σημάδι καθαρό ἐγωϊσμοῦ καί αὐταπάτης”. Πόσοι ἀπό τούς “Πνευματικούς” σήμερα μποροῦν νά ἀντέξουν σ᾿ ἕνα τέτοιο τέστ; Παρά ταῦτα ὑπάρχουν μερικοί ἀληθινοί πνευματικοί ὁδηγοί, πού δίνουν συμβουλές μέ φόβο Θεοῦ καί μόνο ὅταν τούς ζητηθεῖ. Ἀναγνωρίζοντας τή θλιβερή ἀνεπάρκειά τους, δέν προσδοκοῦν αὐτόματη ὑπακοή, ἀλλά τό ἀφήνουν στήν κρίση τοῦ πνευματικοῦ τους παιδιοῦ. Μέ αὐτό τόν τρόπο προστατεύουν καί τόν ἑαυτό τους καί τά πνευματικά τους τέκνα. Ὁ πνευματικά ὥριμος λαϊκός, ἐν τούτοις, γνωρίζει ὅτι ἄν ὑπακούει στόν Πνευματικό του σέ κάθε τί, πού δέν ἔρχεται σέ σύγκρουση πρός τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί τήν κοινή λογική, τήν ὁποία τοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός, σέ καμιά περίπτωση δέν πρόκειται νά ἐγκαταλειφθεῖ ἀπό τό Θεό.
Ὅποιος διαβάσει ἀρκετά τά συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων καί τούς βίους τῶν ἁγίων θά διαπιστώσει, ὅτι ὅσα εἴπαμε παραπάνω σχετικά μέ τό λαϊκό καί τήν ὑπακοή, δέν εἶναι παρά μιά χλωμή ἀντανάκλαση αὐτοῦ, πού ἦταν κάποτε ἡ Ἐκκλησία. Σήμερα, ὅμως, ἡ στάθμη τῆς πνευματικότητας στήν ἐκκλησιαστική ζωή εἶναι τόσο χαμηλή, ὥστε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά τούς λαϊκούς εἶναι νά ἀρκοῦνται στό διακαή πόθο νά τεθοῦν στήν ὑπακοή κάποιου Πνευματικοῦ. Τό νά βιάζονται νά πᾶνε πιό πέρα ἀπ᾿ αὐτό τό σημεῖο, εἶναι ὄχι μόνο ἐπικίνδυνο, ἀλλά θέτει ὑπό ἀμφισβήτηση τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἡ πνευματική πρόοδος τοῦ λαϊκοῦ εἶναι δυνατή. Σήμερα, εἶναι πολύ, πολύ ἀργή καί κοπιώδης. Παρά ταῦτα ὑπάρχει. Ὁ ἐπίσκοπος ᾿Ιγνάτιος λέει: “Εἶναι μεγάλο τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ καί μεγάλη εὐλογία γιά μᾶς τό ὅτι μποροῦμε νά τρεφόμαστε ἀπό τά ψυχία, πού πέφτουν ἀπό τό τραπέζι τῶν Πατέρων. Αὐτά τά ψυχία μπορεῖ νά μήν εἶναι χορταστική τροφή, μποροῦν ὅμως, νά μᾶς προστατεύσουν ἀπ᾿ τόν πνευματικό θάνατο”.
π. Ἀλέξιος Young
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων