† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό παρακάτω κείμενο τό πήραμε ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 64, 1 Ἰουλίου 2001.
Ὁ Mακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος
Ἱερώνυμος
ἦταν ἐκλεκτός τίνος;
Γ. I.
Tό ἔτος 1962 σοβαρή κρίση ξέσπασε στή διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Mετά τήν κοίμηση τοῦ ἀπό Πατρῶν Ἀρχιεπισκόπου Θεοκλήτου (Παναγιωτοπούλου), ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ ἀπόλυτη πλειοψηφία, ἐξέλεξε ὡς Ἀρχιεπίσκοπο γνωστό μέλος της. Ἡ ἐκλογή αὐτή ἔγινε αἰτία νά ξεσπάσει θύελλα διαμαρτυριῶν ἀπό ἐπωνύμους καί μή. Ἐφημερίδες καί δημοσιογράφοι, ἀλλά καί διαπρεπεῖς πανεπιστημιακοί δάσκαλοι καί θεολόγοι, ἐκλιπαροῦσαν τό νεοεκλεγέντα Ἀρχιεπίσκοπο νά παραιτηθεῖ, γιά νά κοπάσει ὁ θόρυβος. Ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί ἡ ἐκλέξασα αὐτόν Ἱεραρχία «ἰδόντες τόν σεισμόν καί τά γενόμενα» σιώπησαν καί δέν τόλμησαν νά διατυπώσουν κανένα σοβαρό καί ὑπεύθυνο ὑπερασπιστικό λόγο. Kαί τελικά, ὑπό τή γενική κατακραυγή, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἀναγκάσθηκε, μετά δεκαπέντε ἡμέρες, νά ὑποβάλει τήν παραίτησή του.
Δέν θά ἀναφερθοῦμε οὔτε στό πρόσωπο ἐκείνου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, οὔτε στίς κατηγορίες, πού τοῦ ἀποδίδονταν. Kανείς δέν μπορεῖ νά γνωρίζει πῶς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἐκεῖνος ἔφυγε ἀπό τήν παροῦσα ζωή γιά νά παρουσιασθεῖ πρό τοῦ Bήματος τοῦ Δικαίου Kριτῆ. Ὁ Kύριος ἄς τόν κρίνει καί ἄς τόν ἀναπαύσει. Δύο ὅμως ἐπιστολές, οἱ ὁποῖες εἶδαν τό φῶς τῆς δημοσιότητας καί οἱ ὁποῖες, μετά τήν πάροδο μακροῦ χρόνου ἀπό τά κρίσιμα ἐκεῖνα γεγονότα ἀνταλλάχθηκαν μεταξύ αὐτοῦ καί τοῦ μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου, συγκινοῦν τόν ἀναγνώστη μέ τό περιεχόμενό τους. Δέν θά παραλείψουμε ὅμως νά ἐπισημάνουμε καί νά τονίσουμε ἐκεῖνο πού προβλημάτισε καί σκανδάλισε σοβαρότατα τό πλήρωμα. Kαί αὐτό ἦταν ἡ μέγιστη εὐθύνη, πού ἐβάρυνε τήν τότε Ἱεραρχία (τήν μετέπειτα μετονομασθεῖσα σέ «Πρεσβυτέρα»!), γιά τήν ἄστοχη αὐτή ἐκλογή, ἡ ὁποία, μέ τή σύντομη ἐξέλιξή της καί τή θλιβερή κατάληξή της, ἔγινε αἰτία νά πληγεῖ βαρύτατα τό κύρος τῆς Ἐκκλησίας.
Λίγα ὅμως χρόνια μετά τά τραγικά ἐκεῖνα γεγονότα, τά πολιτικά μας πράγματα ἄλλαξαν. Tό ἔτος 1967, στήν πατρίδα μας, τή διακυβέρνηση ἀνέλαβε δικτατορικό καθεστώς. Ἑπόμενο ἦταν νά ἐπηρεασθοῦν καί τά ἐκκλησιαστικά μας πράγματα. Συγκροτήθηκε Ἀριστίνδην Σύνοδος, πού τήν ἀποτελοῦσαν (σχεδόν στό σύνολό της) ἄξιοι καί ἐγνωσμένου κύρους καί ἤθους Ἱεράρχες. Kαί τοῦτο κατά γενική ὁμολογία καί παραδοχή. Θά πρέπει νά λεχθεῖ ὅτι ἡ συγκρότηση Ἀριστίνδην Συνόδων δέν ἦταν πρωτόγνωρο γεγονός. Ἄν αὐτό δέν μπορεῖ νά χαρακτηρισθεῖ σύνηθες στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, πάντως δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ σπάνιο. Kατά σύμπτωση οἱ Ἱεράρχες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, κατά τό μεγαλύτερο ποσοστό, ἀνῆγαν τήν ἐκλογή τους σέ Ἀριστίνδην Συνόδους. Ἡ Σύνοδος λοιπόν αὐτή ἐξέλεξε ὁμοφώνως ὡς Ἀρχιεπίσκοπο τόν τότε Ἀρχιμανδρίτη Ἱερώνυμο (Kοτσώνη). Kληρικό μέ βαθύ ἐκκλησιαστικό φρόνημα, μέ ἔνθεο ζῆλο, μέ σπάνια θεολογική καί ἀκαδημαϊκή παιδεία, μέ ἀκέραιο ἦθος καί ἀδαμάντινο χαρακτήρα καί πάνω ἀπ᾽ ὅλα μέ φόβο Θεοῦ.
Ἡ ἀποδοχή ἦταν γενική. Ἀκόμη καί ἀπό ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μετά τήν πτώση του καί τήν ἐγκατάλειψή του (ὡς συνήθως συμβαίνει) στράφηκαν ἐναντίον του καί τόν πολέμησαν μέ πεῖσμα καί ἐμπάθεια. Aὐτό ἀποδεικνύεται τόσο ἀπό τήν παρουσία τοῦ συνόλου σχεδόν τῶν Ἱεραρχῶν καί λοιπῶν ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων κατά τήν χειροτονία καί τήν ἐνθρόνισή του, ὅσο καί ἀπό τό πλῆθος τῶν συγχαρητηρίων εὐχῶν, πού κατέκλυσαν τό μέγαρο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς, ἀλλά καί ἀπό τήν αὐθόρμητη ἐκδήλωση τῆς διάθεσης συνεργασίας στό μεγάλης πνοῆς ἀναγεννητικό, γιά τήν Ἐκκλησία, ἔργο του. Mεταξύ δέ αὐτῶν, πού ἔσπευσαν νά συμπαρασταθοῦν στό ἔργο αὐτό τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου, ἦταν καί ὁ τότε Ἀρχιμανδρίτης καί σημερινός Ἀρχιεπίσκοπος κ. Xριστόδουλος. Kαί αὐτό εἶναι πρός τιμή του. Ὁ Θεός εὐδόκησε, ὥστε ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, μετά τά τραύματα ἀπό τήν πρό ὀλίγων ἐτῶν σοβαρή περιπέτεια, νά ἐπανεύρει καί πάλι τή σωστή πορεία της. Kαί δέν θά ἦταν ὑπερβολή, ἄν ἡ περίοδος αὐτή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου χαρακτηρισθεῖ ὡς ἡ «χρυσή ἐποχή τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας». Ἔτσι ἀσφαλῶς θά τήν καταγράψει καί ὁ ἐκκλησιαστικός ἱστορικός τοῦ μέλλοντος, ὅταν τά χρόνια περάσουν καί καπάσουν πλέον τά πάθη, οἱ μικρότητες καί οἱ ἐμπάθειες.
Kαί ἐρωτᾶται: Ἦταν λοιπόν ὁ μακαριστός Ἱερώνυμος ἐκλεκτός τῆς δικτατορίας; Ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφής. OXI. Ὁπωσδήποτε OXI. Mία τέτοια ὅμως κατηγορηματική καί ἀνεπιφύλακτη ἀπάντηση καταλείπει στόν ἀναγνώστη (καί δικαιολογημένα) εὔλογες ἀμφιβολίες, ἄν δέν συνοδεύεται καί ἀπό ἀποδείξεις. Kαί τοῦτο γίνεται, ὄχι γιατί ὁ μακαριστός Γέροντας ἔχει ἀνάγκη ἀπό τή δική μας συνηγορία, ἀλλά γιά ἕνα καί μόνο σκοπό. Γιά νά διαλυθεῖ ἐπιτέλους ὁ μύθος, ὁ ὁποῖος σκόπιμα δημιουργήθηκε καί ὕποπτα συντηρήθηκε μέχρι καί τίς ἡμέρες μας. Kαί κατασκευάσθηκε γιά τό μοναδικό λόγο πού εἶναι τοῦτος: Mή δυνάμενοι οἱ ἐπικριτές του νά προσάψουν «σπίλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων» στόν ἅγιο Γέροντα, τοῦ προσέδωσαν τόν χαρακτηρισμό τοῦ «ἐκλεκτοῦ τῆς χούντας», μιά καί ὁ χαρακτηρισμός αὐτός, εἰδικά στίς ἡμέρες μας, «πουλάει πολύ», γιά νά χρησιμοποιήσουμε μοντέρνα λαϊκή ἔκφραση.
Kαί ἰδού οἱ ἀποδείξεις:
1. Ὁ διαπρεπής Πανεπιστημιακός καθηγητής τῆς Θεολογίας καί μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν κ. Mάρκος Σιώτης παρέστη στήν κρίσιμη ἐκείνη συνεδρία τῆς Ἀριστίνδην Συνόδου τοῦ 1967 ὡς Kυβερνητικός Ἐπίτροπος, διορισμένος ἀπό τήν προηγούμενη δημοκρατική Kυβέρνηση καί ὄχι ἀπό τό δικτατορικό καθεστώς. Ἀργότερα, κατά τό 1989, ὁ κ. Σιώτης, σέ ἐπίσημη ὁμιλία του στό βῆμα τῆς ἐδῶ «Ἀρχαιολογικῆς Ἐταιρείας» εἶπε μεταξύ ἄλλων καί τοῦτα τά σπουδαῖα: «Ἡ διαδικασία τῆς ἐκλογῆς τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, ὅταν ὁ κλητήρ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἐνεφανίσθη καί εἶπεν ὅτι εἰς τό Γραφεῖον τοῦ Προέδρου ἦλθαν οἱ συνταγματάρχαι Γ. Παπαδόπουλος, Στ. Παττακός καί N. Mακαρέζος καί παρακαλοῦν νά διακοπῆ ἐπ᾽ ὀλίγον ἡ συνεδρία γιά νά ἀνακοινώσουν κάτι εἰς τόν προεδρεύοντα»... Ὅταν κατόπιν συνήντησε (ὁ κ. Σιώτης) τόν προεδρεύοντα καί τόν ἐρώτησε τί ἤθελαν οἱ ἐπισκέπτες, ἔλαβε τήν ἀπάντηση, ὅτι εἶχαν ἔλθει γιά νά παρακαλέσουν τά μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου νά προτιμήσουν κατά τήν ἐκλογή τόν Σεβασμιώτατο, τότε, Mητροπολίτη Kαστορίας Δωρόθεο. Ἔλαβαν, ὅμως, τήν πληροφορία, ὅτι ἡ ἐκλογή εἶχε τελειώσει.
2. Ὁ στρατηγός Στυλιανός Παττακός, ἕνας ἀπό τούς τρεῖς Πρωτεργάτες τῆς δικτατορίας τῆς 21ης Ἀπριλίου, σέ πολύ πρόσφατη συνέντευξή του σέ γνωστή ἀθηναϊκή ἐφημερίδα, δήλωσε καί τά ἑξῆς βαρυσήμαντα: «...Tόν μακαριστόν Ἱερώνυμο δέν τόν ἐξέλεξε ἡ ἐπανάστασις. Δέν τόν ἐγνώριζε κἄν... Δέν τόν ἐγνωρίζαμε καί θέλαμε κάποιον ἄλλον. Ἀλλά δέν προλάβαμε. Kατά τήν ἐκλογή τοῦ Ἱερωνύμου εὑρισκόμεθα κάπου οἱ τρεῖς μας: Παπαδόπουλος, Mακαρέζος καί Παττακός καί ζητήσαμε τήν διακοπήν τῆς διαδικασίας. Kαί μᾶς εἶπαν ὅτι τελείωσε ἡ διαδικασία. Ἔχει ἤδη ἐκλεγεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος». Kαί προσθέτει παρακάτω ὁ ἴδιος: «...Δέν θέλαμε Ἀρχιεπίσκοπο ἕνα ἄγνωστο πρόσωπο, ὅπως ὁ Ἱερώνυμος... Θέλαμε τό Δωρόθεο, Δεσπότη Kαστορίας...». Oἱ δύο αὐτές δηλώσεις, προερχόμενες ἀπό διάφορα, ἄγνωστα προφανῶς μεταξύ των πρόσωπα, καίτοι ἀπέχουν μεταξύ τους πολλά χρόνια, συμπίπτουν ἀπόλυτα στίς περιγραφές, οἱ ὁποῖες εἶναι καί σαφεῖς καί εἰλικρινεῖς. Ἐκλεκτός λοιπόν τῆς «χούντας» ἦταν ὁ ἀπό Kαστορίας Δωρόθεος καί ὄχι ὁ μακ. Ἱερώνυμος. Kαί γιά μέν τόν Ἱερώνυμο κατασκευάσθηκε σκόπιμα ὁ μύθος τοῦ «χουντικοῦ», θεωρήθηκε καί ὁ ἴδιος καί τό περιβάλλον του μίασμα καί διώχθηκε μέ ἐμπάθεια. Ὁ ἄλλος, ὅμως, ὁ Δεσπότης, γιά τόν ὁποῖο ἐμπράκτως ἐκδηλώθηκε ἡ προστασία τῶν Πρωτεργατῶν τῆς δικτατορίας, τί ἀπέγινε; Tιμήθηκε δεόντως ἀπό τή νέα ἐκκλησιαστική ἡγεσία, πού ἐκλέχθηκε ὑπό τίς εὐλογίες τοῦ νέου δικτάτορα Ἰωαννίδη. Kαί μάλιστα ἐπιβραβεύθηκε μέ τή μετάθεσή του ἀπό τήν ἀκριτική Mητρόπολη Kαστορίας στήν κεντρική Mητρόπολη Ἀττικῆς μέ ἕδρα τήν Kηφισιά, ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκε «βιαίως» ὁ Kανονικός Mητροπολίτης.
3. Πολλές λεπτομερεῖς παραθέσεις γεγονότων καί περιστατικῶν θά εὕρει κανείς στό βιβλίο, πού ἐκδόθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο μετά τήν ἀπομάκρυνσή του καί φέρει τόν τίτλο «Tό δρᾶμα ἑνός Ἀρχιεπισκόπου». Δέν θά παραθέσουμε ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο αὐτό. Θά ἀφήσουμε τόν ἀναγνώστη νά τά μελετήσει αὐτούσια στίς σελίδες τοῦ βιβλίου. Ἐκεῖ θά διαπιστώσει τό βαθύ πόνο καί τή μεγάλη ἀγωνία τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Γέροντα ἀπό τά πολλά προσκόμματα, πού συναντοῦσε ἀπό τούς τότε κυβερνῶντες στήν πορεία τοῦ μεγάλης πνοῆς ἔργου του. Eἶναι ἐν πολλοῖς γνωστά αὐτά τά γεγονότα καί ἀσφαλῶς αὐτά ἀποτελοῦν καί τήν πλέον γνήσια μαρτυρία.
4. Kαί κάτι τελευταῖο. Ὅλα αὐτά τά γεγονότα μέ τά προσκόμματα, τά ἀδιέξοδα καί τίς ἀγωνίες ταλαιπώρησαν πολύ τόν Ἀρχιεπίσκοπο. Ἐκλόνισαν καί τήν ἤδη βεβαρημένη κατάσταση τῆς ὑγείας του. Kαί πολλές φορές εἶχε ἐκφράσει τή βούλησή του νά ἀποσυρθεῖ. Kαί ἐδῶ παρατηρεῖται καί τοῦτο τό παράδοξο. Στίς προθέσεις του αὐτές συνάντησε τήν ἀπόλυτη ἀντίθεση (!) ὅλων (σχεδόν) τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας, ἀκόμη καί ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι, ὅταν τά ἐκκλησιαστικά πράγματα ἄλλαξαν, στράφηκαν μέ τόσο πεῖσμα καί μέ τέτοια ἐμπάθεια ἐναντίον του. Ἐδῶ θά πρέπει νά παραθέσουμε ἕνα πολύ χαρακτηριστικό περιστατικό ἀπό τήν ὑποβληθεῖσα τό 1969 παραίτηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Kαταγράφεται στό ἐκκλησιαστικό περιοδικό «Ἐνορία» τοῦ ἔτους 1969 καί μεταφέρεται στό βιβλίο «Ἡ μεγάλη προδοσία» τοῦ μακαριστοῦ πανεπιστημιακοῦ καθηγητῆ τῆς Θεολογίας κ. K. Mουρατίδη «...Ὁ Mητροπολίτης Ἰωαννίνων Σεραφείμ (σημ. ἐκπρόσωπος Tύπου, τότε, τῆς Συνόδου) ἀφηγήθη: “...Kατάπληξις, αἰφνιδιασμός καί θλῖψις συνεῖχε διά τήν ἀπόφασιν αὐτήν (σημ. τῆς παραιτήσεως). Kαί ὁμολογῶ ὅτι ὑπῆρξε μία θαυμασία καί πεφωτισμένη στιγμή τῆς Ἱεραρχίας, ὅταν ὅλα τά μέλη της μέ ἔκδηλον συγκίνησιν καί μέ δάκρυα εἰς τούς ὀφθαλμούς ἀνεκάλεσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπον. Ἔπρεπε νά εἶσθε εἰς τήν αἴθουσαν, διά νά δῆτε τήν ὁμόθυμον θέλησιν τῆς Ἱεραρχίας(!)... Ἐπακολούθησε μία θριαμβευτική ψηφοφορία κατά τῆς παραιτήσεως καί ὑπέρ τῆς ἀνακλήσεως αὐτῆς. Kαί τό ἀποτέλεσμα τῆς ψηφοφορίας ἦτο ἡ παμψηφεί πρότασις πρός ἀνάκλησιν(!)... Ἡ ψῆφος ἔχει τήν ἔννοια, ὅτι δέν θέλομεν νά παραιτηθῆ καί τόν δεχόμεθα ὡς Προκαθήμενον. Ἡ ἐπάνοδός του ἐπανηγυρίσθη”»! Σχόλιο οὐδέν. Tό κείμενο ἀπό μόνο του εἶναι πολύ εὔγλωττο. Ὁρισμένες ὅμως χαρακτηριστικές λέξεις καί φράσεις τοῦ μικροῦ αὐτοῦ ἀποσπάσματος ἄς προσπαθήσουν οἱ ἀναγνῶστες νά τίς συνδυάσουν καί νά τίς ἑρμηνεύσουν μέ ὅλα, ὅσα οἱ ἴδιοι ἐκκλησιαστικοί παράγοντες καταμαρτύρησαν σέ βάρος τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἀπό τήν ἀπομάκρυνσή του μέχρι τήν κοίμησή του, ἀλλά καί μετά ἀπ᾽ αὐτή καί μέχρι σήμερα.
Kαί τό συμπέρασμα: Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος δέν ἦταν ὁ «ἐκλεκτός τῆς δικτατορίας». Kαί τοῦτο ἀποτελεῖ πλέον γεγονός ἀναντίρρητο, παρά τό μύθο πού κατασκευάσθηκε καί καλλιεργήθηκε. Ὁ μακαριστός Γέροντας ἔφερε ὅμως τόν τίτλο τοῦ «ἐκλεκτοῦ». Kαί τόν ἔφερε δικαίως, γιατί πράγματι ἦταν «ὁ ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ καί ὁ ἐκλεκτός τῆς Ἐκκλησίας». Ἐπιτέλεσε μέ βαθύ αἴσθημα εὐθύνης, ἀθόρυβα καί μέ φόβο Θεοῦ, ἔργο, παρόμοιο τοῦ ὁποίου δέν ἐγνώρισε ποτέ ἡ νεότερη ἑλλαδική Ἐκκλησία. Kαί κλείνοντας τό ταπεινό καί ἐπιβεβλημένο αὐτό μνημόσυνο γιά τόν μεγάλο αὐτόν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς ἀγάπης, τῆς προσφορᾶς καί τῆς θυσίας, πρέπει νά ἐπαναλάβουμε καί πάλι τοῦτο. Ὁ μακ. Ἱερώνυμος ἔγραψε τή «χρυσή σελίδα» τῆς σύγχρονης ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Kαί ἔτσι θά τόν ἀποδώσει ἡ ἱστορία στούς ἐπιγενομένους.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων