† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἐλεύθεροι ἀπό τόν θάνατο
Τρίτη Ἐσπέρας, α΄ Στιχηρό
Ἦχος α΄ Πανεύφημοι μάρτυρες
Κείμενο Παλάμας ἀχράντους σου Χριστέ, ἐπί ξύλου ἥπλωσας, καί τούς δακτύλους αἱμάτωσας, θέλων λυτρώσασθαι, τῶν θείων χειρῶν σου, τό ἔργον Φιλάνθρωπε, Ἀδάμ τόν παραβάσει κρατούμενον, εἰς τά βασίλεια τοῦ θανάτου ὅν καί ἤγειρας, ἐξουσίᾳ τῇ παντοδυνάμῳ σου. |
Μετάφραση Τίς ἀμόλυντες παλάμες σου Χριστέ, ἅπλωσες πάνω στό ξῦλο, καί τούς δακτύλους μάτωσες, ἐπειδή ἤθελες νά ἐλευθερώσεις (χύνοντας τό αἷμα σου) τό ἔργο τῶν θείων χειρῶν σου Φιλάνθρωπε, τόν Ἀδάμ, πού ἐξ αἰτίας τῆς παραβάσεως βρίσκεται νικημένος καί κυριευμένος στά βασίλεια τοῦ θανάτου τόν ὁποῖο καί ἤγειρες μέ τήν παντοδύναμη ἐξουσία σου. |
Θεολογική ἑρμηνεία
Κύριέ μου, βλέπω τίς ἀμόλυντες, τίς πάναγνες παλάμες σου καρφωμένες πάνω στό ξύλο τοῦ σταυροῦ. Τό αἷμα τρέχει στίς ἅγιες παλάμες σου καί ματώνει τά δάκτυλά σου.
Ὅταν βλέπω τά ἁπλωμένα στό σταυρό χέρια σου, τά ματωμένα δάκτυλά σου, μιά ἄλλη εἰκόνα τυπώνεται μέσα μου. Εἶναι μιά ἀνθρωπομορφική εἰκόνα πού περιγράφει μέ παραστατικότητα ἡ Γραφή. Τότε πού ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο χοῦν λαβών ἀπό τῆς γῆς. Τί ὑπέροχη εἰκόνα! Πλαστούργησες τόν ἄνθρωπο χρησιμοποιῶντας τίς παλάμες σου, μαζεύοντας τό χῶμα καί σχηματίζοντας τό σῶμα του. Καί μέ τά δάκτυλά σου ἔδωσες σημασία μεγάλη ἀκόμα καί στίς πιό μικρές λεπτομέρειες τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνθρωπομορφική ἡ εἰκόνα αὐτή. Δείχνει ὅμως τήν ἰδιαίτερη φροντίδα σου καί μέριμνα γιά τή δημιουργία αὐτοῦ τοῦ τόσο ξεχωριστοῦ δημιουργήματός σου.
Καί ἡ δεύτερη ἀνθρωπομορφική εἰκόνα τῆς Γένεσης ἐξ ἴσου χαρακτηριστική. Φύσηξες πνοήν ζωῆς μέσα σ’ αὐτό σου τό ἄψυχο σῶμα. Τό πνεῦμα πού τοῦ μετέδωσες τοῦ ἔδωσε τή ζωή. Ἕνωσες ἔτσι στό πλάσμα σου αὐτό δύο κόσμους. Τόν ὑλικό καί τόν πνευματικό. Ἔκανες τόν ἄνθρωπο νά μετέχει καί νά κοινωνεῖ καί στούς δύο κόσμους. Νά ἀποτελεῖ ἔτσι τήν κορωνίδα τῆς δημιουργίας ὀρατοῦ καί ἀοράτου κόσμου. Τόν ἀξίωσες (δίνοντάς του κάθε χάρισμα δικό σου) νά εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καί καθ’ ὁμοίωσιν.
Καί οἱ δυό εἰκόνες πού περιγράφουν ἀνθρωπομορφικά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου δείχνουν τήν ἀπειρη ἀγάπη σου
-νά δημιουργήσεις ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τό εἶναι τόν ἄνθρωπο.
-νά τόν δημιουργήσεις ἐκεῖνον μόνο ἀπ’ ὅλη τήν κτιστή δημιουργία νά ἔχει τή δυνατότητα τῆς κοινωνίας μέ Σένα τόν Δημιουργό του.
Μά ὅταν βλέπω τίς ἁπλωμένες στό σταυρό παλάμες σου, τά ματωμένα δάκτυλά σου, αἰσθάνομαι ὅτι βρίσκομαι σέ ἕνα ἀκόμα πιό μεγάλο μυστήριο. Ὁ κτίστης καί δημιουργός τῶν ἁπάντων -καί του ἀνθρώπου- συγκαταβαίνει, προσλαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, προσλαμβάνει ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία. Μετέχει τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν τοῦ ἀνθρώπου (πεινάει-διψάει, δακρύζει κ.λ.π.). Καί ἔρχεται τώρα νά θυσιαστεῖ αὐτός -ὁ ἀναμάρτητος- χάριν τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ἔρχεται νά πληγωθεῖ, νά ματώσει, νά μετάσχει ἀκόμα καί αὐτοῦ τοῦ τραγικοῦ γεγονότος τοῦ θανάτου ἀναμάρτητος ὤν. Ἔκλινε τήν κεφαλή του πάνω στό σταυρό καί παρέδωκε τό πνεῦμα. Θέλησε νά ἐκπνεύσει, νά ἀφήσει τήν τελευταία του ἀναπνοή ὡς ἄνθρωπος, αὐτός πού ἦταν ἀπολύτως ἀναμάρτητος καί δέν τοῦ ταίριαζε ὁ θάνατος.
Ἁπλώνει τά χέρια του στό σταυρό, ματώνει τά δάκτυλά του, καί ἀφήνει τήν τελευταία του πνοή πάνω στό σταυρό. Νά τό μέγεθος τῆς συγκαταβάσεώς του, νά ἡ ἄκρα ταπείνωσή του, νά πῶς ἐκφράστηκε ἡ ἄπειρη ἀγάπη του.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος λέγει πῶς αὐτά ὅλα τά ἔκανε ὁ Θεός ὥστε μέ τή συγκατάβαση καί τήν ταπείνωσή του νά δώσει τήν εὐκαιρία στόν ἄνθρωπο νά κοινωνήσει καί πάλι τῆς θείας φύσεως. Αὐτή ἡ ἄπειρη μάλιστα συγκατάβαση καί ἀγάπη εἶναι μεγαλύτερη καί ἀπό αὐτή πού ἐπέδειξε ὁ Κύριος κατά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Θεοειδέστερον ὀνομάζει τό πάσχειν παρά τό δημιουργεῖν, ὁ ἅγιος Γρηγόριος.
Τό αἷμα σου Κύριέ μου ἦταν τό λύτρο, τό ἀντίτιμο πού ἔδωσες χάριν τῶν ἀνθρώπων. Μέ τό αἷμα σου τούς ἐλευθέρωσες ἀπό τό κράτος τοῦ θανάτου πού κατεῖχε πάντας τούς βροτούς. Ὅλοι μας Κύριε βρεθήκαμε μετά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς σου κυριευμένοι ἀπό τόν θάνατο. Αἰχμάλωτοι σ’ αὐτόν, καταδικασμένοι καί ὑποδουλωμένοι στό κράτος του. Ἡ προοπτική τοῦ ἀνθρώπου κατέληγε στό παντοτινό σκοτάδι τοῦ Ἄδη. Ἀπ’ αὐτό τό χωρίς καμμιά προοπτική τέλος τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης ἦρθες μέ τό πάθος σου πάνω στό σταυρό γιά νά ἐλευθερώσεις τό γένος τῶν ἀνθρώπων. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ φιλανθρωπία σου!
Μέ τό θάνατό σου λοιπόν εἰσῆλθες καί Σύ στόν σκοτεινό Ἄδη καί τόν φώτισες μέ τήν λαμπρή θεϊκή παρουσία σου. Ἅπλωσες τά τρυπημένα ἀπό τά καρφιά χέρια σου καί ἀνέστησες ἀπό τόν σκοτεινό Ἄδη. Ἔσπασες τά δεσμά, συνέτριψες τίς ἀλυσίδες, ἔσπασες τίς βαριές πόρτες πού κρατοῦσαν τούς ἀνθρώπους ἀσφαλισμένους στή χώρα καί τή σκιά τοῦ θανάτου. Μέ τήν παντοδύναμη θεϊκή ἐξουσία σου νίκησες τόν θάνατο, ἀναστήθηκες καί ἀνέστησες τήν πεσούσα ἀνθρώπινη φύση πρός τήν ζωή.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων