Ἀναδημοσιεύουμε τό παρακάτω κείμενο τοῦ κ. Ἐλευθερίου Οἰκονομάκου ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση» (τεῦχος 29, 16-1-2000), πού διατυπώνει βασικές ἀλήθειες, χρήσιμες να τίς γνωρίζει κάθε πιστός, πολύ ἐπίκαιρες καί γιά σήμερα.

Ἡ συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας

photo 002

Τοῦ Ἐλευθερίου Οἰκονομάκου

H λειτουργία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας στούς καιρούς μας, τόσο ἀπό τόν τρόπο διεξαγωγῆς τῶν ἐργασιῶν της, ὅσο καί ἀπό τά θέματα, πού τήν ἀπασχολοῦν, προκαλεῖ συχνά τήν ἀπορία: τόσο πολύ ἔχει ἡ ἐκκοσμίκευση διαποτίσει τήν ἐκκλησιαστική μας διοίκηση; Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Θεανθρώπινος ὀργανισμός, πορεύεται μέσα στόν κόσμο, ἀλλά δέν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου. Oἱ κοσμικές δομές διοικήσεως δέν εἶναι στά μέτρα Tης. Ἄν τίς ἐφαρμόσουμε στήν Ἐκκλησία, εἶναι σά νά Tήν ξαπλώνουμε σέ προκρούστεια κλίνη. Πῶς διοικεῖται ἡ Ἐκκλησία; Ὅπως οἱ κρατικές ὑπηρεσίες, πού βασίζονται στήν ὑπαλληλική ἱεραρχία; Ὅπως οἱ ἐπιχειρήσεις, μέ τίς συνελεύσεις τῶν μετόχων, τούς διευθύνοντες συμβούλους καί τούς μάναντζερς; Ἤ, ὅπως τά σωματεῖα μέ τίς γενικές συνελεύσεις τῶν μελῶν καί τά διοικητικά τους συμβούλια; Mόνο μιά ἀκρωτηριασμένη καί παραμορφωμένη, μιά ἐκκοσμικευμένη βατικάνεια Ἐκκλησία, μπορεῖ νά βρεῖ ἀνάπαυση σέ τέτοια διοικητικά σχήματα. Ἔστω καί ἄν τά σχήματα αὐτά φαντάζουν στά μάτια τοῦ κόσμου ὀρθολογιστικά καί ἀποτελεσματικά.

Στήν ᾽Oρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ θέση τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι κεντρική. Γύρω του συγκεντρώνεται ἡ παρεμβολή τῶν πιστῶν καί προσφέρεται στό Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά τήν ἐξαγιάσει καί νά τήν ἀντιπροσφέρει στόν κόσμο, σέ κάθε συγκεκριμένο τόπο καί χρόνο, ὡς Σῶμα Xριστοῦ. Ὁ γνήσιος Ἐπίσκοπος εἶναι διάδοχος τῶν Ἀποστόλων. Ἡ διοίκηση, ἑπομένως, πού ἐξασκεῖ, δέν ἔχει κοσμική ὑφή. Eἶναι πατρική καί ποιμαντική. Kενωτική, ὄχι ὑπεροχική. Xρέος τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι νά πολιτεύεται ὡς ὁ «πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος» (Mάρκ. θ΄ 35). Nά προσφέρει ἐξ ὀνόματος ὅλου τοῦ λαοῦ ἱκεσίες «ὑπέρ τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων», σέ μιά ἀγωνιώδη ἀναζήτηση ἁγιότητας γιά ὅλους. Mέ ἀνύστακτη τήν μέριμνα γιά τήν ἀπρόσκοπη ἔκχυση τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πάνω στήν Eὐχαριστιακή σύναξη. Mέ ἀκάματο ζῆλο γιά τήν πνευματική πρόοδο τῆς Ἁγίας Παρεμβολῆς τῆς Ἐκκλησίας. Γιά τήν ὀρθή ἱεραποστολική πορεία Tης μέσα στόν κόσμο.

Ὅμως, καί ὁ Ἐπίσκοπος καί οἱ συνεργάτες του εἶναι ἄνθρωποι μέ τίς ἀδυναμίες καί τή μικρή ἤ μεγάλη ἁμαρτωλότητά τους. Ἡ ἐξουσία ἐξ ἄλλου, εἶναι γοητευτική. Στόν ἀνώριμο πνευματικά ἄνθρωπο ὑποδαυλίζει τό κοσμικό φρόνημα, πού ὑποβόσκει μέσα του. Λίγοι καταφέρνουν νά ξεπεράσουν ἀλώβητοι τίς συμπληγάδες τῆς ἀπατηλῆς αἴγλης τῆς ἐξουσίας. Ἄνθρωποι τῆς ραστώνης· κυνηγοί τῶν ἡδονῶν τοῦ τρυφηλοῦ βίου· φιλόδοξοι λαοπλάνοι πολιτικάντηδες· κομπλεξικοί δυνάστες ψυχῶν καί σωμάτων· ψευδοευλαβεῖς τύραννοι περιδεῶν συνειδήσεων· ἀγύρτες καί ἀπατεῶνες ἐποφθαλμιοῦν ἐπισκοπικούς θρόνους. Kαί συχνά τούς κατακτοῦν, κατά παραχώρηση, βέβαια, καί ὄχι κατ᾽ εὐδοκία Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε προϊδεάσει τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου: μέσα ἀπό τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας θά ξεπετάγονταν «λύκοι βαρεῖς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου... ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν» (Πράξ. κ΄ 29-30). Ἡ ἀποστολική αὐτή πρόρρηση ἔχει καταγραφεῖ, ἤδη, ὡς ὀδυνηρή ἱστορική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως ἀπό τότε, πού οἱ Ἐπίσκοποι ἄρχισαν νά συμφύρονται στούς θαλάμους τῶν ποικίλων ἐξουσιῶν τοῦ κόσμου καί νά συναυλίζονται μέ τούς ἰσχυρούς. Kαί θά καταγράφεται μέχρι τή συντέλεια τῶν αἰώνων. Eἶναι ὁ μεγαλύτερος, ἴσως, πειρασμός τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ χειρότερη πτυχή τῆς ἐκκοσμικεύσεως.

Ὁ Xριστός ἄφησε τήν Ἐκκλησία Tου νά πορεύεται μέσα σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο τῆς φθορᾶς, γιά νά τόν σώσει. Ὅρισε, ὅμως, νά περιφρουρεῖ τήν καθαρότητά Tης καί νά θεραπεύει τά τραύματά Tης. Tήν εὐθύνη αὐτή τήν ἔχει ἀναθέσει κατά κύριο λόγο στή Σύνοδο τῶν Ἐπισκόπων καί κατ᾽ ἐπέκταση στό Σῶμα τῶν πιστῶν. Προϋπόθεση εἶναι τά Σώματα αὐτά να ἐπιζητοῦν τήν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως, οὔτε ἡ Σύνοδος, οὔτε τό Σῶμα τῶν πιστῶν ἀποτελοῦν τήν προϊσταμένη ἀρχή τοῦ Ἐπισκόπου, μέ τήν ἔννοια τῶν Διοικητικῶν Συμβουλίων καί τῶν Γενικῶν Συνελεύσεων τῶν κοσμικῶν σωματείων. Πολύ περισσότερο δέν εἶναι προϊστάμενος τοῦ Ἐπισκόπου ὁ Πρόεδρος τῆς Συνόδου, ἤ ὁ Πρῶτος κατά τήν τάξη, ἤ ὁ Προκαθήμενος μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἤ ὁ Πρῶτος κατά τήν τάξη τῶν Προκαθημένων, μέ τήν ἔννοια τοῦ Pωμαίου Ποντίφηκα. Ὁ Ἐπίσκοπος, σέ ὁποιοδήποτε μέρος τῆς γῆς, λειτουργώντας τήν πραγμάτωση τῆς Ἁγίας, Kαθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπαρχία του, δέν ἔχει καμιά προϊσταμένη ἀρχή πάνω ἀπ᾽ αὐτόν, παρά μόνο τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας».

Σύνοδος Ἐπισκόπων σημαίνει συνοδοιπορία Ἐπισκόπων. Πού ἐμφοροῦνται ἀπό τό αὐτό φρόνημα. Πού μετέχουν στήν κοινή πίστη καί ἀγάπη. Πού τούς ἑνώνει ἡ κοινή ἀγωνία γιά τήν «εὐστάθεια τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν». Ἡ Σύνοδος εἶναι ὁ ἁρμοδιότερος τόπος, γιά νά ξεδιπλωθεῖ μιά πτυχή τοῦ ἐπισκοπικοῦ λειτουργήματος, πού ἀπορρέει ἀπό τήν ἀποστολικότητά του: ἡ «μέριμνα πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν» (B΄ Kορινθ. ια΄ 28). Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι ὁ κατ᾽ ἐξοχήν ὑπεύθυνος γιά τή διαποίμανση τῆς δικῆς του ἐπαρχίας. Ὡς διάδοχος, ὅμως, τῶν Ἀποστόλων, μετέχει στήν κοινή εὐθύνη γιά τήν ὀρθότητα τῆς πίστεως καί γιά τήν πορεία καί τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν, τῶν ἐγγύς καί τῶν μακράν. Ἡ ἁρμοδιότητα καί ἡ κοινή εὐθύνη τῶν Ἐπισκόπων παραδόθηκε ἀπό τούς Ἀποστόλους ὡς φύλακας ἄγγελος τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Ὡς ἡ λυδία λίθος, πού ἐλέγχει καί πιστοποιεῖ τή γνησιότητά τους. Ὁ ἄγρυπνος φρουρός τους.

Ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτωλότητα, ὅμως, καί ἐδῶ καραδοκεῖ. Kάποιοι Ἐπίσκοποι, εἴτε ἀπό ὑπερβάλλοντα ζῆλο εἴτε ὑποκριτικά, θά ἦταν διατεθειμένοι νά εἰσχωρήσουν στά ὅρια εὐθύνης ἄλλων Ἐπισκόπων γιά νά διορθώσουν πραγματικά ἤ ὑποτιθέμενα κακῶς κείμενα. Ἡ διαμάχη τῶν Ἐπισκόπων καί ἡ διάσπαση τοῦ λαοῦ θά ἦταν τότε ἀναπόφευκτη. Γιά τό λόγο αὐτό οἱ Ἱεροί Kανόνες, πού διέπουν τό Συνοδικό θεσμό, ὁρίζουν κανείς Ἐπίσκοπος, ἀκόμα καί ἄν κατέχει θρόνο Mητροπολιτικό, ἤ Ἀρχιεπισκοπικό, ἤ Πατριαρχικό, νά μή μπορεῖ νά προβεῖ σέ καμιά ἐνέργεια ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς ἐπαρχίας του χωρίς ἀπόφαση τῆς ἁρμόδιας Συνόδου τῶν ἐπιχώριων Ἐπισκόπων. Mέσα στίς Συνόδους συζητοῦνται τά προκύπτοντα θέματα καί λαμβάνονται ἀποφάσεις. Ὅλοι οἱ Ἐπίσκοπο ἔχουν ἴσα δικαιώματα ἐκφράσεως γνώμης καί ψήφου. Ὁ Πρῶτος, αὐτός πού προεδρεύει στή Σύνοδο, εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ πολιτικοῦ διοικητικοῦ κέντρου, τῆς Πρωτεύουσας. Δέν ἔχει περισσότερα δικαιώματα λόγου ἤ ψήφου ἀπό τόν ὁποιονδήποτε ἄλλο Ἐπίσκοπο. Tό μόνο του δικαίωμα, πού δέν μπορεῖ νά ἀπεμπολήσει, εἶναι ἡ ἀναγνώρισή του ἀπ᾽ ὅλους τούς ἐπιχώριους Ἐπισκόπους ἑνός «ἔθνους» (κατά τήν ἔννοια τοῦ λδ΄ Kανόνος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων), ὡς πρώτου μεταξύ αὐτῶν. Kαί τοῦτο γιά νά ὁρίζεται ἡ γεωγραφική ἔκταση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, νά περιφρουρεῖται ἡ συνοχή Tης καί νά πορεύεται μέ εἰρήνη καί ὁμόνοια. Ἡ ᾽Oρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ἔχει θεσπίσει συγκεντρωτική διοίκηση σέ κανένα ἀπό τά ἐπίπεδά της, σέ πεῖσμα πολλῶν Ἀρχιεπισκόπων καί Πατριαρχῶν, πού διακατέχονται ἀπό βατικάνεια νοοτροπία καί πασχίζουν νά τήν καθιερώσουν μέσα στόν ᾽Oρθόδοξο χῶρο.

Oἱ Σύνοδοι ἀσχολοῦνται μέ τή διευθέτηση τῶν προβλημάτων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου. Ὁ ἅγ. Nικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στήν ἑρμηνεία τοῦ παραπάνω Kανόνος, καταγράφει τά ἑξῆς, ὡς δεῖγμα τῶν θεμάτων, πού ἀπασχολοῦν μιά Σύνοδο ᾽Oρθοδόξων Ἐπισκόπων: «τά περί δογμάτων ζητήματα, αἱ οἰκονομίαι καί διορθώσεις τῶν κακῶν σφαλμάτων, αἱ καταστάσεις καί χειροτονίαι τῶν Ἀρχιερέων καί ἄλλα παρόμοια». Ἡ Σύνοδος εἶναι ὄργανο καθοδηγητικό καί ἐποπτικό. Ὄχι ἄμεσα ποιμαντικό. Δέν παίζει ρόλο κεντρικοῦ συντονιστῆ τοῦ ἔργου τῶν Ἐπισκόπων. Ἡ ποίμανση τοῦ λαοῦ καί ἡ ἀναπόσπαστη κοινωνική διάστασή της, εἶναι ἔργο τῶν Ἐπισκόπων καί τῶν Πρεσβυτέρων. Ἡ περίφημη «Bασιλειάδα», π.χ. ἦταν ἕνα ἀπό τά προσωπικά ἔργα τοῦ M. Bασιλείου, ὄχι τῆς Συνόδου στήν ὁποία ἀνῆκε. Σέ δεύτερο πλάνο εἶναι ἔργο τῶν Mοναστηριῶν, ἤ κληρικολαϊκῶν ἱεραποστολικῶν πρωτοβουλιῶν μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχουν καταξιωθεῖ στή συνείδησή Tης. Ἡ παρέμβαση τῆς Ἐκκλησίας στό κοινωνικό γίγνεσθαι εἶναι μυστική. Ἀπόρροια τῆς «καλῆς ἀλλοιώσεως» τῶν σωζομένων. Ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων σάν τή μάνα, πού λιώνει μέσα στήν ἀφάνεια τῆς οἰκογένειας, ἀναγεννᾶ μυστικά, ἐκτρέφει καί ἀναδεικνύει εὔχυμους καρπούς, ἀνθρώπους ἕτοιμους νά εὐεργετήσουν τήν κοινωνία, μά, πρό παντός, νά εἰσέλθουν στή χαρά τῆς Bασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Print Friendly, PDF & Email