Τό μονοπάτι τῆς ὑπέρβασης

Διδαγμένος ἀπό τή φωτισμένη Παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί ἀπό τίς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων μας, προσπαθῶ νά βιώνω μέσα μου τήν ὑπέρβαση. Τήν ἀποδέσμευση τοῦ λογισμοῦ μου καί τῆς καρδιᾶς μου ἀπό τά τυπώματα τοῦ “πεπερασμένου” καί “σχετικοῦ” καί ὑποταγμένου στή φθορά ὑλικοῦ μου περίγυρου. Νά ξεπερνάω τόν “κόσμο”. Νά ἀφήνω πίσω μου τούς συσχετισμούς, πού μοῦ εἰσηγεῖται καί μέ διδάσκει ἡ καθημερινότητα. Τή γέννηση καί τή φθορά. Τή ζωή καί τό θάνατο. Τή νομοτέλεια καί τή σκοπιμότητα. Καί νά προσανατολίζω τό μυστικό δέκτη τῆς ψυχῆς μου στόν “῎Οντα”. Σέ ᾿Εκεῖνον, πού ὑπάρχει προαιώνια. Πού δέν ὑπόκειται στούς νόμους τῆς πλάσης, τῆς μεταβολῆς καί τῆς ἀλλοίωσης. Πού δέν ἀφήνεται στήν ἀνθρώπινη, τήν ἀφελή ἤ τήν ἐπιστημονική διερεύνηση καί δέν προσφέρεται στή “μέτρηση”, στήν περιγραφή καί στήν “κατανόηση”.

Ἡ προσπάθειά μου νά ἀνεβῶ πάνω ἀπό τόν κόσμο μας, πάνω ἀπό τήν ὕλη καί πέρα ἀπό τίς γνώσεις μου, εἶναι μιά κίνηση ἀφαιρετική, ἀλλά καί ἀπαλλακτική. ᾿Αφήνω πίσω μου τίς συναγμένες καί ἀποθηκευμένες εἰκόνες. Τίς παραστάσεις τοῦ ὑλικοῦ σύμπαντος. Τά πολυειδῆ καί ποικιλόμορφα εἴδωλα. Γιά νά προσηλώσω τήν ψυχική μου ὅραση, κάπου, στό βάθος τοῦ πνευματικοῦ ὁρίζοντα. ᾿Εκεῖ, πού διαγράφεται τό μοναδικό Πρόσωπο τοῦ Δημιουργοῦ μου καί Κυριάρχη μου καί Πατέρα μου.

Ἄν μείνω καθηλωμένος στόν ὑλικό μου περίγυρο, στό χῶρο, πού τόν ψηλαφῶ καί τόν προσδιορίζω, δέ θά φτάσω ποτέ σέ Κεῖνον, πού ὑπέρκειται τῆς Δημιουργίας. Θά μείνω φυλακισμένος στό “κτιστό”. Καί θά στερηθῶ τό “ἄκτιστο”. Θά ἀπολαύσω τό “ὁρατό”. Καί δέ θά προσεγγίσω τό “ἀόρατο”.

Τήν “ὑπέρβαση” τή βιώνω μέσα μου ὡς ἀνάγκη τῆς ψυχῆς μου καί ὡς σταθερό ἄνοιγμα τῆς πνευματικῆς μου ὅρασης. Συνειδητό. ᾿Επίπονο. ᾿Αλλά καί λυτρωτικό. ᾿Ελευθερώνομαι ἀπό τίς ἐγκόσμιες δεσμεύσεις. ᾿Ανυψώνομαι πάνω ἀπό τά ἐγκόσμια. Καί πλησιάζω, “καθαρῷ τῷ νοΐ”, τήν πύλη, πού ὁδηγεῖ στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.

Στήν ᾿Ορθόδοξη Θεολογία μας ὑπάρχει ἕνας ἰδιότυπος ὅρος. Καλύπτει αὐτή τήν ὁδοιπορία τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας ἀπό ὅλες τίς αἰσθητές καί δεσμευτικές παραστάσεις καί ἐμπειρίες τοῦ ὑλικοῦ μας περιβάλλοντος καί τοῦ βιολογικοῦ μας κύκλου, πού τήν ἐπιχειροῦμε συνειδητά, γιά νά ἀνυψωθοῦμε καί νά φτάσουμε “εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καί πατρός καί τοῦ Χριστοῦ” (Κολασ. β΄ 2) καί “ἵνα εἰδῶμεν τά ὑπό τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν” (Α΄ Κορινθ. β΄ 12). (Γιά νά μπορέσουμε νά προωθηθοῦμε στή βαθύτερη γνώση τοῦ μεγάλου μυστηρίου, πού εἶναι ὁ Θεός Πατέρας καί ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός καί νά ἐμβαθύνουμε στά ἀτίμητα δωρήματα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης).

Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας μας χαρακτηρίζουν τήν κίνηση αὐτή “ἀποφατική πορεία”. ῎Αρνηση καί ξεπέρασμα καί ὑπέρβαση τῶν ὑλικῶν καί τῶν κοσμικῶν στοιχείων, πού μποροῦν νά στοιχειοθετήσουν ἄριστα καί μέ ἐπάρκεια τόν πίνακα τῆς κτιστῆς Δημιουργίας, ἀλλά δέν ἀρκοῦν γιά νά προσδιορίσουν καί νά ἑρμηνεύσουν τό μυστήριο τῆς Θεότητας, πού εἶναι πάνω καί πέρα ἀπό ὅλα τά δημιουργήματα.

Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Print Friendly, PDF & Email