† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 285, 16-9-2010
ΕΠΙΤΙΜΙΟ ΑΚΟΙΝΩΝΗΣΙΑΣ
«Ἐπιβολὴ
καὶ μεθοδευόμενη ἄρση του»
1) Ὁ Μητροπολίτης Ἀττικῆς καὶ Μεγαρίδος Σεβ. Νικόδημος, ἐκλεγεὶς Μητροπολίτης τὸ ἔτος 1968, παρέμεινε στὴ διαποίμανση τῆς Μητροπόλεως μέχρι τὸ ἔτος 1974, ὅταν κηρύχθηκε «ἔκπτωτος», μαζὶ μὲ ἄλλους ἕνδεκα Μητροπολίτες, μὲ βάση ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο τίς τότε 3 καὶ 7/1974 Συντακτικὲς Πράξεις τῆς δικτατορίας Ἰωαννίδη, χωρὶς κανονικὴ ἐκκλησιαστικὴ δίκη οὔτε κἄν ἀκρόαση. Μὲ τὶς ἴδιες Σ.Π. καθιερώθηκε «τὸ ἀπαράδεκτο» προσβολῆς τῶν ἐκπτωτικῶν πράξεων ἐνώπιον τοῦ ΣτΕ.
2) Ὅταν μετὰ τὴ μεταπολίτευση, καὶ σὲ χρόνο πολὺ μεταγενέστερο (1988) δόθηκε ἡ δυνατότητα στοὺς διωχθέντες δώδεκα Μητροπολίτες νὰ προσφύγουν, τελευταῖοι αὐτοί, στὸ Σ.τ.Ε. (νόμος 1816/1988, ἄρθ. 15), ὅλες οἱ παραπάνω ἐκπτωτικὲς πράξεις ἀκυρώθηκαν. Ἐπακολούθησε μεγάλος ἀριθμὸς ἀκυρωτικῶν ἀποφάσεων (πέραν τῶν 30) γιὰ τὸ ἴδιο ἢ συναφῆ μὲ αὐτὸ θέματα καὶ ἡ ὅλη ὑπόθεση ἔκλεισε ὁριστικὰ μὲ τὴν 1028/1993 ἀπόφαση τῆς Ὀλομέλειας τοῦ ΣτΕ, μὲ τὴν ὁποία κρίθηκε ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΑ, ὅτι, μετὰ τὴν ἀκύρωση τῶν ἐκπτωτικῶν πράξεων, μόνοι νόμιμοι καὶ ἐν ἐνεργείᾳ Μητροπολίτες στὶς ἀντίστοιχες Μητροπόλεις, ἦσαν οἱ Σεβασμιώτατοι Κωνσταντῖνος (Θεσσαλιώτιδος), Θεολόγος (Λαρίσης) καὶ Νικόδημος (Ἀττικῆς) καὶ μόνο αὐτοὶ μπορούσαν νόμιμα νὰ μετέχουν στὰ συλλογικὰ ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας.
3) Ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, πρὸ αὐτοῦ τοῦ ἀδιεξόδου ποὺ δημιουργήθηκε γιὰ τὶς περαιτέρω μεθοδεύσεις της, ἐπινόησε «ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ!» (βλ. παρέμβαση σὲ ΙΣΙ 1998 Μητροπολίτη Λαγκαδά) τὰ ἀνυπόστατα καὶ ἀντικανονικὰ «Ἐπιτίμια Ἀκοινωνησίας» καὶ μὲ βάση αὐτὰ τὰ Ἐπιτίμια καὶ μὲ τὸ αὐθαίρετο περιεχόμενο ποὺ τοὺς προσέδωσε, ἀπομάκρυνε καὶ πάλι, χωρὶς δίκη οὔτε κᾶν ἀκρόαση, τὸ Μητρ. Νικόδημο (καὶ τοὺς ἄλλους δυὸ Μητροπολίτες) ἀπὸ τὶς ἕδρες τους.
4) Ἡ ἀπομάκρυνση τῶν τριῶν Μητροπολιτῶν ἀπὸ τὶς Μητροπόλεις τους, μὲ βάση αὐτὰ καὶ μόνο τὰ ἐκκλησιαστικῶς ἀνυπόστατα «Ἐπιτίμια Ἀκοινωνησίας», ἦταν προδήλως παράνομη, ὡς ἀντιβαίνουσα εὐθέως στὸν Καταστατικὸ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας (Νόμος 590/1977 ἄρθ. 34, σὲ συνδυασμὸ μὲ Νόμο 5383/1932), κατὰ τὶς διατάξεις τῶν ὁποίων ὁ Μητροπολίτης δὲ παύεται, παρὰ μόνο μὲ καθαίρεση, ἔκπτωση ἢ ἰσόβιο ἀργία. Ἐξάλλου τὰ παραπάνω Ἐπιτίμια, μὲ ὅποιο περιεχόμενο προσέδωσε αὐθαιρέτως σ’ αὐτὰ ἡ Ἐκκλησία, ἦταν καὶ εἶναι ἀνυπόστατα, ἀντικανονικὰ καὶ παράνομα, ὡς στερούμενα παντελῶς κάθε κανονικοῦ ἢ νομίμου ἐρείσματος.
5) Εἰδικότερα, Ἐπιτίμια Ἀκοινωνησίας καὶ μάλιστα μὲ τὸ αὐθαίρετο περιεχόμενο ποὺ προσέδωσε σ’ αὐτὰ ἡ συνοδικὴ πράξη, καὶ μάλιστα μόνης τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ὥστε νὰ ἀπομακρύνεται ὁ Μητροπολίτης ἀπὸ τὴν ἕδρα του, νὰ στερεῖται καὶ τῶν ποιμαντικῶν καὶ τῶν διοικητικῶν του καθηκόντων, δὲν προβλέπονται ἀπὸ κανένα ἀπολύτως Ἱερὸ Κανόνα ἢ κάποια ἄλλη ἐκκλησιαστικὴ καταστατικὴ διάταξη. Ἡ ἔσχατη κύρωση γιὰ Μητροπολίτη εἶναι ἡ καθαίρεση, ἡ ὁποία ὅμως ἐπιβάλλεται γιὰ σοβαρὰ κανονικὰ παραπτώματα, ὑποκείμενα στὸν ἔλεγχο καὶ τὴν κρίση τῶν Ε.Δ. Σχετικὰ εἶναι τὰ σχόλια καὶ οἱ παρατηρήσεις ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων καὶ ἀκαδημαϊκῶν δασκάλων τῆς Θεολογίας. Μεταφέρουμε, ὅλως ἐνδεικτικά, δήλωση τοῦ Καθηγητῆ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου καὶ Προέδρου της Π.Ε.Θ. Κων/νου Μουρατίδη, ποὺ ἔγινε τὴν ἴδια ἡμέρα τῆς ἐπιβολῆς τῶν Ἐπιτιμίων: «Τὸ ἐπιβληθὲν εἰς τοὺς τρεῖς Μητροπολίτας ἐκ μέρους της Δ.Ι.Σ. Ἐπιτίμιον τῆς «Ἀκοινωνησίας» δὲν προβλέπεται διὰ τοὺς Ἐπισκόπους ἀπὸ κανένα Ἱερὸν Κανόνα καὶ εἶναι κανονικῶς ἀνυπόστατον, μὴ παράγον οὐδὲν ἀποτέλεσμα!!».
6) Ἡ μόνη «Ἀκοινωνησία» ποὺ προβλέπεται γιὰ Μητροπολίτη, μὲ ἐντελῶς ὅμως διάφορο καὶ ὅλως περιορισμένο περιεχόμενο, εἶναι «ἡ πρὸς καιρόν» ἀδυναμία ἐπικοινωνίας του μὲ ἄλλους Ἐπισκόπους (excommunicatio fraterna), χωρὶς ὅμως ὁ Μητροπολίτης νὰ στερεῖται καμμίας ἄλλης ἐξουσίας ἢ τῶν Ἀρχιερατικῶν του καθηκόντων. Τοῦτο ἀναφέρεται στὰ σχετικὰ κείμενα καὶ σχόλια ἔγκριτων καὶ ἐπιβεβλημένων στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο ἐρμηνευτῶν τῶν Ἰερῶν Κανόνων, ἀλλὰ καὶ μεταγενεστέρων Κανονολόγων (Βαλσαμῶν, Μίλλας κ.ἄ.). Ἄλλωστε αὐτὸ τὸ δέχθηκε καὶ ἡ δική μας Ἐκκλησία, ὅταν ἡ Πατριαρχικὴ Σύνοδος, κατὰ τὰ πρόσφατα γεγονότα τοῦ ἔτους ἐπέβαλε στὸν τότε Ἀρχιεπ. Χριστόδουλο τὸ ἴδιο Ἐπιτίμιο Ἀκοινωνησίας. Ὁ μάκ. Χριστόδουλος οὐδόλως στερήθηκε τῶν ἀρχιεπισκοπικῶν του καθηκόντων, προήδρευε μάλιστα ἀκωλύτως καὶ σὲ ὅλα τὰ ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Συνόδου. Τὸ αὐτὸ συνέβη, ὅταν τὸ ἴδιο Ἐπιτίμιο ἐπέβαλε τὸ Πατριαρχεῖο καὶ στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων. Οὐδεμιᾶς τῶν ἀρμοδιοτήτων του στερήθηκε καὶ ἰδιαίτερα τοῦ Πατριαρχικοῦ του Θρόνου.
7) Συνεπῶς κανονικὸς καὶ νόμιμος Μητροπολίτης στὴν Ἱ.Μ. Ἀττικῆς παραμένει ὁ Σεβ. Νικόδημος, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸ δὲν ἤθελε νὰ τὸ ἀναγνωρίσει ἡ ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση. Καὶ μὲ πρόδηλη παρανομία καὶ ἀντικανονικὴ ἐνέργεια προχώρησε τότε (1994) σὲ νέα ἐκλογὴ Μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴ γνωστὴ θλιβερὴ κατάληξη τῆς καθαίρεσης μετὰ ἀπὸ ἀμετάκλητη καταδίκη του Α.Π. γιὰ κακούργημα.
8) Ὁ νέος νόμος γιὰ τὴ διάσπαση τῆς Μητροπόλεως Ἀττικῆς σὲ δυὸ χωριστὰ τμήματα, ποὺ ἔγινε ἀπὸ πονηρὴ προτροπὴ καὶ ταπεινὴ μεθόδευση τῆς Ἐκκλησίας, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ «φύγει» ὁ τίτλος «Μ. Ἀττικῆς», ὥστε νὰ μὴ τὸν ἐπικαλεῖται πλέον «ὡς ἀνύπαρκτο» ὁ Κανονικὸς Μητροπολίτης Σεβ. Νικόδημος, εἶναι σαφῶς ἀντικανονικός, γιατί ἔγινε χωρὶς τὴ συναίνεση τοῦ Κανονικοῦ Ἱεράρχη, ὅπως προβλέπουν οἱ Ἱεροὶ Κανόνες.
Για τὴν ταυτότητα τοῦ κανονικοῦ καὶ νομικοῦ λόγου εἶναι ἄκυρες καὶ οἱ τελευταῖες ἐκλογὲς τῶν δυὸ νέων Μητροπολιτῶν στὰ διηρημένα Τμήματα τῆς Μητροπόλεως Ἀττικῆς.
9) Τὸ Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας, ποὺ συνῆλθε τελευταία μετὰ δέκα ἑπτὰ χρόνια γιὰ νὰ ἐξετάσει, μετὰ τὶς ἐκλογὲς τῶν δυὸ νέων Μητροπολιτῶν (!), τὸ θέμα τοῦ Ἐπιτιμίου τῆς Ἀκοινωνησίας, ὄφειλε πρωτίστως καὶ κατὰ κύριο λόγο νὰ διαπιστώσει τὰ ὅσα ἀντικανονικὰ καὶ κατ᾿ ἐξακολούθηση παράνομα διαπράχθηκαν ἐπὶ μακρὸν στὸ παρελθὸν καὶ παραμένουν δυστυχῶς ἀκόμη στὸ πρόσωπο τοῦ μόνου ἐπιζῶντος ἀπὸ τοὺς «ἐπιτιμηθέντες» Ἱεράρχες Σεβ. Νικοδήμου. Ὤφειλε νὰ ἄρει ἀμέσως καὶ ἀμελλητί, καὶ δὴ ἀπὸ τὸ χρόνο τῆς ἐπιβολῆς του (ex tunc), τὸ ἀνυπόστατο, ἀντικανονικὸ καὶ παράνομο ἐπιτίμιο, νὰ ἀναγνωρίσει, ὡς ἀναγκαῖα συνέπεια τῆς ἄρσεως, τὸ Σεβ. Νικόδημο, ὡς τὸ μόνο κανονικὸ Μητροπολίτη στὴ Μητρόπολη Ἀττικῆς καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν ἄμεση ἐπαναφορά του, χωρὶς νέα ἐκλογή, στὴ Μητρόπολή του, ἀφοῦ ἄλλωστε ἡ Μητρόπολη ἦταν πλέον καὶ τυπικῶς κενὴ μετὰ τὴ Συνοδικὴ ἀπομάκρυνση τοῦ προηγουμένου ἀντικανονικῶς τοποθετηθέντος Παντελεήμονος Μπεζενίτη γιὰ σκανδαλισμὸ τοῦ ποιμνίου καὶ τὴν ἐπακολουθήσασα καθαίρεση μετὰ τὴν ἀμετάκλητη ποινικὴ καταδίκη του. Αὐτὰ ἐξάλλου εἶχαν τεθεῖ ὑπόψη καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ Μακ. Ἱερωνύμου, μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του, σὲ σχετικὸ σημείωμα, τὸ ὁποῖο τοῦ ἀποστείλαμε μὲ δική του ὑπόδειξη καὶ προτροπὴ καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα οὐδεμία ἀντίρρηση προέβαλε. Σὲ συνέχεια αὐτῶν ἔπρεπε οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας νὰ τεθοῦν ὑπ’ ὄψη τοῦ ἀρμόδιου Ὑπουργοῦ Παιδείας, γιὰ νὰ προέλθει περαιτέρω κατὰ δέσμια πλέον ἐνέργεια στὴν ἀνάκληση τῶν προηγούμενων παράνομων διοικητικῶν πράξεων καὶ στὴν ἔκδοση νέου (διαπιστωτικοῦ) Π. Δ/τος περὶ τῆς ἐγκαταστάσεως τοῦ Μητροπολίτη Σεβ. Νικοδήμου στὴ Μητρόπολη Ἀττικῆς ὡς τοῦ μόνου κανονικοῦ καὶ νόμιμου Μητροπολίτη. Καὶ μόνο τότε θὰ μποροῦσαν νὰ ξεκινήσουν οἱ διαδικασίες γιὰ τυχὸν περαιτέρω διάσπαση τμήματος τῆς Μητροπόλεως μὲ τὴ συναίνεση τοῦ οἰκείου Ποιμενάρχη.
10) Ἀντ’ αὐτῶν ἡ Ἱεραρχία προῆλθε σὲ νέες ἀντικανονικὲς καὶ παράνομες ἐνέργειες. Καὶ μὲ τὴν τελευταία ἀπόφασή της, κατὰ μὲν τὸ πρῶτο κεφάλαιο διατήρησε τὸ Ἐπιτίμιο γιὰ τὸ Σεβ. Νικόδημο γιὰ ὅλα τὰ προηγούμενα 17 χρόνια (!!), κατὰ δὲ τὸ δεύτερο κεφάλαιο προχώρησε στὴν ἄρση (;) τοῦ Ἐπιτιμίου ἀπὸ τώρα καὶ γιὰ τὸ μέλλον (ex nunc), ἀλλὰ μὲ σαφῶς ὀριζόμενες «προϋποθέσεις» (βλ. αἱρέσεις), μὲ τὶς ὁποῖες ἐπαναλαμβάνονταν ὅλες οἱ ἀντικανονικότητες καὶ παρανομίες τοῦ παρελθόντος. Καὶ καλεῖται ὁ Σεβ. Νικόδημος νὰ τὶς ἀποδεχθεῖ, ἄνευ ἀντιρρήσεων, ἄνευ συζητήσεως, ἄνευ ἔστω ἀκροάσεως, ἄλλως τὸ ἐπιτίμιο δὲν αἴρεται καὶ μένει διὰ βίου.
Ὡς ἐπιστέγασμα ὅλων αὐτῶν τίθεται τοῦτο. Ἡ πρόσφατη ἀπόφασή τῆς ΙΣΙ ὁμιλεῖ γιὰ «διαμορφωθέν» καὶ ὑφιστάμενο «νομοκανονικὸ πλαίσιο». Καὶ ὡς παρεπόμενο αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως προβάλλεται εὐλόγως τὸ ἐρώτημα. Ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ «νομοκανονικό» πλαίσιο, ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἐπιβολὴ αὐτῶν τῶν Ἐπιτιμίων Ἀκοινωνησίας καὶ μάλιστα μὲ τὸ προαναφερθὲν περιεχόμενο, ὥστε ὁ ἐπιτιμηθείς νὰ στερεῖται ὅλων τῶν καθηκόντων καὶ τῶν ἁρμοδιοτήτων του; Ἀφοῦ πρώτα προσδιορίσουμε τὸ μεῖζον αὐτὸ θέμα, μόνο τότε θὰ μποροῦμε νὰ κρίνουμε καὶ γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ ἐπιτιμίου καὶ γιὰ τὸ περιεχόμενό του καὶ γιὰ τὶς συνέπειές του καὶ τέλος καὶ γιὰ τὴν ἄρση του. Χωρὶς αὐτὴ τὴ διαπίστωση ὅλα ὅσα γράφονται καὶ ἀποφασίζονται εἶναι πρωθύστερα καὶ ἀλυσιτελή. Καὶ τέτοιο «νομοκανονικό» πλαίσιο, ποὺ νὰ προβλέπει αὐτὸ τὸ Ἐπιτίμιο γιὰ Μητροπολίτη καὶ μάλιστα μὲ τὸ παραπάνω περιεχόμενο, ὅσο καὶ νὰ τὸ ἀναζητήσουμε στὶς ἐπιταγὲς τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ στὶς διατάξεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν νόμων, δὲν θὰ τὸ ἐντοπίσουμε. Καὶ δὲν θὰ τὸ ἐντοπίσουμε, γιατί ἀσφαλῶς, ἢ μᾶλλον ἀσφαλέστατα, δὲν ὑπάρχει.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων